Το παραμύθι της βροχής

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025

Χίλια καλώς ορίσατε κι ακόμη δυο χιλιάδες, και, καλησπέρα στην αφεντιά σας!

Tης Ελένης Μπετεινάκη* 

Remaining Time-0:00

Fullscreen

Mute

Κάθε χρόνο γράφω για τούτη τη μέρα. Για να θυμάμαι, να θυμίζω, να αγαπώ!

20 Μαρτίου λοιπόν σήμερα κι είναι η Παγκόσμια ημέρα Αφήγησης!

Μια μέρα ξεχωριστή, η σημερινή, για μένα, για τα παραμύθια, για τις μεγάλες αλήθειες της ζωής που ΄ναι κρυμμένες πολλές φορές σε λόγια ανθρώπων που κατέχουν την τέχνη της αφήγησης.

Τριπλή γιορτή, γενέθλιος δική μου μέρα, παγκόσμια ημέρα Αφήγησης και θεάτρου για μικρά παιδιά. Μοιραία σκέφτομαι πως τίποτα στη ζωή μας δεν είναι τυχαίο.

«Υπάρχει τίποτα αληθινότερο από την αλήθεια; Ναι, το παραμύθι. Αυτό δίνει νόημα αθάνατο στην εφήμερη αλήθεια». Νίκος Καζαντζάκης, «Αναφορά στο Γκρέκο»

«Ένας μύθος λέει ότι το παραμύθι είναι πλάσμα ζωντανό που μοιάζει με πουλί. Έχει φτερά και πετά στον τόπο και στο χρόνο. Κάποια στιγμή έρχεται και κάθεται στον ώμο σου κι εσύ τότε  δύο πράγματα μπορείς να κάνεις : Να το διώξεις ή να το αφηγηθείς…»

Μια μεγάλη γιορτή λοιπόν, για όσους αγαπάμε τις ιστορίες, τα παραμύθια, τις διηγήσεις. Μια γιορτή που παραμένει άγνωστη κι ίσως αδιάφορη για τους περισσότερους. Κι όμως, αν κάποιος ρωτήσει  έναν έναν από μας εκεί βαθιά στην ψυχή του αν θα ήθελε να ξανακούσει εκείνες τις ιστορίες που έλεγε τα βράδια των παιδικών μας χρονών η γιαγιά ή ο παππούς, όλοι θα ανατρέξουμε σε όμορφες στιγμές. Όλοι θα σκεφτούμε  με πολύ νοσταλγία εκείνα τα χρόνια. Θυμάμαι κι εγώ, πως κάθε απόγευμα  περιμέναμε να δύσει ο ήλιος, να νυχτώσει, να βγει το πρώτο αστέρι στον ουρανό και να τρέξουμε όλοι κάτω στην αυλή της γιαγιάς και με χίλια παρακάλια, δήθεν, να της ζητήσουμε να αρχίσει τις ιστορίες. Ιστορίες που δεν καλοθυμάμαι πια, αλλά νοσταλγώ τις ώρες εκείνες που όλα ζωντάνευαν και έπαιρναν μια μορφή ξεχωριστή, παρέα με φεγγαρόλουστες νύχτες. Δράκοι, νεράιδες, μάγισσες, βασιλόπουλα, μαγεμένα δάση, πουλιά και λουλούδια γίνονταν  γίγαντες και έφταναν ίσαμε τον ουρανό. Και μύριζε η αυλή αγιόκλημα  και ανακατεύονταν τα αρώματα με τις λέξεις και την ησυχία της νύχτας που διέκοπτε μόνο η φωνή της γιαγιάς κι ένας γκιώνης πότε πότε με την παράξενη δική του φωνή μας δήλωνε την παρουσία του. Εγώ πάλι καθισμένη σε εκείνο το πεζούλι που ήταν ολόασπρο από τον ασβέστη με ένα μικρό μαξιλάρι για προσκέφαλο, άκουγα μαγεμένη ώσπου να με πάρει ο ύπνος…


Και νόμιζα πως σαν τέλειωναν οι ιστορίες, έφευγαν κι ανέβαιναν πάνω ψηλά, γίνονταν αστέρια που έμεναν εκεί και κάθε βράδυ τα πεφταστέρια που κατέβαιναν στη γη γίνονταν παραμύθια! 

Το χειμώνα πάλι μαζευόμασταν γύρω από το μαγκάλι όλοι μαζί κι οι μεγάλοι άρχιζαν τις δικές τους ιστορίες κι όσο  έκαιγε η φωτιά και άναβε η πυρήνα, οι σπίθες που πετιόντουσαν παντού γίνονταν σπόρος έμπνευσης, που τις σκεπάζαμε με ένα αλουμινόχαρτο να μην φύγουν. Και έπαιρναν μορφή και ζωντάνευαν μέσα από τον καπνό, θεόρατα κάστρα και στρατιώτες και πρίγκιπες κι ήταν σαν να τους βλέπαμε. Παραδιδόμασταν στη μαγεία των παραμυθιών που τόσο όμορφα ήξεραν όλοι να διηγούνται, ίσαμε να έρθει εκείνη η γλυκεία νύστα και να κοιμηθούνε αυτοί καλά κι εμείς ακόμα καλύτερα!

Τι είναι όμως η αφήγηση; Εκτός τις εκτενείς διηγήσεις των παππούδων και των γιαγιάδων μας, είναι μια τέχνη που δεν χρειάζεται γνώσεις, παρά μόνο ταλέντο στην ομιλία, στο λόγο και στην έκφραση. Απαιτεί μια ιδιαίτερη ψυχική διάθεση. Χρειάζεται εκείνη την  χαμηλή φωνή που σε καθηλώνει, σε παρασέρνει και σε μεταφέρει σε κόσμους άλλους, φανταστικούς. 

Η αφήγηση είναι παλιά όσο κι ο λόγος. Ιστορίες, μύθοι, θρύλοι, λαϊκά παραμύθια, έχουν μεταφερθεί από γενιά σε γενιά μέσω της προφορικής αφήγησης η οποία συνδέεται με την κοινωνικότητα των ανθρώπων, όταν τα βράδια μαζεύονταν γύρω από τη φωτιά για να διηγηθούν τις εμπειρίες της ημέρας.

Οι παραμυθάδες ή αφηγητάδες ήταν σχεδόν ηλικιωμένοι άνθρωποι και τους βρίσκει κανείς από τα αρχαία χρόνια. Ο Ηρόδοτος για παράδειγμα περιλαμβάνει στην Ιστορία του παραμύθια, ο Αριστοφάνης  αναφέρει τον Φιλέψιο , σαν επαγγελματία παραμυθά και ο Αριστοτέλης αναφέρεται στις περίφημες «τροφούς τε και μητέρας» που έπρεπε να αφηγούνται παραμύθια στα παιδιά. Ο Πλούταρχος και ο Στράβων αναφέρονται στους μύθους σαν τα πιο ευχάριστα ακούσματα των παιδιών. Στην βυζαντινή περίοδο  αν και οι πληροφορίες σχετικά με αυτό το θέμα είναι ελάχιστες, γνωρίζουμε πως υπήρχαν οι μίμοι που διασκέδαζαν τους άρχοντες με ιστορίες. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας πάλι ο ρόλος των παραμυθάδων ήταν πρωταγωνιστικός. Ήταν αυτοί που διέσωσαν και καλλιέργησαν την προφορική παράδοση όχι μόνο στον ελληνικό χώρο αλλά και στην Ανατολή και στη Δύση: «Τα παραμύθια ακούγονταν στα μακρινά ταξίδια των καραβανιών, στα ταξίδια της θάλασσας από ναυτικούς, στα βουνά και στους κάμπους από τσοπάνηδες, σε επίσημες ή απλές συγκεντρώσεις, σε νυχτέρια, στις βεγγέρες κοντά στο παραγώνι του τζακιού, σε σπεροκαθίσματα…»*


Σήμερα σπανίζουν οι άνθρωποι που ξέρουν να διηγούνται παραμύθια ή να πλάθουν δικές τους ιστορίες. Εκείνα τα χρόνια ίσως και να ήταν η ψυχή ενός χωριού, μιας πολιτείας. Άνθρωποι που αισθάνονταν έντονη μέσα τους την ορμή για διήγηση, όπου κι αν βρίσκονταν και συχνά απρόσκλητοι ξεκινούσαν τις διηγήσεις και μάζευαν γύρω τους άγνωστους που τους άκουγαν με προσοχή… Οι αφηγητάδες εκείνων των εποχών δεν ήταν πλούσιοι άνθρωποι. Αφηγούνταν ιστορίες για να βγάλουν το ψωμί τους. Ίσως μάλιστα μερικές φορές να ήταν επαίτες, αλήτες, πλανόδιοι μικροπωλητές, αυτόκλητοι προσκυνητές ή ακόμα και άστεγοι άνθρωποι. Ήταν οι λεγόμενοι περιπλανώμενοι ή λαϊκοί αφηγητάδες που κανόνα η φωνή τους άλλαζε ανάλογα με το φύλο την ηλικία, τον τόπο καταγωγής τους ,το είδος της ιστορίας, το περιεχόμενο και την ώρα της αφήγησης. Είχαν μια αυτοπεποίθηση και ηρεμία τέτοια που αν και κάποιες φορές διηγούνταν φρικώδεις σκηνές ήξεραν να διατηρούν ένα κλίμα εμπιστοσύνης και ασφάλειας. Ας μην ξεχνάμε επίσης πως ένα παραμύθι ακούγεται διαφορετικά, ανάλογα το χρωματισμό και τη χροιά της φωνής. Το ίδιο παραμύθι αλλάζει  όταν λέγεται από τη γιαγιά και ακούγεται αλλιώς όταν λέγεται από τον παππού. Πιο γλυκιά η φωνή της γιαγιάς ενώ είναι πιο τραχιά η φωνή του παππού. Βασικό ρόλο στην αφήγηση παίζουν ακόμα οι κινήσεις των χεριών και η έκφραση του προσώπου. Τα χέρια, βασικό εργαλείο, συμμετέχουν στην πορεία και εξέλιξη μιας ιστορίας, μιλούν δραματοποιούν, διευκρινίζουν γεγονότα, σιωπούν και πανηγυρίζουν.

