Το παραμύθι της βροχής

Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2024

Όλη η τάξη μια οικογένεια και ένα γράμμα από τη δασκάλα σου…

Της Ελένης Μπετεινάκη

Σεπτέμβρης, ο «Άγιος Σχολικός» μήνας!

Ο μήνας που αρχίζουν τα πιο σπουδαία πράγματα. Η αρχή των «Πάντων» που στον κόσμο των παιδιών συνοψίζεται στο άνοιγμα των σχολείων.

Μέρες γεμάτες προσμονή, λαχτάρα, καρδιοχτύπι, με υποσχέσεις και ανακατάταξεις.

«Τα παραμύθια του Σαββάτου» διάβασαν και προτείνουν για τις πρώτες ημέρες στο σχολείο καινούργια βιβλία αλλά και παλαιότερες εκδόσεις που θα σας κρατήσουν συντροφιά είτε στην τάξη ή στο σπίτι. Όλα τους, επίκαιρα, και «τροφή» για κουβέντα, σκέψη και δραστηριότητες.  

Όλη η τάξη μια οικογένεια, Σάνον Όλσεν, εικ: Σάντι Σόνκι, εκδ. Μεταίχμιο

Όταν μιλάμε για οικογένεια, ποιοι άνθρωποι μας έρχονται στο μυαλό;

Η μαμά, ο μπαμπάς, αδέλφια, κατοικίδια ζωάκια και …ένα σπίτι. Η μήπως οικογένεια είναι κι όλοι αυτοί που μπορεί να μην μένουμε μαζί αλλά μας συνδέουν πολλά; Η γιαγιά, ο παππούς, τα ξαδέλφια! Κι ακόμα κι εκείνοι οι άνθρωποι που μας αγαπούν και μας φροντίζουν αλλά δεν είμαστε συγγενείς εξ αίματος.

Για να δούμε όμως πως περνάει ένα παιδί την ημέρα του!

Τα σχολεία μόλις άνοιξαν και για τα παιδιά  είναι ο τόπος που θα περάσουν τις περισσότερες ώρες και μέρες του χρόνου. Πως είναι το σχολείο; Τι συμβαίνει καθημερινά; Ποιοι άλλοι θα είναι εκεί;

Κι αν κι εσείς θέλετε να μάθετε πως ο είναι διαμορφωμένος ο χώρος και ο χρόνος και πώς τα πάντα γίνονται πιο όμορφα μέσα σε αυτό, διαβάστε δυνατά μαζί με τα παιδιά σας ή σιγανά μόνοι σας το βιβλίο της Σάνον Όλσεν : Όλη η τάξη μια οικογένεια που κυκλοφορεί από τι εκδόσεις Μεταίχμιο.

Ένα βιβλίο πού ξεκινά πολλές συζητήσεις για προσδοκίες από μια τάξη και μια σχολική χρονιά. Κάθε αρχή και δύσκολη, όμως με τη βοήθεια δασκάλων, φίλων και όμορφων στιγμών η προσαρμογή σε ένα καινούργιο περιβάλλον γίνεται πολύ ποιο εύκολα.

Αλήθεια, εσείς οι δάσκαλοι, έχετε ιδέες διακόσμησης της τάξης;

Έχετε σκεφτεί παιχνίδια γνωριμίας;


Υπάρχει βιβλιοθήκη στην τάξη σας;

Ποιο χρώμα, ποια εικόνα, ποια μουσική θα αποτελέσουν τοι έναυσμα να συνηθίσει ένα μικρό παιδί την νέα πραγματικότητα του σχολείου;

Τροφή για σκέψη και δημιουργικότητα είναι τούτο το βιβλίο…

Δείτε εδώ μερικές δραστηριότητες που προτείνουν οι εκδόσεις: https://api.metaixmio.gr/data/manager/media/assets/EKTYPOSIMES_DRASTIRIOTITES_KALOS_HRTHES_STO_SXOLEIO.pdf

 

Ένα γράμμα από την δασκάλα σου,  Σάνον Όλσεν, εικ: Σάντι Σόνκι, εκδ. Μεταίχμιο

Σκεφτείτε τώρα, να είστε μαθητές – μαθήτριες και την πρώτη μέρα που πηγαίνετε σχολείο το πρώτο πράγμα που βρίσκετε στο θρανίο σας είναι ένα γράμμα από την δασκάλα σας!

Κι αρχίζετε να νιώθετε πως η ζωή σας μέσα στην τάξη μάλλον θα γίνει πολύ ενδιαφέρουσα και συναρπαστική. Η δασκάλα σου θέλει να σε καλωσορίσει, να σε καθησυχάσει και να μάθει για σένα,  τα πάντα. Κυρίως όμως τα δικά σου συναισθήματα και τις  απορίες. Θα είναι πάντα εκεί στα δύσκολα, στα εύκολα, στα παράξενα και σε όσα δεν καταλαβαίνεις.

Αυτά κι άλλα περισσότερα είναι γραμμένα σε τούτο το γράμμα που βοηθάει

στην ομαλή προσαρμογή στο σχολικό περιβάλλον.

Θα μπορούσε να ξεκινήσει με αυτό το «γράμμα». Μια πρώτη γνωριμία που θα σε κάνει αν νιώσει οικεία και ευχάριστα.

Στο βιβλίο της Σάνον Όλσεν :Ένα γράμμα από τη δασκάλα μου,  εκτός από τους μαθητές, αποδέκτες θα μπορούσαν να είναι και οι δάσκαλοι. Μια υπέροχη ιδέα να ξεκινήσει η σχολική χρονιά. Να μπουν τα συναισθήματα σε τάξη και να κάνουμε ένα μεγάλο βήμα στο χτίσιμο της σχέση μας με τα παιδιά.


https://www.metaixmio.gr/el/products/kalos-hrthes-sto-sxoleio--ena-gramma-apo-th-daskala-sou

Καλή σχολική Χρονιά!

 

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2024

«Ζητούνται Αναγνώστες» για «Το πέρασμα»* της Λίλης Λαμπρέλλη!

 


Εκατό χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την Μικρασιατική καταστροφή …Ένα μικρό αφιέρωμα σε βιβλία που καταγράφουν γεγονότα, μνήμες, ιστορίες ανάμεσα στην αλήθεια και τον μύθο, θα σας παρουσιάζουμε σε τακτά χρονικά διαστήματα και για όλη τη χρονιά…

Της Ελένης Μπετεινάκη

*Το Πέρασμα, Λίλη Λαμπρέλλη, εικ: Κατερίνα Βερούτσου, εκδ. Πατάκη

«Τίποτα χειρότερο στον κόσμο απ΄ τους πολέμους – και υπάρχουν λογιών λογιών πόλεμοι. Ως τώρα καμιά γενιά δε γλίτωσε από δαύτους. Σαν αφανιστούν από το πρόσωπο της γης, αυτό θα πει πως ο άνθρωπος έγινε άνθρωπος.»