 Ο αφηγητής δεν ήταν  ηθοποιός, δεν έριχνε  ποτέ το βλέμμα τους στους θαυμαστές του. Πάντα κοίταζε τα χέρια του και τη φωτιά. Τα χέρια που προηγούνταν των λέξεων και την φωτιά που ήταν σαν «αέναη» θάλασσα. Οι αφηγητάδες της φωτιάς, όπως αποκαλούνταν, καθώς μιλούσαν έπαιζαν μαζί της. Έπαιζαν με τη σκιά που σχηματίζονταν στον απέναντι τοίχο. Ήξεραν να αναζωπυρώνουν το κούτσουρο στην πιο δραματική στιγμή του παραμυθιού και να μαζεύουν σιγά σιγά τη  στάχτη σαν μια ιεροτελεστία. Ακολουθούσε μια σιωπή, μια περισυλλογή, βασικό και αυτό χαρακτηριστικό των αφηγητάδων, το να μπορούν να μιλάνε με τον εαυτό τους. Και αυτό γιατί τούτη η δύσκολη τέχνη που κρύβει την «σιωπή των λόγων» έπαιρνε άλλη διάσταση σαν ξεκινούσε το παραμύθι και λέγαν  πως οι καρδιές των παρευρισκομένων χτυπούσαν στον ίδιο ρυθμό.


Λέγανε μάλιστα πως καλός αφηγητής ήταν εκείνος που είχε στόμα γλυκό σαν αλάτι, που αφηγούνταν χωρίς να κάνει μια λέξη λάθος. 

«Το παραμύθι δεν μπορεί να ανθίσει παρά στη μοναξιά…» γι αυτό και οι αφηγητάδες που αναζητούσαν τη γαλήνη ήταν μόνοι ή μοναχικοί άνθρωποι. Όλη αυτή η προφορική παράδοση μετέφερε πλήθος πολιτιστικών στοιχείων και συχνά για να τονίσουν την σπουδαιότητά  της  την παρομοίαζαν με «το λάδι που περιέχει τα λόγια. Αυτό το λάδι δεν εξατμίζεται σαν νερό, αν το  χύσουμε στη γη, θα διακρίνουμε τα ίχνη του και την επόμενη μέρα…» 

Σήμερα λοιπόν η μέρα είναι αφιερωμένη σε όλους εκείνους τους παλιούς παραμυθάδες ή αφηγητές αλλά και στους νεότερους. Είναι η λεγόμενη World Storytelling Day, που γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 20 Μαρτίου.

Η Παγκόσμια Ημέρα Αφήγησης έχει τις ρίζες της στην εκδήλωση αφήγησης Η Ημέρα όλων των Παραμυθάδων, που διοργανώθηκε για πρώτη φορά στη Σουηδία, στις 20 Μαρτίου 1991. Η εκδήλωση αυτή ονομάστηκε “Alla berattares dag” (Όλη την ημέρα παραμυθάδες), έγινε δεκτή με ενθουσιασμό και απέκτησε φανατικούς υποστηρικτές που διέδωσαν την ιδέα. Από εκεί έφτασε μέχρι το Περθ της Αυστραλίας όπου το 1997 αφηγητές συντόνισαν μια μεγάλη Γιορτή των Ιστοριών διάρκειας 5 εβδομάδων. Το 2001 ξεκίνησε το σκανδιναβικό δίκτυο αφήγησης Ratatosk και η εκδήλωση εξαπλώθηκε από τη Σουηδία, στη Νορβηγία, τη Δανία, τη Φινλανδία και τη Λιθουανία. Το 2003, έφτασε μέχρι τον Καναδά και άλλες χώρες, οπότε η εκδήλωση έγινε γνωστή διεθνώς ως Παγκόσμια Ημέρα Αφήγησης. Το 2005 είχε μια σπουδαία κορύφωση στις 20 Μαρτίου με γεγονότα σε 25 χώρες σε 5 ηπείρους. Από τότε, τέτοιου είδους εκδηλώσεις άρχισαν να γίνονται σε πολλά μέρη του κόσμου καθιερώνοντας το θεσμό.

Στην Ελλάδα η Παγκόσμια Ημέρα Αφήγησης γιορτάστηκε για πρώτη φορά το 2010…

Και δυσκόλεψαν πολύ οι εποχές τούτον τον 21ο αιώνα κι η ανάγκη για παραμύθια και ιστορίες είναι μεγαλύτερη από ποτέ .Όσο και αν έχουν μειωθεί οι παραμυθάδες στον κόσμο ολάκαιρο και ειδικότερα στα μέρη μας εξαιτίας της τηλεόρασης, του υπολογιστή, της αποξένωσης των μεγάλων πόλεων, της γενικότερης κατάστασης που ζουν  οι σύγχρονοι άνθρωποι, ας μην ξεχνάμε την σπουδαιότητα  που προσφέρει μέσα στην ίδια την οικογένεια πρώτα και ύστερα στο ευρύτερο μας περιβάλλον η αφήγηση μιας μικρής έστω ιστορίας. Τα οφέλη για ένα μικρό παιδί ειδικότερα, είναι πολλαπλά. Είναι μια ευκαιρία συγκέντρωσης όλων των μελών αλλά και ένας τρόπος μάθησης και ανταλλαγής κάποιες φορές απόψεων  σε χώρους όπως είναι τα σχολεία, τα θέατρα κ.α. που πάνω από όλα προσφέρει την χαρά και την μαγεία της ίδιας της ιστορίας. 

Και αν δεν υπάρχει εκείνο το μαγικό χάρισμα σε μας τους ίδιους,  ας αναζητήσουμε ανθρώπους που το έχουν,  δάσκαλο ή παραμυθά σύγχρονο, γιατί το παραμύθι και ειδικότερη η αφήγηση που έχει αυτήν την μοναδική αμεσότητα με τον άλλο, είναι αναγκαίο συστατικό της ζωής για την καλλιέργεια του λόγου και της φαντασίας. 

Κι ύστερα λένε πως στα παραμύθια κρύβονται όλες οι μεγάλες αλήθειες….

Είναι  παρηγοριά κι ελπίδα κι όπως κάποτε είχε πει ο Νέστορας Μάτσας

«Εν αρχή, λοιπόν το παραμύθι, δίψα κι ανάσα του ανθρώπου , ανάγκη και διέξοδος, ελπίδα και χίμαιρα… Στην πείνα, στο φόβο, στο θάνατο το παραμύθι ρίχνει βάλσαμο, στην πιο σκοτεινή δοκιμασία ρίχνει φως, στα πιο αποπνικτικά τείχη ανοίγει παράθυρο στον ουρανό…».

Κι όσο για μας τους δασκάλους που καλούμαστε όσο κι αν δεν είμαστε καλοί αφηγητές πολύ συχνά να πούμε ιστορίες, ας το κάνουμε όσο πιο συχνά γίνεται, γιατί έχουμε τούτο το εύπλαστο ακροατήριο αλλά και  το μαγικό εφόδιο διάδοσης της γνώσης και της χαράς, κι ας θυμηθούμε μια  σύγχρονη συγγραφέα παιδικών βιβλίων που είχε επίσης πει

«Το καλύτερο μάθημα γίνεται με τα παραμύθια!

 Σ΄αυτό συμφωνούν όλοι οι παιδαγωγοί του κόσμου.»(Γαλάτεια  Σουρελή)

Χρόνια πολλά λοιπόν στους αφηγητές, χρόνια πολλά στις ιστορίες και τα παραμύθια!

 

ΠΗΓΕΣ: 

* Βασίλης Αναγνωστόπουλος, Κώστας Λιάπης, Λαϊκό παραμύθια και παραμυθάδες στην Ελλάδα, εκδ. Καστανιώτης

Ζορζ Ζαν,Η δύναμη των παραμυθιών, , εκδ. Καστανιώτης 

Β.Δ. Αναγνωστόπουλος,Τέχνη και Τεχνική του Παραμυθιού, εκδ. Καστανιώτης

Γαλάτεια Σουρελή, Ελάτε να διαβάσουμε παραμύθια, εκδ. Ψυχογιός

Μπρούνο Μπετελχαϊμ, Η γοητεία των παραμυθιών, εκδ. Γλάρος

Πάολα Σανταγκοστίνο, Πώς να διηγούμαστε ένα παραμύθι, εκδ. Καστανιώτη

Λίλη Λαμπρέλλη, Μικρό αλφαβητάρι αφήγησης, ,εκδ. Πατάκης

http://zhtunteanagnostes.blogspot.gr/ 

https://internationalstoryteller.com/world-storytelling-day/

Οι Αγωνιστές του 1821* από την σειρά : Οι Μεγάλοι…μικροί!

«Να΄τανε το ΄21…στην Ιστορία και τον Πολιτισμό!»

Γράφει η Ελένη Μπετεινάκη

Ένα μικρό αφιέρωμα στα βιβλία για παιδιά και ενήλικες που αφορούν τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης ίσαμε τα χρόνια της Ανεξαρτησίας του Ελληνικού κράτους. «Τα παραμύθια του Σαββάτου» θα σας παρουσιάζουν σε τακτά χρονικά διαστήματα ό,τι θεωρούν πως αξίζει να το έχουμε όλοι μας…

Ήταν μια φορά κι έναν καιρό κάποιοι άνθρωποι που το όνομα τους γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην Ιστορία και ο θαυμασμός στο πρόσωπό τους θα διαρκέσει ίσως και για μερικούς αιώνες ακόμη. Άνθρωποι της τέχνης και του πολιτισμού, των επιστημών , της πολιτικής, αλλά και απλοί καθημερινή αλλά με ζωή γεμάτη ιδανικά και επιτεύγματα. Άνθρωποι που η πορεία της ζωή τους  φωτίζει ακόμα και σήμερα το δρόμο τους και αποτελούν παράδειγμα για όλους μας. Αυτοί οι Άνθρωποι πριν γίνουν «Μεγάλοι» υπήρξαν παιδιά και αυτό προσπαθεί με  λογοτεχνική γραφή να μας πει η Αγγελική Δαρλάση για τούς Μεγάλους Ήρωες του 1821….

Θόδωρος Κολοκοτρώνης…

Στα δώδεκα χρόνια του έπρεπε να συμπεριφέρεται σαν προστάτης της οικογένειας. Έζεψε το γαιδουράκο του με ξύλα για να βρεθεί στην Τριπολιτσά, να τα πουλήσει για λίγο αλεύρι μήπως και χορτάσουν με ψωμί την πείνα τους. Κι εκεί στη διαδρομή ένα χαστούκι από τούρκικο χέρι που θα του πληγώσει την περηφάνεια, θα τον αντρώσει ακόμα πιο πολύ και θα ορκιστεί στη μάνα του πως μόνο αλλιώς θα  ξαναέμπαινε στην Τριπολιτσά…


Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα…

Τον πατέρα της τον έλεγαν Σταυριανό Πινότση και την μάνα της Σκεύω. Την γέννησε μέσα στην φυλακή της Κωνσταντινούπολης σαν πήγε να δει τον άνδρα της που τον είχα συλλάβει οι Τούρκοι για τη συμμετοχή του στα Ορλωφικά. Κι ύστερα έμεινε ορφανή μέχρι που η μάνα της ξαναπαντρεύτηκε λίγα χρόνια μετά κι απόκτησε αλλά δυο αδέλφια. Η Λασκαρίνα ήθελε να γίνει καπετάνιος, όμως αυτό δεν ήταν σύμφωνο με τα ήθη της εποχής. Μπορούσε μόνο να παντρευτεί καπετάνιο και τότε θα μπορούσαν να την προσφωνούν καπετάνισσα.  Όμως δεν πτοήθηκε με τα λεγόμενα των πολλών και μόλις στα δεκατρία της χρόνια οδήγησε  μια βάρκα με τα αδέλφια της κόντρα στον καιρό και κατάφερε να την κουμαντάρει και να τους σώσει όλους. Κι όλα αυτά για ένα στοίχημα…


Γιώργης Καραϊσκάκης

Ο Γιώργης ήτανε γιος του Δημήτρη Ίσκου ή Καραΐσκου και μιας γυναίκας που φορούσε πάντα ένα ράσο. Κι οι δυο τον αφήσαν μωρό  μονάχο του από ντροπή ή φτώχεια, κάνεις δεν ξέρει. Τσομπανόπουλο έγινε αλλά τον κακομεταχειριζόταν ο τσέλιγκας τόσο που μια μέρα έφτασε ο κόμπος στο χτένι. Αντιστάθηκε, του ΄σπάσε την μαγκούρα κι ύστερα πήρε μια πέτρα να τού την πετάξει. Δεν έφταιγε ο Γιώργης για την μοίρα του. Για την αποστροφή που του ‘χαν όλοι. Έβριζε πολύ για να κρύψει το παράπονο και την μοναξιά του.Κι ήταν μόνο δώδεκα χρόνων…



Κωνσταντίνος Κανάρης

Ορφανός από πάτερα από πολύ μικρή ηλικία κι ο Κωνσταντής. Προστάτης του η μάνα κι ο θείος Δημήτρης Μπουρέκας ,καπετάνιος. Κι ο μικρός Κωνσταντής θέλει να μπαρκάρει κι αυτός. Και ας μην το θέλει η μάνα. Θα προσπαθήσει να φύγει κρυφά με ένα μπόγο στην πλάτη να μπει σε εκείνο το μπρίκι που νομίζει κανείς πως δεν πλέει στη θάλασσα αλλά πετά….Μόνο που η κυρά Μάρω θα τον καταλάβει και θα τον παραδώσει η ίδια στον Καπετάν Δημήτρη…  Κι ήταν μόλις δέκα χρονών σαν έγινε το νέο τζόβενο του όμορφου μπρικιού και ποιος ξέρει ίσως κάποτε να γινόταν ο φόβος και ο τρόμος των θαλασσών.

 

Μαντώ Μαυρογένους

Κλεισμένη σε μια ντουλάπα στο γραφείο του πατέρα της και έχοντας καταστρώσει ολόκληρο σχέδιο για να μείνει «μόνη» στο σπίτι θα μάθει όλα όσα συζητούν οι άνδρες για την ανταρσία τη Θεσσαλία. Και θα ορκιστεί πως σαν μεγαλώσει θα πολεμήσει κι εκείνη σαν ήρωας να ελευθερωθεί ο τόπος της… Ήταν μόλις δεκατεσσάρων χρόνων…

 

Πέντε ιστορίες για πέντε ανθρώπους που τα χρόνια της επανάστασης του εικοσιένα λίγο πριν και πολύ μετά,  έπαιξαν μεγάλο ρόλο με την προσωπικότητα και τις πράξεις τους. Συνήθως γνωρίζουμε λίγα για την παιδική ηλικία πολλών Μεγάλων όμως τούτη τη φορά η Αγγελική Δαρλάση με την χαρισματική πένα της μας διηγείται τα μικράτα των Σπουδαίων αυτών Ανθρώπων, σαν παραμύθι. Ζωές που πέρασαν από πολύ δύσκολα και δύσβατα μονοπάτια αλλά που δεν λύγισαν παρά τις συμφορές και τα προβλήματα. Η Αγγελική μας γνωρίζει με πολύ γλαφυρό τρόπο, τα γεγονότα, την τόλμη, το θάρρος, το πείσμα που αποκτήσαν από πολύ μικρά παιδιά, τους λόγους και τα απίστευτα που έζησαν και αποτέλεσαν πιθανόν το έναυσμα για τα όσα σπουδαία έκαναν στην ενήλικη ζωή τους.  

Δεν είναι άλλο ένα βιβλίο για την επανάσταση το πόνημα ης Αγγελικής Δαρλάση. Είναι ιστορίες που συγκινούν, πεισμώνουν και μας οδηγούν να κατανοήσουμε πλήρως την προσωπικότητα αυτών των «Ηρώων». Είναι η παιδική ηλικία η πρώτη μεγάλη και αξέχαστη πατρίδα που μας στιγματίζει σε όλα όσα  σαν ενήλικες θα ζήσουμε. Είναι οι εμπειρίες, οι άνθρωποι που θα συναντήσουμε, τυχαία γεγονότα και συχνά δυσκολίες που πλάθουν χαρακτήρες και δίνουν όλο τους τον εαυτό σε ένα σκοπό, στόχο ή πείσμα.

Διαβάστε το βιβλίο και ίσως καταλάβετε πολλά περισσότερα για τον ρόλο που «έπαιξε» ο  καθένας τους στη εξέλιξη της επανάστασης, την  πορεία της πολιτικής, των μεγάλων πολέμων, καταστάσεων και καταλήξεων  των σπουδαίων αυτών αγωνιστών.

 Η εικονογράφηση του βιβλίου ανήκει στην Σοφία Παπαδοπούλου με έκφραση πολύ ιδιαίτερη και σκίτσα συντροφεύουν επ’ ακριβώς το βιβλίο, την ατμόσφαιρα και την εποχή.

Για παιδιά από 7 χρόνων…

Για να θυμόμαστε όλοι πως τα όνειρα ακόμα και σε πολύ δύσκολες εποχές θα πρέπει να τα κυνηγάμε …

*Οι Αγωνιστές του 1821, Αγγελική Δαρλάση, εικ :Σοφία Παπαδοπούλου, εκδ Μεταίχμιο

Δείτε εδώ ένα μικρό απόσπασμα : https://www.metaixmio.gr/el/products/%CE%BF%CE%B9-%CE%BC%CE%B5%CE%B3%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CE%B9-%CE%BC%CE%B9%CE%BA%CF%81%CE%BF%CE%B9-%CE%BF%CE%B9-%CE%B1%CE%B3%CF%89%CE%BD%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B5%CF%82-%CF%84%CE%BF%CF%85-1821


Δημοσιεύτηκε στις 19 Μαρτίου στο cretalive.gr :https://www.cretalive.gr

 


Δευτέρα 17 Μαρτίου 2025

Ο Χάρτης του Λευτέρη της Κατερίνας Λαγού*…στα Παραμύθια του Σαββάτου!

 


Γράφει η Ελένη Μπετεινάκη**

Ο Χάρτης του Λευτέρη της Κατερίνας Λαγού που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός!

Είναι κάποια βιβλία που σαν έρθουν να σε βρουν δεν θες να τελειώσουν ποτέ κι επειδή αυτό δεν γίνεται, τα διαβάζεις ξανά και ξανά μέχρι που τα παίρνεις μαζί σε κάποιες διαδρομές που ξέρεις πως είναι σαν να τους ανήκουν. Με τον Λευτέρη της Κατερίνας Λαγού κινήσαμε για τα Χανιά, τόπος γέννησης του και πολλών γεγονότων που σημάδεψαν την Κρήτη, την Ελλάδα, τη Μικρά Ασία, την εξέλιξη της Ιστορίας...


Στις Μουρνιές ήταν ο πρώτος μας σταθμός. Στο σπίτι που γεννήθηκε και έφυγε μόλις δυο χρόνων για τη Σύρο και επέστρεψε μεγαλύτερος πια σχεδόν οκτώ χρονών παλικαράκι. Με φόβο άτρομο και με οράματα πολλά να γίνει  θέλησε ο «Λευτέρης ο ελευθερωτής».

Τι σαύρες θέλησε να κάνει κατοικίδια, τι ποντίκια ή άλλα ερπετά ίσα ίσα για να τρομάζει τις αδελφές του! Έξι χρόνια το σπίτι κλειστό γεμάτο αράχνες και βρωμιά, κλεισούρα και Ιστορία που μόλις είχε αρχίσει να γράφεται και να μένει ανεξίτηλη στους πέτρινους κι ασβεστωμένους τοίχους μέχρι τις μέρες μας.

Με ένα οδοιπορικό στα χρόνια της ξενιτιάς στη Σύρα που όλα, όλα θύμιζαν Κρήτη για τους γονείς του Λευτέρη κι έτσι μάθανε τα παιδιά τους να την αγαπούν και να μην την ξεχνούν για κανέναν και τίποτα, ξεκινά το βιβλίο.