Ο Παππούς Δημητρός που ‘χε γενέθλια στις 4 του Σεπτέμβρη, θα ήταν μάλλον η τελευταία φορά που τα γιόρταζε στον τόπο του, εκείνη τη χρονιά του 1922. Και να φανταστεί κανείς πως ποτέ δεν γιορτάζονταν τα γενέθλια στις οικογένειες εκείνου του καιρού. Λες το προαίσθημα, λες η ανάγκη για μαζώξεις, λες η μυρωδιά του αέρα που μύριζε τον ξεσηκωμό χωρίς να ξέρουν; Μπορεί κι όλα μαζί…

Ο παππούς Δημήτρης τα «θυμόταν όλα» κι ήταν δεινός αφηγητής, ειδικά σαν ήθελε να πει τις ιστορίες του τόπου του. Πως βρέθηκε ο δικός του προπάππους στις Κυδωνιές της Μικράς Ασίας, τους πειρατές, τα κρίματα, τον πρώτο ξεριζωμό, το θανατικό, την αναγέννηση.

Θα μυρίσουμε τα ψωμιά που ψήνονταν στον πέτρινο φούρνο κι ήταν για τους τελευταίους στρατιώτες που έφευγαν για πάντα από τη Σμύρνη…

Και τα ταψιά με τα αρνιά, τις τυρόπιτες, τους μπακλαβάδες για τον Τούρκικο στρατό που θα ερχόταν στις 6 του Σεπτέμβρη, για να μην πειράξουν κανέναν…

Θα δούμε εκείνες τις πομπές με τα λάβαρα μπροστά, τα ταψιά από πίσω, τον μεγάλο κουρνιαχτό, το τρανταχτό «Γιασασίν**» κι ύστερα τις απειλές, τον μαρασμό, το… απροχώρητο!

Θα διαβάσουμε για την Αϊσέ και τη Ζεχρά, του καλούς γείτονες που δεν είχαν τίποτα να μοιράσουν με τη γιαγιά Ελένη, τη μάνα, τα κορίτσια…

Για όνειρα που βγαίνουν αληθινά, προμηνύματα του κακού…

Για απώλειες…

Πρώτα οι άνδρες που κάνεις δεν ήξερε που τους πήγαν.

Κι ύστερα θανατικό πολύ… Και φευγιό!

Η συμβουλή της Αϊσέ να ντύσουν κορίτσι τον θείο Κωστή…

Πέντε γυναίκες κι ένα μωρό από το Αϊβαλί στη Μυτιλήνη στα 1922…

Αποχαιρετισμοί, κατηφόρα, δάκρυα. Ουρές ατελείωτες, αποβάθρα, έλεγχος, τρεχάλα, τουφεκιές, οδυρμός.

Το πέρασμα; Όλοι οι χαμοί μέσα στο πέλαγος, όλα όσα γέμισε η θάλασσα  ίσαμε το άλλο λιμάνι : πατρίδα, αγαπημένοι, συγγενείς, φίλοι, ζώα, σχολείο, βιβλία, σπίτι, παιχνίδια, όλα!

Κι ύστερα η αρχή…

Η Γιαγιά Ελένη, η γιαγιά πολλών…Η γιαγιά της Λίλης Λαμπρέλλη ή μήπως όλων μας;

Μια Ιστορία που ξεδιπλώνεται και αγκαλιάζει όλες τις δικές μας μνήμες, αφηγήσεις, παραμύθια, αλήθειες και βιώματα…

Μια ιστορία που θέλεις να ήταν έτσι αλλά και μην ήταν…

Εκεί που μπλέκεται ή αλήθεια με τ’ όνειρο. Το ψέμα  με τον πόνο που γεννά δικά του συμβάντα, που με τα χρόνια τα πιστεύεις, τα ζεις ή νομίζεις πως τα έζησες…

Δυνατό βιβλίο, συγκλονιστική γραφή, ολοζώντανες εικόνες που μας μεταφέρουν στο τότε, στην άνθιση και στην καταστροφή τόπων που έφτιαξαν Έλληνες και χάθηκαν από εξουσίες, λάθη  και κακούς χειρισμούς.

Μαρτυρίες ανθρώπων, σημαντικές καταγραφές και ιστορίες  σε ένα αφήγημα που γεμίζει πολλά συναισθήματα, πολλές συγκινήσεις και αναρίθμητες εικόνες. Η Ιστορία αλλιώς, των καθημερινών ανθρώπων που βίωσαν τον ξεριζωμό, τον θάνατο αγαπημένων τους, την αναζήτηση, την αγωνία,  την πείνα, και το ξαναγέννημα!

Δεν έχει σημασία να σας πω πόσο πολύ άρεσε σε μένα τούτη η γραφή. Σημασία  έχει διαβάζοντας το να σας γεμίσει την ψυχή με ψήγματα Ιστορίας, με αναθυμήσεις, με σπουδαίες εικόνες για την θύμηση, για «Το Πέρασμα» από τα πολλά στο τίποτα και πάλι από την αρχή. Για την Μικρά Ασία του τότε, για τις σχέσεις των ανθρώπων και ας είχαν διαφορετικό θρήσκευμα. Για τα έθιμα, τη ζωή, τους τόπους, τις συνήθειες. Για την έννοια της πατρίδας, για την προσφυγιά, για τη δύναμη της ψυχής…

Δεινή αφηγήτρια η Λίλη Λαμπρέλλη, μας μεταφέρει σε εκείνα τα χρόνια. Συμπάσχουμε, ταυτιζόμαστε, συμπορευόμαστε και  ζούμε μαζί με τους ήρωες της τα πάντα. Γινόμαστε όλοι μια οικογένεια, η οικογένεια της γιαγιάς Ελένης που έζησε πριν τόσα χρόνια, πόνεσε, έκλαψε, γέλασε, προχώρησε…

Δυνατές κι οι εικόνες της Κατερίνας Βερούτσου. Ας είναι μικρές κι ασπρόμαυρες σε κάθε αλλαγή κεφαλαίου. Η βασική εικόνα του εξωφύλλου τα είπε όλα. Ένα σπίτι σε μια  βάρκα, ένας ξεριζωμός στο πέλαγος, μια νέα πατρίδα, μια νέα ζωή…

Για την αγάπη, την χαρά, τον πόνο, το μίσος, τις μνήμες, την οικογένεια, την μοίρα και το ταξίδι …

«Λενελί μ’ Λενελί μ’ »μου είπε «άκου. Εσύ ξέρεις ν΄ακούς.Τίποτα πιο αβάσταχτο για την ψυχή από το μίσος.Μετά, η απληστία, κι ύστερα, η απάθεια. Οι πιο σπουδαίοι άνθρωποι στη ζωή δεν εναι αυτοί που μπορούν ν΄αποφασίουν αν θα ζήσουμε ή αν θα πεθάνουμε. Είν΄εκείνοι που αγαπάμε και μας αγαπούν. Ν΄αγαπηθείς πολύ είναι μεγάλη ευλογία. Ν΄αγαπήσεις πολύ είναι η μέγιστη ευλογία. Είναι το νόημα της ζωής…»

Ψάξτε το στα βιβλιοπωλεία και μπείτε κι εσείς στην Ιστορία των Ανθρώπων…

**Γιασασίν = Ζήτω

Διαβάστε ένα μικρό απόσπασμα : https://www.patakis.gr/product/656237/vivlia-paidika--efhvika-paidikh-neanikh-logotexnia/To-perasma-Aivali-Mutilhnh-1922/


Δημοσιεύτηκε στο Cretalive.gr στις 27 Απριλίου 2022 :https://www.cretalive.gr

Αντίο, Σμύρνη* …


Γράφει η Ελένη Μπετεινάκη

Εκατό χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την Μικρασιατική καταστροφή …

Ένα μικρό αφιέρωμα σε βιβλία που καταγράφουν γεγονότα, μνήμες, ιστορίες ανάμεσα στην αλήθεια και τον μύθο, θα σας παρουσιάζουμε σε τακτά χρονικά διαστήματα και για όλη τη χρονιά !

*Αντίο, Σμύρνη, Ιωάννα Μπαμπέτα, εικ: Άρτεμις Πρόβου, εκδ. Μίνωας

Ήταν Άνοιξη του 1919 όταν ο παππούς του Λευτέρη τού έταξε δώρο στα γενέθλιά του ένα ποδήλατο. Μαζί με την υπόσχεση εκείνη την ημέρα, και μια ελληνική σημαία βγήκε από το μπαούλο και στερεώθηκε στο παράθυρο να κυματίζει, γιορτάζοντας την άφιξη των Ελλήνων στη Μικρά Ασία. Ο Λευτέρης με την οικογένεια του ζούσαν στη Σμύρνη κι είχε φίλο του αγαπημένο τον Ασλάν. Η μαμά του Ασλάν, η Φατμά, βοηθούσε την μαμά του Λευτέρη στις δουλειές στο σπίτι τους. Φίλη πολύτομη όπως θα αποδειχθεί στα δύσκολα…

Τι όμορφη που ήταν η ζωή σε εκείνον τον τόπο! Χίλιες εικόνες οι περίγραφες της Ιωάννας Μπαμπέτα. Χίλιες οι μυρωδιές από τα φαγητά και τις συνοικίες, χίλια και τα συναισθήματα…

Στο λιμάνι της Σμύρνης  το πλοίο ΠΑΤΡΙΣ, στην προκυμαία του Και πανηγύρια και χαρές. Μα και παράξενοι κρότοι ξαφνικά. Ένας χάρτης του μπαμπά τού Λευτέρη υπήρχε στο γραφείο του που τού πρόσθετε συνεχώς καρφιτσωμένα ελληνικά σημαιάκια, μετρώντας τις νίκες των Ελλήνων. Κι ένα καντήλι στο εικονοστάσι δίπλα στην φωτογραφία του Ελευθερίου Βενιζέλου τού οραματιστή και υποστηρικτή της Μεγάλης Ιδέας των  Δύο Ηπείρων και των Πέντε θαλασσών. Η γιαγιά του Λευτέρη ήταν εκείνη που φρόντιζε για την άσβεστη φλόγα…

Ο μικρός Λευτέρης ζει με το όνειρο της στιγμής που θα κλείσει τα δέκα του χρόνια και θα πάρει το ποδήλατο του και με τον Ασλάν ονειρεύονται τα ξίδια και στιγμές περιπέτειας και παιχνιδιού. Ζαβολιές και συνωμοτικές σκανταλιές θα τους κάνουν …αδελφοποιτούς.

Οι μυρωδιές από τα καλούδια που πουλούν  οι μικροπωλητάδες  φτάνουν ίσαμε εμάς και η ζωή έχει χρώμα, χαρά και μια ξεχωριστή ποιότητά που κανένας δεν φανταζόταν το κακό που θα ξεσπούσε πολύ σύντομα.

Ίσαμε το ξημέρωμα της 5ης Σεπτεμβρίου του 1922. Ένα πρωινό αξέχαστο για πολλούς λόγους για τον μικρό Λευτέρη. Είναι ο χαρμόσυνος ήχος του κουδουνιού του σπιτιού του όταν χτυπήσει, που θα του φέρει το πολύτιμο δώρο των γενεθλίων του.  Ένα ποδήλατο γαλάζιο με ασημένιες αχτίνες  θα μπει στη ζωή του. Είναι εκείνη ακριβώς η μέρα που γιορτάζει και την ίδια ώρα η μέρα που θα αλλάξει η ζωή όλων.

Η χαρά θα κοπεί απότομα…

Η ανησυχία θα γίνει φόβος και ο χρόνος θα τρέξει τόσο γρήγορα που θα πρέπει να εγκαταλείψουν μέσα σε ελάχιστες στιγμές όλη τους τη ζωή, το σπίτι, το ποδήλατο, τα πάντα…

Οι σχέσεις δοκιμάζονται, οι απλοί άνθρωποι όποιας εθνικότητας και αν είναι νιώθουν έντονα τα συναισθήματα… Η οικογένεια του Ασλάν θα τους σώσει από τα χειρότερα. Φόβος, μυρωδιά θανάτου, μυρδιά καπνού, αποχωρισμός, λύπη, φευγιό…

Ένα κουδουνάκι μόνο θα μείνει στο χέρι του Λευτέρη… Ένας γλυκός ήχος που θα τον συντροφεύει για πάντα.

Το ποδήλατο δεν θα φύγει ποτέ από τη Σμύρνη. Το όνειρο, το παιχνίδι, η πεθυμιά και η ίδια η ψυχή, το άπιαστο, θα παραμείνουν  εκεί.

Ένα βιβλίο γεμάτο Ιστορία, μνήμες , εικόνες μοναδικές και υποσχέσεις που χάθηκαν. Φιλίες που χώρισαν απότομα, ζωές που άλλαξαν μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Προσδοκίες που εξαφανίστηκαν.

Η καταστροφή της Σμύρνης μέσα από τα μάτια και τα συναισθήματα ενός παιδιού που δεν πρόλαβε να ζήσει το δικό του όνειρο. Το πολύτιμο δώρο που έμεινε για πάντα στην πάτρια γη.

Συγκίνηση, μεγάλη νιώθεις σε όλο το ανάγνωσμα. Συναισθήματα δυνατά ξεχειλίζουν και νομίζεις πως ζεις την κάθε στιγμή που περιγράφεται εσύ ο ίδιος. Ένα αφήγημα που συγκλονίζει και παρουσιάζει στα μικρά παιδιά όλη την Ιστορία της πιο μαύρης σελίδας του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας.

Μέσα από τις περιγραφές της Ιωάννας Μπαμπέτα μαθαίνουμε γεγονότα και πως ήταν περίπου η ζωή στη Σμύρνη δυο χρόνια πριν την μεγάλη καταστροφή.  Όμορφες εικόνες γεμάτες χρώμα, έθιμα, συνήθειες και μυρωδιές. Μια ταινία ξετυλίγεται στις σελίδες του βιβλίου της με πρωταγωνιστές μικρά παιδιά όπως και οι μελλοντικοί αναγνώστες του αφηγήματος που δίνουν επακριβώς την ατμόσφαιρα και τις αλήθειες της εποχής με έντονο συγκινησιακό περιβάλλον.

Εξαιρετική ατμόσφαιρα και γραφή που συμπληρώνει με τις εικόνες της η Άρτεμις Πρόβου. Η χαρά και το χρώμα διαδέχεται με το μαύρο και την «καπνιά» της καταστροφής. Σχέδια εκφραστικά που δημιουργούν μια οικειότητα στα παιδιά.