Στις Μουρνιές, έκαιγε ο ήλιος, καταμεσήμερο τη μέρα του Δεκαπενταύγουστου που  βρέθηκα εκεί να περπατώ στην Ιστορία. Πήρα μια καρέκλα και κάθισα απέναντι από το σπίτι του Ελευθερίου Βενιζέλου. Άνοιξα το βιβλίο της Κατερίνας κι άρχισα να ζω μαζί του όλα εκείνα τα χρόνια της παιδικής αθωότητας κι ανεμελιάς. Φωνές και γέλια σα να άκουσα, αυστηρές προσταγές από τον πάτερα, και λόγια σταράτα, παρηγορητικά και …κρητικά από την μάνα. Κι υστέρα πήρα το βλέμμα παραπέρα, ψάχνοντας εκείνον τον πλάτανο που ‘θέλε ο Λευτέρης να ανεβεί στην πιο ψηλή του κορφή. Όλοι οι Λευτέρηδες μαζί, κι ήταν πολλοί στο χωριό, τρέχανε να ξεπεράσουν τα όρια τους, μα μόνο εκείνος κι ας τον πληγώνανε τα κλαδιά έφτασε στο πιο ψηλό, στο άπιαστο. Κι ας λέγανε οι γέροντες «Τούτοσες ο διάολος θα μας σκοτώσει τα κοπέλια μας!». Τους είδα κι εγώ που παραμιλούσαν και κρύφτηκα πίσω από τις σελίδες του βιβλίου να μην με δουν που γελούσα σιγανά…


Η οικογένεια απαρτιζόταν από την Μαρία, την Ελένη, την Κατερίνα, την Ευανθία και τον Αγαθοκλή. Τον μεγαλύτερο αδελφό του που στα δυο του χρόνια έπαθε τύφο. Κι είχε μάθει μέσα στην ευγένεια και σε αγκαλιές να ζει ο μικρός Λευτέρης κι όταν σκουρήνανε τα πράγματα στο σχολείο,  σαν να γεννήθηκε και για εκείνον η βία. Με την άγρια συμμορία των Λευκών Βουνών θέλησε να τα βάλει. Έξυπνος πολύ και μεθοδικός κατάφερε πάρα τις μπουνιές, τις τιμωρίες, τα πειράγματα και τους τσακωμούς να κάνει φίλο του παντοτινό τον Κλέαρχο κι ας  τον φώναζε  περιπαίχτηκα Φραγκολεβαντίνο. Ο Βενιζέλος όμως γεννημένος από εκείνη την πάστα ων Κρητικών που δεν λυγάνε στα δύσκολα  έγινε μέντορας και παράδειγμα ανωτερότητας στον νέο του φίλο. Να σκεφτείτε  πως για την εποχή είχε τόσο θράσος - θάρρος που τόλμησε να αυθαδιάσει στον καθηγητή των Γαλλικών και να αποκτήσει διαγωγή «κοσμία». Καταφέρνει και φεύγει για να τελειώσει το Γυμνάσιο στην Αθήνα παρά τις αντιρρήσεις του πάτερα του. Προσπαθούσε να μην μένει χωρίς φανέλα μήπως κι αρρωστήσει. Στην επιστροφή γνωρίζει τον Τάκη, τον σύντροφο της αδελφής του της Κατερίνας και η σαγήνη του πράσινου Χάρτη μπαίνει στη ζωή του ίσαμε την τελευταία του ώρα. Το ό,τι έγινε δικηγόρος το χρωστάει στον κ. Ζηγομαλά, τον Πρόξενο της Ελλάδας που κατάφερε μόνο με τρεις λέξεις να πείσει τον αλύγιστο πάτερά του πως δεν είναι σωστό να παραμείνει έμπορος, ο γιος του. Ο καιρός περνούσε, κατάφερε να γίνει ένας καλός δικηγόρος κι ας το φώναζε ο φίλος του με το παρατσούκλι «χασοδίκης». Ξεχρέωσε όλα τα χρέη του πάτερά του και επιτέλους τον κοίταξε η όμορφη Μαρία, η κόρη του Κατελούζου από τα Χανιά. Ένα μωρό, ο Κυριάκος συμπλήρωσε την ευτυχία τους, όχι όμως για πολύ γιατί μόλις γεννήθηκε κι ο Σοφοκλής, η Μαρία έφυγε από τη ζωή. Το πένθος και η λύπη χαθήκανε μόνο με ένα παράξενο γιατρικό που είχε το όνομα «Φιλοκτήτης».


Ακολουθούν γεγονότα που σημάδεψαν πολύ την Ιστορία της Ελλάδας αλλά γραμμένα τόσο αριστοτεχνικά από την πένα της Κατερίνας Λαγού και με τέτοια ματιά που  νομίζεις πως τα ζεις. Έγιναν στ’ αλήθεια όλα και αφήσαν σημάδια ανεξίτηλα σε πολλές μελλοντικές γενιές  της Χώρας μας. Ο πόλεμος του 1897, ο νυσταγμένος Σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ, οι προστάτες, η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, ο Ύπατος Αρμοστής - ο «Ζαχαρένιος». Μπήκε κι ο «Μεγάλος Πέτρος » στη ζωή του Βενιζέλου κι ήταν αιτία κι αφορμή η συμμορία των Λευκών Βουνών (ο Φούμης, ο Βασίλης, ο Κλέαρχος, οι Λευτέρηδες και ένα νέο μέλος ο Κώστας ο Μάνος) να ξεσηκωθούν…. Ακολούθησε το κίνημα στο Γουδή, κι ο Βενιζέλος πολύ γρήγορα θα γίνει πρωθυπουργό με πρώτο του διευθυντή τον Κλέαρχο. Αυτό με τα στιβάνια στην πρώτη χοροεσπερίδα στην Αθήνα ήταν για μένα η πιο σπουδαία στιγμή της «καθημερινότητας» ενός πρωθυπουργού. Δεν ήταν θέμα γούστου, ήταν μόνο χρημάτων…. Ακολουθεί η «Συντακτική Βουλή». Διλλήματα, γενναίες αποφάσεις, «Αναθεωρητική Βουλή» τελικά, και ένας καταπρασινος χάρτης  που όλο και μεγάλωνε….

Ακολουθεί ο Διχασμός και το φευγιό του Ντίνου του Κουμπάρου, του βασιλιά Νο 2 δηλαδή. Ήρθε όμως ο Ντελής Φουσέκης που αποδείχθηκε πιο έξυπνος και τα μεγάλα όνειρα του Βενιζέλου έφτασαν ίσαμε την Σμύρνη… Κοντέψαν να πρασινίσουν στο Χάρτη τουκαι την Τροία.


Κεμάλ Ατατούρκ, Συνθήκη Σεβρών, απόπειρα δολοφονίας κατά του Βενιζέλου στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λυών, στο Παρίσι, και η Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών οραματίζεται κι ακολουθούν οι εκλογές!

Λίγο πριν το τέλος ο Ελευθέριος Βενιζέλος παντρεύεται για δεύτερη φορά, την Μις Ελέν. Κι ύστερα μίκρυνε ο Χάρτης ο Καταπράσινος κι ήρθε κι εκείνη η συνθήκη της Λοζάνης και η Δίκη των Έξι… Κι ο φοβερός διάλογος του βιβλίου του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ με τον δικό μας τον Λευτέρη τον Ελευθερωτή κλείνει με εκείνο που πάντα συμβούλευε ο πατέρας του τον Λευτεράκη : «Δεν σου έχω πει ότι οι Τούρκοι είναι φίδια; Φαρμακερά. Μόνο να τα κοιμίζεις μπορείς. Αλλά όχι στο κρεββάτι σου…»

Έκλεισα το βιβλίο και κοίταξα απέναντι το γενέθλιο σπίτι του Βενιζέλου. Έκαιγε ο ήλιος και λόγω της ημέρας ήταν όλα κλειστά. Φύγαμε με χίλιες δυο σκέψεις και κατευθυνθήκαμε στο Ακρωτήρι. Ύψιστος φόρος τιμής η επίσκεψη στους Τάφους των Βενιζέλων. Ώρα περισυλλογής, γαλήνης, αξεπέραστης ομορφιάς η θέα…

Αμίλητοι όλοι μας κι εγώ με χίλιες σκέψεις για το βιβλίο, για τη ζωή του μεγάλου Ελευθερίου Βενιζέλου…

Ένα βιβλίο απλά συγκλονιστικό. Μια γραφή που σε γεμίζει εικόνες, Ιστορία, υπερηφάνεια και γνώσεις. Ένα μυθιστόρημα τόσο αληθινό, και τόσο ζωντανό όσο και τα γεγονότα που τόσο περίτεχνα και μοναδικά αναδεικνύει η Κατερίνα Λαγού. Ένα βιβλίο κόσμημα και απαραίτητο για κάθε σπίτι, για κάθε σχολική βιβλιοθήκη. Λογοτεχνία, Ιστορία, Περιπέτεια ζωής και θησαυρός για τα παιδιά η εξιστόρηση τόσο σπουδαίων γεγονότων μάσα από μια τόσο μοναδική γραφή. Χωρίς συναισθηματισμούς ή εμπαθείς απόψεις πλέκεται η μυθιστορία του μεγάλου Εθνάρχη. Ούτε διθύραμβοι, ούτε περιττά σχόλια αναδεικνύεται μια προσωπικότητα μέσα από μικρές ιστορίες που σημάδεψαν τη ζωή και το έργο του.  Θα μπορούσα να γράφω ώρες για τις δικές μου εντυπώσεις όμως είναι τόσες πολλές και τόσα τα συναισθήματα που μου γέννησε τούτη η ανάγνωση( τρεις φορές το διάβασα, κι ήταν λίγες) που θα ΄θελα να βρω καλύτερα έναν τρόπο να πείσω εσάς να το ψάξετε, να το διαβάσετε να το πείτε σε όλους, στα παιδιά μας.

Η Κατερίνα Λαγού έχει στο ενεργητικό της τέσσερα βιβλία που το είναι το ένα καλύτερο από το  άλλο. Δεν ξέρω πιο να ξεχωρίσω για αυτό σας προτρέπω αν θέλετε να μάθετε Νεότερη Ιστορία της Χώρας μας σαν παραμύθι να τα ψάξετε όλα.

Η εικονογράφηση  του βιβλίου από την Πετρούλα Κρίγκου είναι απλά εκπληκτική, επίσης.

*Δείτε εδώ και διαβάστε ένα μικρό απόσπασμα: https://www.psichogios.gr/o-xarths-toy-leyterh.html

Και μπείτε στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας να το παραγγείλετε !

 Δημοσιεύτηκε στο cretalive.gr στις 5 Σεπτεμβρίου 2020 :https://www.cretalive.gr/politismos/o-hartis-toy-leyteri-tis-katerinas-lagoy-sta-paramythia-toy-sabbatoy

 

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2025

Ο «Μεθυστής» του Γιάννη Καλπούζου …στην Κρήτη του 1937 ίσαμε το 1945!

Γράφει η Ελένη Μπετεινάκη

Τρία βράδια, τρία μοναδικά ξενύχτια συντροφιά με καλό κόκκινο κρασί από εκείνα τα δικά μας βαρέλια που ανοίχτηκαν στις 3 του Νοέμβρη, ημέρα αφιερωμένη στον Αϊ Γιώργη το Μεθυστή. Μαζί με το γλυκόπιοτο κρασί, και η  απόλυτη απόλαυση της  ανάγνωσης ενός συγκλονιστικού μυθιστορήματος που είναι γεμάτο Κρήτη, αγώνες, μάχες, κατοχή, φονικά, αντρειοσύνη, Ιστορία και έρωτες.

Ένα μυθιστόρημα του Γιάννη Καλπούζου που φέρει τον τίτλο «Μεθυστής», στα Χώματα της Κρήτης. Ένα προσωνύμιο ή παρατσούκλι, όπως το λέμε εμείς στην Κρήτη, αποδιδόμενο στον κεντρικό ήρωα του βιβλίου, τον Νέστορα.  Κι υπήρξε λόγος που τούτο το όνομα έδωσε τον τίτλο στο βιβλίο:

«Το παρατσούκλι «Μεθυστής» το ‘χε βγάλει ο πάππος του, ο Μιχαλαριάς, που ζούσε στον Κρουσώνα. Άνοιγαν στη γειτονιά τα βαρέλια του κρασιού τον Νοέμβριο του 1918,όταν είδαν τον Νέστορα να σκοτώνει ένα φίδι. Επτά χρονών τότε. Το κάρφωνε στο κεφάλι με σουβλερό και μακρύ ξύλο. «Ίδιος ο Αϊ-Γιώργης ο Μεθυστής! Μόνο τ’ άλογο σου λείπει» έκραξε ο πάππος του κι έκτοτε τον αποκαλούσαν «Μεθυστή». Του ταίριαζε κι ως χαρακτήρας, αφού ρούφαγε δίχως βαρυγκόμιες κάθε σταλαματιά της ζήσης».

Στο βιβλίο περιγράφονται  με μοναδική ακρίβεια, γνώση και εκτεταμένη έρευνα, σημαντικά ιστορικά γεγονότα της περιόδου από το 1937 μέχρι και το 1945 στην Κρήτη. Από την δικτατορία του Μεταξά, την Ιταλική εισβολή, την Γερμανική πολιορκία με έμφαση όπως είναι φυσικό στην πολύνεκρη και αδυσώπητη Μάχη της Κρήτης, αλλά και τα χρόνια της κατοχής. Κι όλα τούτα πλεγμένα με μυθιστορηματικούς ήρωες που θα μπορούσαν να είχαν ζήσει στ αλήθεια, στο Ηράκλειο, στον Κρουσώνα,  στα Χανιά, στα αγέρωχα και δύσβατα βουνά της Κρήτης μας. Ενας ένας οι ήρωες του κουβαλάει στην πλάτη του εκείνο το αντάρτικο αίμα της Κρήτης που ‘χει μέσα του γενιές ολόκληρες σπουδαίων αλλά και καθημερινών ανθρώπων που ύψωσαν το ανάστημα τους εναντίον σε κάθε εισβολέα και κατακτητή για την ελευθερία τους.  Κουβαλούν εκείνο το μοναδικό φιλότιμο του τόπου μου. Εκείνη την κουζουλάδα του Κρητικού που αψηφά κάθε κίνδυνο προκειμένου να σώσει την οικογένεια του ή τον άνθρωπο που του έχει λαβώσει - κλέψει την καρδιά.

Κουβαλάει, δυστυχώς,  ακόμα κι εκείνη την ντροπή του πολέμου κι όλων όσων πρόδωσαν, βασάνισαν, εκμεταλλεύτηκαν  συγκυρίες και ανθρώπους για να πλουτίσουν. Να αναρριχηθούν σε περίοπτες θέσεις, να σώσουν εν τέλει το τομάρι τους.

Ένα βιβλίο που πρέπει να διαβαστεί από όλους τους Έλληνες κι όχι μονάχα από εμάς τους Κρητικούς. Από τα παιδιά μας για να μάθουν αβίαστα την Ιστορία της Κρήτης και της Ελλάδας εν τέλει, εκείνη την σημαντική περίοδο του Β Παγκοσμίου πολέμου στον τόπο μας , με τρόπο αβίαστο, χωρίς διδακτισμούς,  ή μονομερείς αλήθειες, αλλά με ακρίβεια πολλών ιστορικών γεγονότων.

Ποιον από τους ήρωες να πρωτοπιάσω; Τον Νέστορα που κουβαλά την νιότη, την ορμή, τον ηρωισμό της Κρήτης. Ένας απλός νέος που δουλεύει ακούραστα, συνδράμει σε όλη του την οικογένεια, ερωτεύεται και παθιάζεται, αλλά τα γεγονότα και ο πόλεμος τον τσακίζουν χωρίς να τον λυγίσουν και βγάζουν από μέσα του την Πατρίδα, το χρέος, τα ιδανικά. Τραυματίζεται, πέφτει και σηκώνεται, προχώρα, χάνεται, απομακρύνεται όμως αγωνίζεται συνεχώς, με κάθε πολεμοφόδιο για τον τόπο, την οικογένεια, την αγαπημένη του. Δεν σβήνει ο έρωτας ποτέ, η φλόγα της αγάπης, το φυτίλι της παλικαριάς. Θαύμασα τις γυναίκες  Κρήτης. Την Βιολέτα, την Αριάθνη, την αγαπημένη του Νέστορα που πήγε κόντρα στα ήθη της εποχής, στις αντιλήψεις και εναντιώθηκε ακόμα και στον ίδιο της τον πατέρα. Την Καδιανιά, την Κρητικιά Μάνα που δεν κάθεται στιγμή για να προσφέρει, στην καθημερινή βιοπάλη και παλεύει σαν άνδρας, για τα παιδιά, την ζωή την ίδια, για τον συνάνθρωπο. Τον Μιχαλαριά, τον Πάππο του Νέστορα που έχει παράσημα πάνω του όλους τους λεβέντες Κρητικούς της γενιάς του. Ήρωας , καπετάνιος, γνωστή φιγούρα εποχής στα δικά μας μάτια. Σαν όλους τους δικούς μας παππούδες που τον συντροφεύει η υπερηφάνεια, η ντομπροσύνη, ο σεβασμός, το δίκαιο του Αγώνα για την Πατρίδα, την οικογένεια, τον ανήμπορο, τον φτωχό και τελευταίος ο εαυτός του. Ο Μπροστάρης, ο Αρχηγός, ο Βράχος όλων.  

Ο Γιάννης Καλπούζος έχει μελετήσει την Ιστορία μας. Ακόμα κι εκείνους τους θρύλους της πόλη μας, του Μεγάλου μας Κάστρου. Μας θύμισε το μοναδικό «Φανταξό»  του Ντελημάρκου. Μας πήρε από το χέρι και περπατήσαμε στα σοκάκια της πόλης, στις αγορές, το λιμάνι, τα σπίτια της εποχής. Ανακατευτήκαμε με τον κόσμο. Ζωντάνεψαν μέσα μας ανιστορήσεις των δικών μας ανθρώπων. Ξύπνησε η Κρητική ανυπότακτη ψυχή μας. Νιώσαμε την μυρωδιά του πολέμου στα δικά μας χώματα. Καρε καρε, ζήσαμε την κατοχή, τους βομβαρδισμούς, τα καταφύγια, τις οδομαχίες.  Πήραμε μέρος στην Μάχη της Κρήτης, στις ενέδρες, στα σαμποτάζ, στις ανατινάξεις. Περπατήσαμε, πολεμήσαμε, λαβωθήκαμε. Νιώσαμε την φρίκη του διαμελισμού των  σκοτωμένων, την άδικη και ανελέητη σφαγή αμάχων, αθώων και την ελεεινή συμπεριφορά των δωσίλογων.

Οσες φορές μας έμπασε στις φυλακές της Αγυιάς, ένιωθα την παρουσία του δικού μου παππού ανάμεσα στους φυλακισμένους. Άκουσα για μια ακόμα φορά τον Εθνικό Ύμνο από τους μελλοθάνατους στο προαύλιο της φυλακής.  

Μίσησα τον Ντιραβένα, τον καπιτάν Κουρτ. Σαν σκιά βρέθηκα στην ομάδα του Σατανά και με άλλους καπεταναίους της εποχής. Πόσα ονόματα παρέλασαν μπροστά μου! Πόση λεβεντιά Κρήτης;

Το ζεις τούτο βιβλίο. Γίνεσαι ένα με τους ήρωες του…

Όλη η πλοκή, οι περιγραφές, τα γεγονότα κρατούν σε εγρήγορση το μυαλό και την ψυχή. Αδύνατον να σταματήσεις την ανάγνωση. Κι αν το κάνεις θα είναι για να ξεχάσεις ,για πολύ λίγο, τα εγκλήματα που κουβαλά μαζί του ο κάθε Πόλεμος.