Καλαίσθητο βιβλίο και απαραίτητο για παιδιά από την μικρή ηλικία που θα τα βάλει στο νόημα της τόσο σημαντικής Ιστορίας που συνέβη εκατό χρόνια πριν και είχε άμεσο αντίκτυπο σε όλους μας…

Να το ψάξετε οπωσδήποτε να απολαύσετε τη ροή του λόγου της Ιωάννας Μπαμπέτα που αφηγείται ένα αληθινό παραμύθι με ήρωες παιδιά, για παιδιά…

Δείτε εδώ ένα μικρό απόσπασμα :  https://minoas.gr/product/antio-smyrni/

Και αναζητείστε το σε βιβλιοθήκες και βιβλιοπωλεία!

Δημοσιεύτηκε στο Cretalive.gr στις  Σεπτεμβρίου 2022 :Εδώ!

Ερατώ*... στα Παραμύθια του Σαββάτου!

Της Ελένης Μπετεινάκη

«Τα παραμύθια του Σαββάτου» ξεκινούν τη νέα χρονιά του 2023 με πολλές ευχές για χρόνια πολλά με υγεία, χαρά και διάβασμα πολύ. Με πολλές προσδοκίες για αναγνώσματα που θα μας συνεπάρουν και θα μας αφήσουν αποτυπώματα καλής και ουσιαστικής ανάγνωσης.

Το πρώτο βιβλίο της χρονιάς έχει μόλις κυκλοφορήσει και αξίζει πραγματικά την προσοχή όλων μας.


Η Ερατώ *της Μαριέττας Κόντου σε εικονογράφηση της Κατερίνας Βερούτσου κυκλοφόρησε μια μέρα πριν το 2023 από τις εκδόσεις Ελληνοεκδοτική, κάνοντας μας ποδαρικό.

Έτσι μας γυρίζει πίσω εκατό περίπου χρόνια, με ένα μοναδικό, νοσταλγικό και καλογραμμένο  βιβλίο – ταξίδι που θα γεμίσει την ψυχή με συναισθήματα γλυκά, ατόφια και πολύτιμα!

Ένα μεγάλο ταξίδι στη Σμύρνη του 1921 …

Χωρισμένο σε κεφάλαια το βιβλίο, μικρά ταξίδια ζωής και αναμνήσεων. Ιστορίες που είναι γεμάτες εικόνες, αρώματα, χρώματα και χαρμολύπη!

Πάμε να δούμε την ιστορία του…

Πήρα κι εγώ από το άλλο μικρό χεράκι την Ερατώ και σεργιανήσαμε μαζί από την προηγουμένη μέρα του ανοίγματος των σχολείων στην Σμύρνη, στην Ιστορία, στα πρώτα βήματα της μετάβασης στην παιδική ζωή. Ο κυρ Νικηφόρος, ο πατέρας της μπροστάρης.  Καμάρωνα κι εγώ για την μπλε ποδιά. Ένιωσα το σφίξιμο της κοτσίδας στο κεφάλι… Μύρισα το άρωμα των παιδιών σαν επιστρέφουν στο σπίτι πρωτάκια πια στο μεγάλο σχολείο, στην περίπτωση της Ερατούς, στο Ομήρειο Παρθεναγωγείο. Κράτησα στο χέρι μου τα γιασεμιά και την μικρούλα χελώνα, την Πεπούκα, σαν φυλακτό πολύτιμο…

Κι έτσι μπήκε κι εκείνη στη δική μου ζωή, η χελωνιτσα εννοώ,  από τη στιγμή που βρέθηκε στον ασημένιο δίσκο με τα λουκούμια με γεύση τριαντάφυλλο…

Συμμερίστηκα απόλυτα την  πεθυμιά της Ερατούς να θέλει  να φορά παντελόνια στην Σμύρνη των 102 χρόνων πριν.  Μαζί της έριξα τη σφεντόνα, πέταξα κι εγώ την σβούρα μου χωρίς καμτσί (σχοινί). Στον κινηματογράφο ήθελα και γω να βρεθώ, στον «Ετουάλ», που ήταν προνόμιο για τ΄ αγόρια και τα δεκάχρονα παιδιά η είσοδός τους σε αυτόν. Απαγορευτική η ηλικία της μα  παρηγοριά  η φίλη της η Διδώ που κι οι δυο γράφανε  μοναδικές ιστορίες…

Η Δίδω σαν κορίτσι δέκα χρονών που ΄χε έρθει στη Σμύρνη από το Αϊδινί…

Έγινα πίστη ακόλουθος του κυρίου Νικηφόρου που ΄χε κανονισμένες τις τύχες των αγοριών του, του Κωστή και του Σίμου και της πιο μεγάλης του θυγατέρας της Κλειούς που την ήθελε δασκάλα. Κι η Ερατώ επαναστάτρια από τα μικράτα της ήθελε να πηγαίνει κόντρα στα έθιμα και στις επιθυμίες του πατέρας της, μεγάλο ατόπημα για την εποχή…Ήθελε ακόμα να ανοίξει ένα βιβλιοπωλείο για παιδιά, σαν μεγάλωνε εκεί, στη Σμύρνη,  και έκανε σχέδια πολλά. Να μοιάζει ήθελε με ζωντανό θέατρο. Κι έλεγε στην Πεπούκα τις ιστορίες της κι όλοι ήταν σαν να ΄χαν καταλάβει …το μυστικό της. Κι εγώ ζήλευα τις ιδέες και τα όνειρά της…

Κρυφοκοίταξα την στητή φωτογραφική μηχανή του κυρ Αντρίκου κι είδα πίσω από το μαύρο πανί την αναμνηστική φωτογραφία της οικογένειας της Ερατούς. Πολύχρωμη την είδα κι εγώ και κατάλαβα την αρχοντιά, την ομορφιά και τη φινέτσα της εποχής…

Μύρισα όλες τις συνταγές της κυρίας Γαλάτειας , της μαμάς της Ερατούς και σταμάτησα σε εκείνη την Πρωτοχρονιά του 1922.

Μπήκα μαζί με την Ερατώ στο τυπογραφείο του κυρ Δαμιανού και περίμενα με την ίδια λαχτάρα να πιάσω στα χέρια μου το πρώτο αντίτυπο της έκδοσης «Είκοσι χιλιάδες λεύγαι υπό τας θαλάσσας» του Ιουλίου Βερν. Δεν πρόλαβε ούτε η Ερατώ να το πιάσει γιατί  οι μυρωδιές των Σμυρναϊκών φαγητών και τα έθιμα της οικογένειας, την έφεραν πίσω στη μεγάλη σάλα. Ίσαμε ελάχιστα μετά τα μεσάνυχτα, και τους κτύπους του μεγάλου ρολογιού της Αγίας Φωτεινής που όλοι βγήκαν έξω για να ξαναμπούν για τα παρατηρήματα και το ποδαρικό της χρονιάς. Άθελα της η Ερατώ έκανε ένα μικρό βηματάκι στο σπίτι με τ’ αριστερό της πόδι και έμεινε το ρόδι στο χέρι  …άσπαστο! Αναποδιές όλα τούτα για τους Σμυρνιούς, κακά σημάδια να γίνονται όλα ανάποδα…

Και περνούσε ο καιρός με ψιθύρους και μισόλογα από τους μεγάλους. Με ιστορίες που συνεχίζονταν να γράφονται από την Ερατώ χωρίς τη βοήθεια της Διδώς και με τον κ. Δαμιανό να υπόσχεται πως κάποτε εκείνος ο ίδιος θα τις εκδώσει…

Ίσαμε εκείνον τον Αύγουστο του ’22 που ο Εμίν, ο τούρκος φίλος της από γεννησιμιού τους,  έφερε μαντάτα δύσκολα στο σπίτι της Ερατούς μαζί με ένα κατακόκκινο τριαντάφυλλο, για δώρο, για να μείνει τούτο το άρωμα για πάντα… Κι ήρθε μετα ο φοβερός Σεπτέμβρης και χάθηκαν όλα τα μεγαλεία, κι οι γειτονιές, τα σπίτια, κι άνθρωποι μαζί… Και ένα καράβι κίνησε για τον Πειραιά με αναμνήσεις, φωτογραφίες και λόγια ειπωμένα κι ανείπωτα…


Κι ένιωσα  και εγώ σαν αν ήμουνα μια μικρή κλωστή χρωματιστή στη ζωή της Ερατώς και της νενές της και όλων τους…

Κι έκλαψα κι εγώ για την Λουκία την κούκλα της Ερατούς που χάθηκε στα νερά του Αιγαίου…

Κι ύστερα περιπλανήθηκα ξανά στη Σμύρνη της γιαγιάς πια Ερατούς που γράψε όλα όσα είχαν δει τα μάτια της κι όλα όσα έζησε η ψυχή της σε βιβλία για τα παιδιά, τα εγγόνια για όλους μας…

Κι ήθελα να ‘ χω γνωρίσει από κοντά την  Πεπούκα, τη χελώνα που άλλαξε όνομα κι έγινε Λουκία σαν την δασκάλα και την πάνινη κούκλα της Ερατούς. Μια ιστορία, σαν επίλογο που ξετυλίγεται  σε εκατό κυκλάκια  στο καβούκι της. Σαν τα εκατό και πλέον χρόνια που΄χει ζήσει. Που κάνει τα μάτια να τρέχουν ασταμάτητα από δάκρυα  χαράς, λύπης, νοσταλγίας, αγάπης, μοναδικής Ιστορία που μπορεί και να΄ναι αληθινή. Είναι σίγουρα ένα ζωντανό κομμάτι από τη Σμύρνη του 22 που έφτασε στον Ταύρο, στην Αθηνά κάποτε κι έζησε  εκεί όλη τη νεότερη ιστορία της Μικρά Ασίας, του ξεσηκωμού, της προσφυγιάς, της Αθήνας, των άλλων πολέμων, της κατοχής και των εκατό χρονών που έχουν περάσει από τότε.

Η Πεπούκα, η Λουκία, η τυφλή χελώνα της προγιαγιάς της Μαριέττας που το όνομα της ήταν Ερατώ. Της προγιαγιάς όλων μας…

 Κι ήη χελώνα κι ήταν εκείνη που ΄χε βρεθει στον πειραιά ακνείς δεν ξέερι πως έφατσε από τη Σμύρνη, κι ηατν εκεινη της προγιαγιάς της Μαριέτας  της  Ερατούς!

Κι εδώ με κόμπο μεγάλο στο δικό μου λαιμό για ένα από τα πιο συγκινητικά βιβλία που έχω διαβάσει, σάς προτρέπω να ψάξετε να βρείτε τούτην την ιστορία και να ζήσετε ένα απίθανο-αληθινό ταξίδι γεμάτο με …όλα!

Η Μαριέττα Κόντου έγραψε ένα υπέροχο βιβλίο που μπορεί και να είναι οικογενειακό κειμήλιο αλλά και για μας πολύτιμη ψηφίδα στη μαύρη ιστορία του ‘22. Μια ιστορία που κλείνει μέσα της πολλές άλλες για να ζήσουμε κι εμείς μαζί με τους ήρωές της την Σμύρνη πριν το 22, να περπατήσουμε δρόμο - δρόμο της, να μπούμε στα μαγαζιά, στα σχολεία, στα καφέ, στα σπίτια της. Να γευτούμε, να ντυθούμε, να ονειρευτούμε, να κάνουμε μαζί το ταξίδι της προσφυγιάς και να φτάσουμε στο σήμερα στην Αθήνα. Ένα βιβλίο με  ιστορίες καθημερινών ανθρώπων που στην ουσία γράφουν την Ιστορία με τα βιώματά τους.

Ένα βιβλίο με συνεχή ροή  που σε συνεπαίρνει, σε ταξιδεύει και νομίζεις πως είσαι εκεί, δίπλα στον κάθε ήρωα και ζείτε την κάθε στιγμή.

Καταπληκτική γραφή που σε γεμίζει εικόνες και συναισθήματα. Ζεις την κάθε πρόταση. Ζωντανεύει τον κάθε δρόμο, σπίτι, γειτονιά, τόπο. Ζεις με τους ήρωες και μυρίζεις παντού τα υπέροχα φαγητά της κυρίας Γαλάτειας. Συνειδητοποιείς πως εκείνα τα χρόνια πρωτοκυκλοφόρησαν και τα βιβλία του Ιουλίου Βερν στα ελληνικά…

Πως η Διδώ Σωτηρίου ήταν εκεί μαζί με την Ερατώ…

Πολύτιμες οι λέξεις κι οι εικόνες της Μαριέττας Κόντου. Καταπληκτική αφήγηση και συγκλονιστικό το τέλος της ιστορίας. Στέκεται περισσότερο στο πριν την καταστροφή της Σμύρνης δίνοντάς μας τον κοσμοπολιτικό αέρα της πόλης και της εποχής. Μεταφέρει σε μας ήθη, έθιμα, γεγονότα και συμπάσχουμε κάθε στιγμή με τους ήρωές της. Ονειρευόμαστε με την σπιρτάδα, το πείσμα και τα θέλω της Ερατούς. Την υπομονή, την επιμονή, τα οράματά της.  Η Κατερίνα Βερούτσου έχει ντύσει με τις εικόνες της μοναδικά το κείμενο και σε κάθε αλλαγή κεφαλαίου με το στίγμα της. Νοσταλγική εικονογράφηση, ζωντανή κι εκφραστική με παλέτα χρωμάτων που σε βάζουν στο όνειρο…

Ένα βιβλίο κέντημα λέξη προς λέξη, εικόνα στην εικόνα, με χρωματιστές κλώστες δεμένο σαν τα πολύτιμα της ζωής.

Ένα βιβλίο ψυχής για εκείνους τους δικούς μας που χάθηκαν…

Να το ψάξετε οπωσδήποτε  να νιώσετε την αίγλη, την ομορφιά, την συγκίνηση που μόνο μια αξιόλογη γραφή μπορεί να προσφέρει:

Ξεφυλλίστε το εδώ : https://ellinoekdotiki.gr/gr/ekdoseis/i/erato

και αναζητήστε το σε όλα τα βιβλιοπωλεία!

*Ερατώ, Μαριέττα Κόντου, εικ: Κατερίνα Βερούτσου, εκδ. Ελληνοεκδοτική


Δημοσιεύτηκε στις 7 Ιανουαρίου 2023 στο cretalive.gr Εδώ!

Το «Τζιέρι μου, 1922»* … στα Παραμύθια του Σαββάτου!