Πεντακόσιες ογδόντα δύο σελίδες που θα σας συγκλονίσουν…

«…Ξυπόλυτες αλήθειες και παπουτσωμένα ψέματα. Ανυπόταχτοι, αγωνιστές, σκιαγμένοι, υποκριτές, πολτοποιημένες συνειδήσεις, μίσος, απληστία και αχαριστία.Η ψυχή της γυναίκας που χτυπήθηκε στο αμόνι της άνοιξης και του άντρα στο αμόνι του χειμώνα, ένα ματωμένο κροσσωτό κεφαλομάντιλο κι ο μεγαλύτερος πλούτος της ζωής: Δυο μάτια να σε θωρούν με λαχτάρα…» Από το οπισθόφυλλο.

Το μυθιστόρημα «Μεθυστής», Στα Χώματα της Κρήτης, κυκλοφορεί σε όλα τα βιβλιοπωλεία από τις 7 Μαρτίου του 2025 και από τις εκδόσεις Χάρτινη Πόλη

Η πρώτη του παρουσίαση θα γίνει το Σάββατο 8 Μαρτίου στις 19.00  στο Πολιτιστικό Συνεδριακό Κέντρο Ηρακλείου.

Χίλια καλώς να ανταμώσουμε!

Γιάννη Καλπούζο, το ευχαριστώ είναι δικό μου/μας,  για αυτό το δώρο !

 

Για περισσότερες πληροφορίες: https://www.hartinipoli.gr/el/enilikon/syghroni-elliniki-logotehnia/methystis


Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ στις 8 Μαρτίου 2025 : https://www.patris.gr/author/eleni-mpetinaki/

 

Δευτέρα 3 Μαρτίου 2025

Mind the gap του Λάζαρου Αλεξάκη στο "Ζητούνται Αναγνώστες!"

Γράφει η Ελένη Μπετεινάκη

Το βιβλίο μου τράβηξε την προσοχή κατ’ αρχήν από τον τίτλο.

Στη συνέχεια διάβασα πως είναι διηγήματα. Αυτό για μένα τουλάχιστον σημαίνει πως μπορώ να το διαβάσω με όποια σειρά θέλω. Τελευταίο και βασικό, συγγραφέας του ο Λάζαρος Αλεξάκης. Σίγουρα θα γελούσα πολύ, σκέφτηκα. Θα με παρέσερνε σε άλλους τόπους. Ίσως μια φανταστική βόλτα με μια από τις μηχανές του ή τις κιθάρες του. Ποιος ξέρει…

Κι έτσι ξεκίνησα να διαβάζω με πολλή προσοχή και όσο προχωρούσα ταξίδευα. Ταξίδευα στο χρόνο, σε δικές μου αναμνήσεις, σε πράγματα που ήταν σαν να τα είχα ζήσει κι εγώ. Γέλασα, συγκινήθηκα, πικράθηκα, αναπόλησα, ονειρεύτηκα. Μα πάνω από όλα απόλαυσα όλα εκείνα τα ταξίδια της δικής του ψυχής. Κι ύστερα άρχισα να παρατηρώ τους ήρωες, τους τόπους, τις ζωές του. Τις μικρές λεπτομέρειες που έκαναν την διαφορά. Άλλωστε ο ίδιος ο Αλεξάκης γράφει στον πρόλογό του πως  για πολλά χρονιά, στο περίπτερο ( το τόσο γνωστό σε μας του Ηρακλειώτες) παρατηρούσε πολύ προσεκτικά τους πελάτες του.

Κι έτσι άρχισα να διαβάζω με άλλη ματιά και να  μπαίνω κι εγώ στον ψυχισμό όλων των ηρώων του.

Να συνειδητοποιώ πως αυτοί όλοι οι άνθρωποι που έζησαν τέτοιες ζωές μπορεί και να μην ήταν απλά προϊόντα φαντασίας του συγγραφέα. Είναι ή ήταν άνθρωποι που πιθανόν να έζησαν ή να ζουν στην διπλανή μας πόρτα και που ποτέ δεν τους παρατηρήσαμε, τους προσέξαμε. Που ποτέ δεν ενδιαφερθήκαμε τι έχουν περάσει, πώς έζησαν και τι ακριβώς ένιωθαν, ήθελαν και κατάφεραν στην ζωή τους.

Αλλά ας τα πάρουμε όλα από την αρχή.

Όλα τα διηγήματα είναι σαν μικρές ταινίες. Ξετυλίγονται μπροστά σου κι εσύ άλλοτε σαν θεατής, άλλοτε σαν κομπάρσος, παρακολουθείς ή παίζεις ένα μικρό ρόλο. Ζεις μαζί τους, αγανακτείς, πληγώνεσαι, γελάς, προχωράς, σωπαίνεις.

Το φροντιστήριο του Καζάκη ( δεν θυμάμαι που ακριβώς ήταν) αλλά νομίζω πως ήταν σαν να έβλεπα όλα τα παιδιά να ζουν τις στιγμές τους μαζί με μένα. Να παρατηρούμε μαζί από τα παράθυρα τα «τριμμένα εμπριμέ σεντόνια, την κάθετη ταμπέλα που έπιανε το σιδερένιο καγκελάκι του μπαλκονιού και έγραφε με κεφαλαία γράμματα ΚΑΖΑΚΙS, και μια στενή φέτα ουρανό…». Σαν να καθόμουν κι εγώ στο ίδιο θρανίο με την Δέσποινα, τον Γιάννη. Άκουσα τη μουσική της Αρλέττας. Σχεδίασα συγχορδίες στο πίσω μέρος του τετράδιού του αφηγητή, ενώ βαριόμουν αφόρητα σε όλη τη διάρκεια του μαθήματος. Μεγάλωσα μαζί τους, ακολούθησα τα βήματα και τη ζωή τους. Ερωτεύτηκα, απογοητεύτηκα, έκλαψα, παθιάστηκα και σιγοψιθύρισα κι εγώ εκείνο το «αμπάουτ».

Περπάτησα μαζί με τον Δημήτρη. Κάθισα μαζί του στο παγκάκι. Μελέτησα όλα τα πιθανά σενάρια της ομάδας που ήθελε να στοιχηματίσει. Ένιωσα τον ιδρώτα, τη βροχή, τον ήλιο, να του καταρρακώνουν το πρόσωπο θέλοντας να κρύψουν το μεγάλο ψέμα του, την ντροπή του. Μπήκα ολοκληρωτικά στον ψυχισμό του. Για την «Άντερλεχτ».

Μπήκα στην «Mercedes »,την Μερσέντα, του Χριστόφορου. Εδώ σαν να περπατήσαμε μαζί όλα τους τα χρόνια, όλες τις στιγμές, όλη εκείνη την εποχή, τα σωστά και τα λάθη, τα πάνω και τα κάτω μιας ολόκληρης ζωής. Μια ζωής που σώπαινε, προχωρούσε, ανέβαινε κι άρχισα σιγά σιγά να φθίνει, να χάνεται, να σκορπίζεται... Μαζί με το γάλα από τα χάρτινα κουτιά, να πνίγεται το παράπονο, η μοναξιά, η αχαριστία σε εκείνη την μικρή λευκή λιμνούλα…

Εκείνο το μπακάλικο με πήγε πίσω στο δικό μου χωριό, στην Κάτω Αγορά…

Τα έξι ποτηράκια του λικέρ παιχνίδισαν με τα χρώματα τους και στα δικά μου τα μάτια, τις δικές μου αναμνήσεις. Κρύσταλλα Βοημίας γεμάτα μνήμες, χαμένη νιότη κι ιστορίες χαμένων ερώτων, ανθρώπων, μυρωδιών που έμεινα ανεξίτηλα στη μνήμη. Σαν άρωμα «Κανέλα Βοημίας». Σπαρακτικά ανθρώπινο, συγκινητικό και νοσταλγικό!

Ακολουθούν μικρές διαμαντένιες ιστορίες με άρωμα από «Επαρχία», «Αdidas», ίσαμε εκείνο το καταπληκτικό «Κοτελέ και μοκασίνια». Η περιγραφή του Λάζαρου Αλεξάκη, μοναδική. Έτσι μεγαλώσαμε κι εμείς! Με ένα -δυο νούμερα παραπάνω ή και παρακάτω στα ρούχα και τα παπούτσια. Για να μας κάνουν και την επόμενη χρονιά…Για τις σκόλες και τις γιορτές μόνο! Πόσα συναισθήματα, πόσο γέλιο από τις ατάκες του Λάζαρου!

Σύνολον δεκαπέντε διηγήματα έχει τούτη η συλλογή. Δεκαπέντε ιστορίες που θα μπορούσαν να είναι αληθινές. Γεμάτες περιγραφές, συναίσθημα, γέλιο που εναλλάσσεται με πίκρα και παρατήρηση. Μικρές λεπτομερείς καθημερινότητες των ηρώων του που κάνουν την διαφορά και ξυπνούν στον καθένα μας μοναδικά συναισθήματα.

Ο λόγος του Λάζαρου Αλεξάκη ορμητικός, καθηλωτικός, συγκινησιακός, ζωντανός, σωστά τοποθετημένος σε κάθε περιγραφή, σε κάθε ιστορία του. Κανένα κενό στη ροή. Εικόνες μιας ξεχασμένης εποχής που μπλέκονται στο σήμερα δημιουργώντας μεγάλες συναισθηματικές διακυμάνσεις. Κάπου, σε κάποιο απ’ όλα του τα κείμενα ο αναγνώστης θα αναγνωρίσει κομμάτια της δικής του ζωής.

Το τελευταίο του διήγημα ήταν για μένα από τα πιο ευφυή, σουρεαλιστικά και «άπαιχτα» κείμενα για να μιλήσω στην καθομιλουμένη γλώσσα. Το « Φοντάν» είναι ένας ύμνος, μια σύγχρονη σάτιρα στους επίδοξους νέους συγγραφείς γεμάτο αυτοσαρκασμό, αλήθειες και γέλιο, πολύ γέλιο. Το βιβλίο στα ράφια του σούπερ μάρκετ ή ακόμα καλύτερα στο καλαθάκι της ξανθιάς ή υποψία ξανθιάς αιθέριας ύπαρξης μαζί με το τυρί γκούντα και άλλα εδέσματα …μεγάλη αλήθεια! Διαβάζοντας το θα καταλάβετε γιατί το κείμενο είναι τόσο ξεχωριστό. Για μένα : η αγωνία, ο παραλογισμός της ματαιοδοξίας μας, ο φόβος, η μοναξιά του συγγραφέα, η έμπνευση που καραδοκεί αλλά δεν έρχεται…

Να το ψάξετε οπωσδήποτε. Να ταξιδέψετε στα μικρά αλλά σημαντικά της ζωής. Να εστιάσετε στη χαρά, στην λεπτομέρεια, σε μια διαφορετική οπτική γωνία που όμως θα σας φανεί οικεία.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ και οι δεκαπέντε του ιστορίες διαβάζονται με μια ανάσα!