Της Ελένης Μπετεινάκη

Πάνε τριάντα χρόνια σαν βρέθηκα για πρώτη φορά στην Προύσα…

Με μάγεψε ο τόπος, η διαδρομή! Ανατριχίλα κάθε στιγμή που θυμόμουν ιστορίες που ΄χα διαβάσει. Γλυκάθηκα με τα κάστανα γλυκό κι απόρησα με τούτον τον καρπό πόσα πολλά γλυκίσματα και φαγητά μπορούσε να συντροφέψει. Τα γλυκοπωλεία - Καστανερί μού ήταν άγνωστα ίσαμε τότε…

Δεν θυμάμαι αν  περάσαμε από την Τρίγλια, μπορεί και ναι! Περάσανε τα χρόνια.

Κι ύστερα ήρθε στα χέρια μου το βιβλίο της Φωτεινής Στεφανίδη  κι ένιωσα το ταξίδι της γιαγιάς της σαν να ‘ταν της δικής μου γιαγιάς. Πριν την καταστροφή σ’ αυτήν την κωμόπολή ζούσαν όλοι εκείνοι οι σπουδαίοι άνθρωποι που περιγράφει. Τρίλγια ή Τρίγλεια που λένε πως το όνομά της το πήρε από ένα νοστιμότατο ψάρι, το μπαρμπούνι, στη διάλεκτο της περιοχής. Θύμησες πολλές, εικόνες νοσταλγίας, πίκρας κι ομορφιάς, βιώματα συνυφασμένα με τα έθιμα των καιρών. Η πίκρα της γιαγιάς για το σχολείο που δε την άφησαν να συνεχίσει. Η αγάπη για τον πατέρα κι ο σεβασμός. Κι εκείνα τα βερίκοκα στη γυάλα, μπουκιά και συχώριο. Τι να πεις για το φευγιό και τα εικονίσματα που έμειναν πίσω…


Τα σκουλαρίκια της, ένα κλικ, όσο χρειάζεται να γίνουν οι τρύπες στα αυτιά, ένα κλικ για μια φωτογραφία, ένα κλικ να ‘ρθει το ΄22. Και που δεν ταξίδεψε η γιαγιά! Όχι, για αναψυχή μα για επιβίωση. Πρόσφυγας μια ζωή…

Μικρά Ασία, Βουλγαρία, Ρωσία, Μικρά Ασία και πάλι, Ελλάδα… Και θάλασσες, αχ πόσες θάλασσες πέρασε!

Κι ύστερα το Φωτεινιό σχεδίασε μια φωτογραφία, απίστευτη, σαν εικόνισμα, είπε η γιαγιά όταν  την είδε με όλους μέσα εκτός από τον προπάππο τον Πιλάτο.

Κι ο Πίσμαν – παπάς; Τι ιστορία και τούτη από την Πόλη και τη θάλασσα! Με τις γαρίδες, τα μύδια κι άλλα παράξενα που ‘χε η «συμπεριφορά » του παππά. Έτοιμο και το καινούργιο φαγητό :κριθαράκι, κρεμμύδι, δαφνόφυλλα, ρύζι, αυγά, λάδι και λεμόνι. Κι εκείνα τα πιτάκια με ό,τι περίσσευε… Νιώθω τη μυρωδιά και στα δικά μου ρουθούνια.

Και φτάνουμε σε εκείνες τις πολύτιμες εικόνες που ήρθαν στην Ελλάδα από την Τρίγλια της γιαγιάς : η Αγία Επίσκεψις και η Παντοβασίλισσα. Ο Καβουνίδης ο Καπετάνιος με το πλοίο Βυθινία κατάφερε και τις έσωσε από τον μαύρο Αύγουστο της Καταστροφής…

Ο Νουνός ο Χρυσόστομος ακολουθεί. Και πάλι φαγητά αλλιώτικα με συμβουλές, παραινέσεις και νήματα που βάφονται με κρεμμύδια και ρόδια σαν βράσουν μαζί όλα στην κατσαρόλα…

Κι ύστερα μπήκαν σε εκείνο το τρένο γεμάτο κοπριά, και τα άκρως απαραίτητα, με δυο μπόγους και δέκα βιβλία, το ταξίδι της προσφυγιάς για την Ελλάδα…

Και έτσι έπεσε ο κλήρος για τη Ραφήνα… Και τι δεν έγινε εκεί μέχρι η ζωή να πάρει μπροστά και να γενεί λίγο πιο ανθρώπινη.

Όσο για την μαριδόπιτα, τη σύγχρονη, νιώθω τη γεύση της και στο δικό μου ουρανίσκο…

Κι έτσι έμαθα κι εγώ τι ήταν το πρέπσος… Και θυμήθηκα την δική μου γιαγιά, ξανά!

Λόγος στρωτός που ρέει σαν δροσερό νερό και φέρνει θύμησες και καθαρίζει πληγές, ψυχή και μυαλό. Αφήγηση συγκλονιστική, γεμάτη εικόνες, μυρωδιές και χρώματα άλλων πατρίδων. Ζωές πολλές σαν παραμύθια, οδοιπόρο σε έναν αιώνα που κύλησε με ταξίδια ζωής, επιβίωσης, φτώχιας, χαράς και λύπης…

Δεσμοί, καημοί, ανταμώματα, εξομολογήσεις και πάντα γύρω μια συνταγή γλυκού ή φαγητού. Με το τίποτα να φτιάχνεις πολλά. Με τη στιγμή να ζεις το πάντα. Και να ξορκίζεις το κακό με το να αρχίζεις πάλι από το μηδέν. Να μη βαρυγκωμάς, να δέχεσαι τη ζωή με όσα σου φέρνει. Πλούσιοι άνθρωποι, όχι στην ύλη μα σε συναίσθημα και περίσσευμα ψυχής.

Αυτές οι μαγικές γιαγιάδες του παλιού καιρού. Που τα ήξεραν όλα. Που τα είχαν ζήσει όλα. Που ήταν πάντα εκεί για όλους…

Αυτή ήταν η γιαγιά της Φωτεινής Στεφανίδη που γύρισε …τον κόσμο και οι ιστορίες της, η ζωή της μπήκε σε ένα καλαίσθητο βιβλίο που όσα λόγια κι αν γράψει κάνεις θα είναι λίγα. Τα κείμενα κι οι εικόνες σδικές της. Έργα τέχνης και τα δυό.

Καταθέσεις ψυχής, μνήμες από τις χαμένες πατρίδες. Αφηγήσεις ζωής από την ίδια τη γιαγιά στην δεκαοχτάχρονη εγγονή το καλοκαίρι του 1980. Η γιαγιά της Φωτεινής συμπλήρωνε τότε τα ενενήντα της χρόνια, και επτά μετά, έφυγε από την ζωή…

Το βιβλίο χωρίζεται σε τέσσερα μέρη. Μας περπατούν στο ΠΡΙΝ, το ΤΟΤΕ και το ΜΕΤΑ ( από Πριν, Τότε και Μετά την Μικρασιατική καταστροφή).

 Σο τελευταίο μέρος υπάρχουν «Σημειώσεις και τεκμήρια για πρόσωπα, τόπους και γεγονότα» για μια εποχή που πάντα θα θέλουμε να μάθουμε περισσότερα.

Από τα καλύτερα για εκείνη την περίοδο.

Να σταματήσετε στις εικόνες, ώρα πολύ…

Να βυθιστείτε στην αφήγηση που ζωντανεύει μπροστά σας και είναι σαν να ζείτε κι εσείς την ιστορία…

Να το διαβάστε αργά και σαν πολύτιμο φυλακτό να το κρατήσετε στη βιβλιοθήκη και την ψυχή σας…

Δείτε το εδώ : Τζιέρι μου, 1922, Φωτεινή Στεφανίδη, εκδ. Καλειδοσκόπιο * https://kaleidoscope.gr/el/-/9789604712373-tzieri-mou-1922-711.html


Δημοσιεύτηκε στο Cretalive.gr στις 2 Οκτωβρίου 2022 :εδώ!

Του Τιμίου Σταυρού…στην Απάνω Αγορά των Αρχανών!

Tης Ελένης Μπετεινάκη

Γράφει μια πινακίδα στην είσοδο στο εσωτερικό του μικρού ναού πως χτίστηκε στα 1630 μ.Χ. την περίοδο της Ενετοκρατίας στην Κρήτη. Μονόκλιτη εκκλησία βασιλικού ρυθμού και με λαξευμένο μέσα σε βράχο το ιερό της. Ίχνη φωτιάς που βρέθηκαν πριν μερικά χρόνια κατά τη διάρκεια ανακαίνισής της πιθανολογείται πως είναι μαρτυρία της πυρπόλησης και αυτού του μικρού ναού στη μεγάλη επανάσταση του 1866 την περίοδο της Τουρκοκρατίας.


Το εκκλησάκι του Τιμίου Σταυρού, στην παλιά αγορά των Αρχανών που κάποτε έσφυζε από ζωή, ήταν για μένα ο πιο αγαπημένος παιδότοπος των παιδικών μου χρόνων. Ακριβώς από πάνω έμενε η θεία, η Χρυσή. Ίσαμε ογδόντα  χρονών θα ‘ταν σαν τη γνώρισα. Αδελφή της γιαγιάς μου της Μαρίας Καζαντζάκη – Μπετεινάκη που επειδή δεν την γνώρισα ποτέ, έλεγα την θεία τη Χρυσή, γιαγιά!

Μια φιγούρα απίστευτη, όπως όλες οι γιαγιάδες της παλιά εποχής. Κάτασπρα μακριά μαλλιά, μαζεμένα σε χαμηλό κότσο, ολόχρυσα κρεμαστά σκουλαρίκια από μποτόνια, τεράστια γυαλιά που έκρυβαν καταγάλανα μάτια, σχεδόν κουρασμένα. Φορούσε πάντα  μαύρο φόρεμα που εκείνη την ημέρα της γιορτής του Τιμίου Σταυρού μόνο το αποχωριζόταν με ένα ταγεράκι  γκρι και άσπρο  λουλουδάκι για σχέδιο. Καθόταν πάντα σε μια γωνιά, απέναντι από την εξώπορτα και περίμενε, δεν ξέρω τι και ποιον.

Μιλούσε λίγο και θυμάμαι  πως τα δόντια της ήταν τόσο  αραιά και μεγάλα που με έκαναν πολλές φορές  να  πιστεύω πως ήταν… μάγισσα. Μια σκούπα που κρατούσε και «παράσερνε» την αυλή με είχε σιγουρέψει πως ήταν αληθινή μάγισσα. Μας άφηνε να κάνουμε ότι θέλαμε σ’ αυτήν την αυλή, αρκεί να προσέχαμε τις γλάστρες με τα γεράνια της που ‘χαν όλα τα χρώματα που μπορούσε κάποιος να φανταστεί. Κι εμείς, τα ξαδέλφια μου κι εγώ, κάναμε  τα πάντα… Γιορτή ήταν το παιχνίδι σ’ αυτό το σπίτι…


Σκαρφαλώματα στα τοιχία, στην μεγάλη βερικοκιά, κρυφτό  στα πατητήρια. Ισορροπία  στη σανίδα να περάσουμε στην επάνω ταράτσα, μέχρι και παραστάσεις καραγκιόζη τα βράδια του καλοκαιριού με  είσοδο  ένα πενηνταράκι για τα παιδιά και μια δραχμή για τους μεγάλους. Τις ωραιότερες και μεγαλύτερες φιγούρες καραγκιόζη τις είχε ο Μιχάλης μας και τις κλείδωνε μετά στο ξύλινο αποθηκάκι  κάτω από τη σκάλα που πάλι πίστευα πως εκεί ήταν κρυμμένος κάποιος  αληθινός θησαυρός. Απαγορευόταν η είσοδός μας εκεί κι έτσι οι φαντασιώσεις μας μεγάλωναν!

Δυο τρεις μέρες πριν του Τιμίου Σταυρού δίναμε την τελευταία παράσταση του καλοκαιριού. Έκτος από τον Καραγκιόζη που ΄χε και μουσική υπόκρουση από το «ασύλληπτο» φορητό  πικ απ της εποχής, κάναμε και ακροβατικά νούμερα φορώντας τα μαγιό μας και προσπαθώντας να μιμηθούμε το τσίρκο που συχνά βλέπαμε στην τηλεόραση, στην αγορά, στο μαγαζί του Τσαπίνου!  Είχε κι εκείνη τη γέρικη βερικοκιά που ‘χε κρεμάσει ο θείος Κώστας ένα «σαντζάκι», να κάνουμε κούνια εκ περιτροπής, να φτάσουμε όσο πιο ψηλά γινόταν να… νικήσουμε!


Και φτάναμε στην παραμονή  του Τιμίου Σταυρού, που γινόταν παύση από τα πάντα. Η θεία Χρυσή έβαζε εκείνο το ταγεράκι που σας είπα και κατέβαινε το κατηφορικό δρομάκι να πάει στην εκκλησία. Αυτό πάλι με μπέρδευε λίγο, πίστευε στους Αγίους… Ίσως τελικά να μην ήταν μάγισσα… Δεν θυμάμαι πότε σταμάτησα να το πιστεύω αυτό.

Όμως το καλύτερο απ’ όλα συνέβαινε την ήμερα της μεγάλης γιορτής. Τα πατητήρια της αυλής ξεκουράζονταν, μαζί και το τραντζιστοράκι του θείου Νίκου που ΄ταν κρεμασμένο στη βρύση πάνω από την πέτρινη γούρνα… Δυο μεγάλα πατητήρια ήταν στην άκρη της αυλής. Ένα για τα άσπρα σταφύλια, όπως έλεγε ο πατέρας μου, κι ένα για τα μαύρα. Ακόμα κι ο φίλος μου ο Μένιος, ο γαϊδαράκος του θείου Μανωλάκη, κλειδωνόταν μέσα στην δική του αποθήκη, να μην ακούγονται τα γκαρίσματα, να ενοχλούν τους ανθρώπους που πήγαιναν να τιμήσουν τον «Σπουδαίο Γείτονα» . Ανεβαίναμε κι εμείς στην παλιά Αγορά και καθόμασταν στην μικρή αυλίτσα της εκκλησίας. Στα παρτέρια με  τις γλάστρες γεμάτες βασιλικό και στην πίσω μεριά εκείνο το τεράστιο πεύκο με τα κουκουνάρια που τις καθημερινές ήταν το πιο αγαπημένο σημείο του παιχνιδιού μας. Γιορτινά τα ρούχα, ολοκαίνουργια τα παπούτσια μιας κι ετοιμαζόμασταν για το σχολείο και αναμονή… Μεγάλη αναμονή! Μας νήστευε η μάνα μου εκείνη την ημέρα, σχόλη μεγάλη έλεγε, κανένας μας να μην φάει κρέας. Έτσι κι εμείς περιμέναμε… Ξέραμε πως σαν τελειώνανε όλες οι ψαλμωδίες θα πηγαίναμε στην αυλή της θείας Χρυσής.