Ο Λάζαρος Αλεξάκης γεννήθηκε επιτυχώς στο Ηράκλειο της Κρήτης και πέρασε την εφηβική ζωή του προσπαθώντας να δραπετεύσει από αυτό. Σπούδασε Λογοτεχνία, Φιλοσοφία και αργότερα Ψυχολογία στην Αγγλία, όπου βράχηκε αρκετά, φορώντας πάντα λάθος ρούχα. Φρόντισε κατά τη διάρκεια των σπουδών του να έρθει σε επαφή με ένα ευρύ φάσμα επιστημών, κυρίως μπαίνοντας σε λάθος αίθουσες. Εργάζεται ως εκπαιδευτικός στο Ηράκλειο και αρθρογραφεί στο περιοδικό ΜΟΤΟ. Έχει εκδώσει αρκετά μυθιστορήματα, συλλογές διηγημάτων και κόμικς. Γράφει μανιωδώς παντού εκτός από τα σημειωματάριά του, γιατί είναι πολύ όμορφα για να τα χαλάσει.

Λίγα λόγια για το βιβλίο (από το οπισθόφυλλο)

Μια γυναίκα-σκιά γίνεται θάλασσα που πνίγει τους θύτες της. Ένα χαρτάκι με το νούμερο 32 πέφτει στην άκρη κάποιου πεζοδρομίου. Κάποιος περπατάει δεκαπέντε χιλιόμετρα για να καταθέσει ένα δελτίο στο Στοίχημα, μια κίτρινη μπλούζα περιμένει υπομονετικά στη βιτρίνα κάποιου κλειστού καταστήματος και ένας έφηβος ερωτεύεται παράφορα έξι κρυστάλλινα ποτηράκια του λικέρ. Ένας συγγραφέας περνάει διά πυρός και σιδήρου προσπαθώντας να εκπονήσει το μνημειώδες έργο του. Οι ιστορίες των ηρώων αυτού του βιβλίου είναι κάθε άλλο παρά μεγαλειώδεις ή αξιοπρόσεκτες. Εκρηκτικά κωμικές ή βαθιά δραματικές, είναι τα τραγούδια εξουθενωμένων ψυχών, η εύθραυστη ισορροπία τους στο κάγκελο ενός μπαλκονιού και η χαμηλή τους πτήση πάνω από τα συντρίμμια.

 

https://zhtunteanagnostes.blogspot.com/2025/03/mind-gap.html

 

 

 

Όταν κλαίω* …στα Παραμύθια του Σαββάτου!

Γράφει η Ελένη Μπετεινάκη

«Όταν κλαίω…

μια φουρτουνιασμένη θάλασσα πηδά απ΄την καρδιά μου και δύο αλμυρά ποτάμια κυλούν στα μάγουλά μου»

Είναι η πρώτη φράση στο βιβλίο της Λίνας Μουσιώνη. Είναι η πρώτη εικόνα που σε βάζει στην ψυχή, στο συναίσθημα, στη σκέψη.

Αρχίζεις να διαβάζεις προσεκτικά την κάθε λέξη που ΄ναι τόσο ταιριαστά βαλμένη στη θέση της κι έχεις ήδη την εικόνα στο μυαλό σου πριν τη δεις να ζωντανεύει από τα πινέλα  του Χρήστου Κούρτογλου.

Παρομοιώσεις, μεταφορές, θαυμαστικά και λέξεις πολλές γεμάτες με προσωπικές εμπειρίες.

Ένα βιβλίο γραμμένο από έναν άνθρωπο αλλά που αποτυπώνει το συναίσθημα όλων των ανθρώπων του πλανήτη.

Για την Λίνα Μουσιώνη «όταν  κλαίει» το πρόσωπό της μοιάζει με τσαλακωμένη ζωγραφιά. Στα αυτιά της κορνάρουν ίσαμε δέκα φορτηγά και στη μύτη της μπαινοβγαίνει ένας γυμνοσάλιαγκας…

Πως νιώθει;  Να θέλει μόνο να τρυπώσει σε μια ζεστή αγκαλιά. Να κρυφτεί σε μια σκοτεινή σπήλια. Να εξαφανιστεί…

Εσείς;

Όλοι κλαίμε για κάποιον λόγο στη ζωή μας. Ανεξαρτήτου φύλου και ηλικίας αν κάτι μας έχει στεναχωρήσει  ο καλύτερος τρόπος να γαληνέψουμε και να διώξουμε από μέσα μας τη λύπη είναι το κλάμα.

Μικρός ή μεγάλος ο λόγος,  ο πόνος, η χαρά είναι ατομικό βίωμα που τον εκφράζει ο καθένας με τον δικό του τρόπο.

Και τα ζώα κλαίνε μας λέει η Λίνα Μουσιώνη. Με το δικό τους τρόπο, επίσης, αλλά κλαίνε…

Κι ο Ουρανός κλαίει. Το λέμε συχνά στα μικρά παιδιά στο σχολείο. Ψιχάλα, μπόρα, καταιγίδα, χιόνι κι όλα γίνονται γκρίζα. Πάντα όμως ο καιρός αλλάζει και τότε ο ίδιος ουρανός γίνεται γαλάζιος εμφανίζεται το ουράνιο τόξο.

Φέρνει η χαρά δάκρυα στα μάτια; Κλαίω ποτέ από ευτυχία; Κι ο Θυμός πως βρίσκει δρόμο να βγει απ ΄την ψυχή; Πότε γινόμαστε ελαφριοί σαν φτερά. Πότε η γεύση μας εχει την γλύκα της καραμέλας χωρίς να έχει …τίποτα στο στόμα;

Πως κοιτάμε τα πράγματα, τη ζωή, τους ανθρώπους, τον εαυτό μας μετά από τα δάκρυα που λυτρώνουν;

Αλλά το πιο σπουδαίο μήνυμα τούτου του τόσο ποιητικού βιβλίου είναι αυτό: Δεν φοβόμαστε να κλάψουμε, ούτε να μας δουν οι άλλοι να κλαίμε.

Δεν πειράζει αν λυγίσει για λίγο ο εγωισμός, η «δύναμη», η εικόνα μας και δυο δάκρυα κυλήσουν στα μάγουλά μας.

Είναι ζωή, είναι δώρο, αυτό είναι δύναμη,  είναι ηρεμία ψυχής.

Ένα βιβλίο που ακουμπά ένα θέμα ταμπού περισσότερο για τα αγόρια και που με απλό λόγο και εικόνα καταρρίπτει χρόνιες παγιωμένες καταστάσεις.

Ένα βιβλίο για κάθε ηλικία που αποτελεί εργαλείο για γονείς, εκπαιδευτικούς και ψυχολόγους.

Ένα ποίημα – ύμνος στη ζωή, στο συναίσθημα, στο κλάμα που λυτρώνει, ανακουφίζει, λυπάται, αγαπά, χαίρεται και θυμώνει.

Με τον υπέροχο λόγο της Λίνας Μουσιώνη και την πολύχρωμη απλά αλλά σπουδαία εικονογράφηση του Χρήστου Κούρτογλου.

Να το αναζητήσετε στα βιβλιοπωλεία οπωσδήποτε!

Εδώ θα βρείτε προτάσεις  δημιουργικής ανάγνωσης: https://www.metaixmio.gr/el/products/otan-klaio?srsltid=AfmBOoopM2u_6fPjx269D4TknbGXwQqdRdCkkA_Qq8C69DCN6ViJwhli

Ο κύκλος της κατανόησης και το παιχνίδι των δακρύων, τα καλύτερα μου!

*Όταν κλαίω, Λίνα Μουσιώνη, εικ: Χρήστος Κούρτογλου, εκδ. Μεταίχμιο

 Δημοσιεύτηκε στο cretalive.gr στις 1 Μαρίου 2025 : εδώ!

 

Κυριακή 2 Μαρτίου 2025

H ιστορία του χαρταετού!

Επιμέλεια κειμένου : Ελένη Μπετεινάκη

« …Όποιος δεν έπαιξε ποτέ του χαρταετό, δεν κοίταξε όσο χρειάζεται ψηλά. Όποιος δεν ένοιωσε την αντίσταση του μεγάλου σπάγκου, δεν εκατάλαβε την δύναμη του αέρα. Κι όποιος δεν εφώναξε με την ευθύνη και την πρωτοβουλία του παιδιού που βλέπει να κινδυνεύει στο ψηλό μετεώρισμά του ο αετός, δεν ένοιωσε τη χαρά του να τα βγάζεις πέρα μόνος σου με τη Φύση… »   Δημήτριος Λουκάτος.

Η ιστορία του χαρταετού  χάνεται στα βάθη των αιώνων. Είναι η αίσθηση της ελευθερίας, της χαράς και της δύναμης. Είναι το πιο αγαπημένο παιχνίδι για την Καθαρή Δευτέρα. Είναι ένας τρόπος που θέλει  όλη την οικογένεια να συμμετέχει σ αυτήν την πρωτόγνωρη χαρά και ο καθένας να έχει το μέρτικό του στο πέταγμα…

Με μια μικρή αναδρομή στο χρόνο θα δούμε  πως ξεκίνησε η κατασκευή και η ιστορία του χαρταετού.