Εκεί η αλησμόνητη πολυαγαπημένη επίσης θεία Βαγγελιώ, μαγείρισσα από τις λίγες, είχε ετοιμάσει το καλύτερο πιάτο της μέρας. Καλαμπόκι βραστό, άπειρα κομμάτια, για όλα τα παιδιά και τους μεγάλους. Τούτη η μυρωδιά δεν θα φύγει ποτέ από τη δική μου θύμηση. Θυμάμαι πως μόλις ο παπα-Γιώργης  «έβγαζε» τα Άγια των Αγίων (έτσι έλεγε η μάνα πάντα και  μας προκαλούσε δέος και τρόμο αυτό) έφευγε να πάει να στήσει την κατσαρόλα, να προλάβουμε να τα φάμε ζεστά.

Η πιο λαχταριστή ανάβαση της μικρής ανηφόρας. Η κυρά Ελευθερία, η ψιλικατζού,  άλλη αγαπημένη της ζωής μας, με τα ζαχαρωτά της, έβγαζε την καρέκλα στην εξώπορτα του δικού της σπιτιού και καλημέριζε τους λιγοστούς ανθρώπους που ξαπόσταιναν στο στενό. Και σαν άνοιγε η μεγάλη δίφυλλη πόρτα του σπιτιού  των πολυαγαπημένων θειάδων, δεν κρατιόμασταν με τίποτα.


Η μεγάλη πιατέλα στο τραπέζι του σαλονιού με το πλεκτό τραπεζομάντηλο και μπόλικες χαρτοπετσέτες. Η ωραιότερη στιγμή της μέρας, για να μην πούμε του  καλοκαιριού! Κι έβαζαν πάλι μουσική στο μαγικό πικ απ και γέμιζε η αυλή κόσμο, φωνές, κίτρινα σποράκια καλαμποκιού και  λουκούμια που κερνούσαν όλους όσους μαζεύονταν εκεί…

Αναμνήσεις πια μοναδικές και πολύτιμες.

Όλους τους θυμάμαι μα πιο πολύ την Μάρω μας που έφυγε νωρίς για τη γειτονιά των αγγέλων κι ήξερε πάντα να μας οδηγεί στα όμορφα, στα άγνωστα, στα όνειρα που μου φαίνονταν άπιαστα εκείνα τα χρόνια. Χθες βράδυ ανέβηκα ξανά την μικρή ανηφόρα του στενού του Τιμίου Σταύρου. Τίποτα δεν ήταν το ίδιο. Άκουσα πάλι τις φωνές, μύρισα το καλαμπόκι και το μούστο που κολλούσε στις σόλες των καινούργιων παπουτσιών μας.

Κάθισα στο πεζούλι, το αγαπημένο και κοίταξα γύρω, μήπως ξαναδώ όλους τους ανθρώπους που έφυγαν… Μόνο χαμογελαστά πρόσωπα είδα στη φαντασία μου. Τον κυρ Νίκο, τον Αιγύπτιο, με τα ρολόγια και το καθημερινό του πείραγμα στο «ναϋλάκι» του. Την κυρά Λευτερία που εκείνη την ημέρα κερνούσε πάντα καραμέλες βουτύρου  όλους μας.


Τον θείο Κώστα με το αγέρωχο βήμα και την εφημερίδα παραμάσχαλα. Το ψάθινο καπελάκι του που το βγάζε πάντα σαν περνούσε την εξώπορτα. Την θεία Βαγγελιώ να μαζεύει την αγουρίδα από την μοναδική κληματαριά για το πετιμέζι και τη μουσταλευριά που θα έφτιαχναν την επόμενη μέρα που πάλι θα ξεκινούσε η διαδικασία του πατήματος των σταφυλιών… Η Μάρω μας με την αλογοουρά και τα πολλά βιβλία των μαθηματικών. Η κυρά Ασπασία που δεν μπορούσε καθόλου να περπατήσει. Ο Βασίλης, η Μάνια κι ο πατέρας μου, ο κυρ Γιάννης με ένα τεράστιο χαμόγελο να ανοίγει τα χέρια του να χωθώ στην αγκαλιά του. Να με ανεβάζει στην πλάτη, να παίξουμε τα «λάδια κουρούπια». Και να γελάνε ακόμα κι εκείνα τα καταγάλανα μάτια του.…


Επτά μήνες που λείπεις σήμερα μπαμπά. Του Τιμίου Σταυρού, του αγαπημένου σου!

Κι ύστερα μπήκα στο μικρό εκκλησάκι, που’ ταν η καλύτερη κρυψώνα στο κρυφτό μας τα απογεύματα. Ένα κεράκι για όλους, για την δική τους θύμηση κι ανύψωση.

Πότε δεν ξεχνώ, άλλωστε πώς μπορεί κάποιος να ξεχάσει την ομορφιά της παιδικής ηλικίας και ανθρώπους που χαράχτηκαν βαθιά μέσα του.

Από το ένα και μοναδικό οπωροπωλείο που έμεινε στην παλιά αγορά έψαξα να βρω καλαμπόκια…

Αυτή η μυρωδιά ήταν ακόμα εκεί, διάχυτη στο στενό, σαν τότε…

Χρόνια μας πολλά!

 

Φωτ : Κωνσταντίνος Γριβάκης, Ελένη Μπετεινάκη

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ στις 14 Σεπτεμβρίου 2020 :

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

Ποδαρικό κάθε χρόνο στην τάξη μας κάνει η Χρωματούσα!

Ποδαρικό κάθε χρόνο στην τάξη μας κάνει πάντα η Μάγισσα Χρωματούσα!

🎨🖌
Χθες βράδυ αφού μπήκε πάλι να τσεκάρει τα παραμύθια και να σιγουρεύει πως όλα τα παιδιά πήγαν ήσυχα και όμορφα για ύπνο, ξενύχτησε, να φτιάξει την πιο σωστή απόχρωση του κόκκινου, του κίτρινου και του καφέ. Ήθελε και να βάψει τα φθινοπωρινά μήλα που ΄χε μαζέψει από το περιβόλι του Σιγανού… 🍎🍎🍎

Και σήμερα πρωί πρωί στρογγυλοκάθισε στην παρεούλα και περίμενε με ένα χαμόγελο (κι ένα χασμουρητό πότε πότε) να έρθουν οι καινούργιοι φίλοι της και να μοιραστεί μαζί τους τη χαρά της πρώτης μέρας.
Και αφού συστήθηκε σε όλα τα παιδιά και τους είπε πως από αύριο θα χρωματίζουν μαζί τον κόσμο (την τάξη μας προς το παρόν), τους έμαθε την πιο σπουδαία λέξη της μέρας :
Καλημέρα…
Δυνατή, τραγουδιστή, ψιθυριστή, χρωματιστή, τρελούτσικη, βροντόφωνη, μελένια, με φτερά, με… με… με φαντασία μπόλικη.
Κι ύστερα τους χάρισε κι από ένα μήλο έτσι για καλωσόρισμα …
Για να ξεκινήσει η χρονιά υγιεινά και διαφορετικά!
❤❤💋🧶🎨✏🍎🍎🍎