 
H πιο « παλιά» πληροφορία που υπάρχει για την ύπαρξη του χαρταετού  είναι αυτή του  4ου  αιώνα  π.Χ., όταν ο  μαθηματικός  και  αρχιμηχανικός  Αρχύτας  (440-360 π.Χ.), από  τον  Τάραντα  της  Νότιας  Ιταλίας, καλός  φίλος  του  Πλάτωνα  και  οπαδός  του  Πυθαγόρα, χρησιμοποίησε  στην  αεροδυναμική  του  τον  χαρταετό  και  λέγεται  ότι  ήταν  ο  εφευρέτης  του. Ο  Αρχύτας  θεωρείται  ο  τελευταίος  αλλά  και  ο  σημαντικότερος  των  Πυθαγορείων. Κείμενα  του  Αρχύτα  λένε  ότι  μελέτησε  και  ο  Γαλιλαίος. Υπάρχει και ελληνικό αγγείο της κλασικής εποχής με παράσταση κόρης, η οποία κρατά στα χέρια της μια μικρή λευκή σαΐτα δεμένη με νήμα, έτοιμη να την πετάξει.
Πιθανότατα βέβαια, τα πειράματα ή τα παιχνίδια των Αρχαίων Ελλήνων με τους "αετούς" θα πρέπει να γίνονταν με πανί τουλάχιστον ως το Μεσαίωνα, καθώς η χώρα μας δεν διέθετε σε αφθονία το χαρτί.

Όλα ξεκίνησαν το 1000 π.Χ. στην Κίνα. Ο πρώτος χαρταετός με μορφή δράκου εφόσον είναι και το ιερό σύμβολο της Κίνας, ήταν φτιαγμένος από μετάξι και μπαμπού, από τους φιλόσοφους Mozi και Luban. Κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Χαν, ένας στρατηγός χρησιμοποίησε έναν χαρταετό μ’ έναν ιδιαίτερα έξυπνο και ενδιαφέροντα τρόπο. Προκειμένου να καταλάβει με τον στρατό του ένα παλάτι, έπρεπε να σκάψει ένα υπόγειο τούνελ. Μη γνωρίζοντας, όμως, το μήκος που θα έπρεπε να έχει το τούνελ, πέταξε τον χαρταετό έως πάνω από το παλάτι, κρατώντας την άκρη του νήματος στο σημείο απ όπου θα ξεκινούσε το τούνελ, και έτσι έκανε τους απαραίτητους σχετικούς υπολογισμούς.
Παλαιότερα, στην Κίνα, στην Κορέα και στην Ιαπωνία, πίστευαν ότι οι χαρταετοί είχαν τη δυνατότητα να διώχνουν τα κακά πνεύματα, γι’ αυτό και το πέταγμά τους, ακόμη και σήμερα, προϋποθέτει ολόκληρη τελετουργία. Σύμφωνα με κάποια παράδοση μάλιστα, μια νύχτα ένας Ιάπωνας στρατηγός πέταξε πάνω από το στρατόπεδο των εχθρών του έναν χαρταετό γεμάτο κουδούνια, με αποτέλεσμα οι εχθροί να νομίσουν ότι τους επιτέθηκαν τα κακά πνεύματα και να το βάλουν στα πόδια.
- Ο αυτοκράτορας της Κίνας Γουέν Χσουν έκανε πειράματα πτήσεων με αετούς φτιαγμένους από μπαμπού, χρησιμοποιώντας για επιβάτες τους κρατούμενούς του. Οι τυχεροί που επιζούσαν κέρδιζαν την ελευθερία τους

Μετά ταξίδεψε, στην Κορέα, την Ινδονησία, τη Μαλαισία, στην Ιαπωνία και τα τέλη του 13ου αιώνα από τον Μάρκο Πόλο στη μεσαιωνική Ευρώπη!

Η ιστορία του χαρταετού έχει βαθιές ρίζες στην αρχαία Κίνα ξεπερνώντας τα 2.400 χρόνια ζωής. Αρχικά, βέβαια, υλικό κατασκευής των χαρταετών δεν υπήρξε το χαρτί, αλλά το ξύλο. Οι λαοί της Ανατολής χρησιμοποιούσαν τους χαρταετούς σε μαγικές τελετές, θρησκευτικές εκδηλώσεις και σε τελετουργίες για τον εξορκισμό του κακού. Πίστευαν ότι όσο ψηλότερα ανεβεί ο αετός τόσο πιο τυχεροί θα είναι.
Τα νεότερα χρόνια, πολλές λεπτομέρειες για την παρουσία του χαρταετού στη Γηραιά Ήπειρο έχουμε το 1450 στη Γερμανία και το 1606 στην Ισπανία. Στη δεύτερη περίπτωση, ένας κληρικός αναφέρει στο ημερολόγιό του ότι χρησιμοποιούσαν τον χαρταετό σαν παιχνίδι χαράς την ημέρα του Πάσχα.
Το 1749 ο Σκωτσέζος μετεωρολόγος Alexander χρησιμοποίησε χαρταετούς με θερμόμετρα, προκειμένου να καταγράψει και να μελετήσει τις θερμοκρασιακές μεταβολές σε μεγάλο υψόμετρο.
Το 1752 στην Αμερική ο Βενιαμίν Φραγκλίνος εκτέλεσε το διάσημο πείραμά του, διαπιστώνοντας με τεχνητό αετό τον ηλεκτρισμό της ατμόσφαιρας και του κεραυνού, οπότε και κατασκεύασε το αλεξικέραυνο.
Τα χρόνια 1799-1809, ο σερ George Cayley άρχισε να πειραματίζεται με τους χαρταετούς, προκειμένου να κατασκευάσει μια μηχανή που να έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει ανθρώπους στον αέρα. Και τα κατάφερε. Το 1853 πέτυχε να πετάξει το πρώτο ανεμοπλάνο, που μπόρεσε να σηκώσει το βάρος ενός ατόμου για σαράντα ολόκληρα δευτερόλεπτα.
Το 1833 ένας Βρετανός, αυτή τη φορά, μετεωρολόγος, χρησιμοποίησε τους χαρταετούς για να ανυψώνει ανεμόμετρα, ώστε να καταγράφει και να μελετά τις ταχύτητες των ανέμων στα διάφορα υψόμετρα
Το 1880 ο Αυστραλός Hargrave σχεδίασε έναν τεράστιο αετό για μετεωρολογικές παρατηρήσεις.
Υπάρχει προφορική παράδοση που αγγίζει τα όρια του μύθου, ότι τη μεγάλη γέφυρα του Νιαγάρα την άρχισαν, ρίχνοντας απέναντι με χαρταετό το πρώτο σχοινί.
Μια από τις πιο εντυπωσιακές γιορτές με χαρταετούς που ''χορεύουν'' στους αιθέρες πραγματοποιείται εδώ και χιλιάδες χρόνια στη Βόρεια Ινδία, για την υποδοχή της άνοιξης, με εντυπωσιακές τελετές που έχουν τις ρίζες τους στην ινδουιστική μυθολογία. Για τον ίδιο λόγο, στη Λαχώρη του Πακιστάν κάθε Φεβρουάριο γίνονται πανηγυρικές εκδηλώσεις, που επαναφέρουν στη μνήμη παγανιστικές συνήθειες του παρελθόντος.
Ο Χαρταετός έφθασε στην Ελλάδα πρώτα από τα λιμάνια Ανατολής (Σμύρνη - Χίο -Κωνσταντινούπολη ), τα λιμάνια της Επτανήσου, της Σύρας, των Πατρών και ακολούθησαν τα αστικά κέντρα, όπου μπορούσε κανείς να αγοράσει σπάγκο και χρωματιστό χαρτί. Η κατασκευή ενός χαρταετού σήμερα είναι σχετικά εύκολη υπόθεση καθώς υπάρχουν όλα τα τεχνικά μέσα.
Στην Ελλάδα το πέταγμα του χαρταετού είναι μέρος των εθίμων της Καθαράς Δευτέρας και συγκεκριμένα του υπαίθριου εορτασμού της , τα λεγόμενα κούλουμα. Ο σκελετός των χαρταετών κατασκευάζεται είτε από ελαφρύ ξύλο είτε από πλαστικό, ενώ το μέρος που φέρνει αντίσταση στον αέρα από πλαστικό φύλλο ή χαρτί. Σημαντικά σημεία του χαρταετού για επιτυχημένο πέταγμα είναι: τα ζύγια της καλούμπας, τα ζύγια της ουράς, το μέγεθος της ουράς.

ΠΗΓΕΣ :
istorikathemata.com
ektiesthisi.blogspot.com
« Πασχαλινά και της Άνοιξης»,Λουκάτος Δημήτρης, 1980
Wikipedia.gr
Tvxs.gr








Ο Πρίγκιπας Χαρταετός, Ελένη Μπετεινάκη, εικ: Αιμιλία Κονταίου, εκδ. Ελληνοεκδοτική

Ξεφυλλήστε το εδώ: Χαρταετός! 

Ένα σύγχρονο παραμύθι που μας ταξιδεύει σε παλαιότερα έθιμα και θυμόμαστε πως έφτιαχναν τους παραδοσιακούς χαρταετούς, κάποτε!
Ένα παραμύθι που μιλάει για την εμπιστοσύνη που πρέπει να έχουμε σε αγνώστους. Για τις επιθυμίες και τα όνειρα, για υποσχέσεις και αν πρέπει ή όχι να τηρούνται.
Για την ελευθερία των επιλογών και της σκέψης…
«Ήταν μια φορά κι έναν καιρό, στη μέση ενός απέραντου ωκεανού, ένα μικρό νησί με όνομα παράξενο και κατοίκους μικροσκοπικούς, που όλη μέρα έπαιζαν και τραγουδούσαν και δούλευαν μόνο όταν είχαν κέφι.
Το μικρό νησί του Πηγαινέλα είχε για βασιλιά του τον Γαργαλίτσα τον Πρώτο και βασίλισσα την πανέμορφη Σκανταλιά. Το ζευγάρι είχε κι έναν γιο, τον Χαρταετό, που αγαπούσε πολύ τις περιπέτειες. Το όνειρό του ήταν να ταξιδέψει μακριά από το νησί του, να γνωρίσει καινούρια μέρη κι άλλους ανθρώπους…
Στον δρόμο του, όμως, εμφανίζεται η μάγισσα Χαρβάλω, που του υπόσχεται να τον βοηθήσει, φτάνει να περάσει τρεις δοκιμασίες...