Το παραμύθι της βροχής

Παρασκευή 26 Αυγούστου 2022

Ο τρελός και τα ποιήματα του! Η Ροδιά / Χαλίλ Γκιμπράν!

Κάποτε όταν ζούσα στην καρδιά μιας ροδιάς , άκουσα ένα σπόρο να της λέει :

« Κάποια μέρα θα γίνω δέντρο κι ο αγέρας θα τραγουδάει ανάμεσα στα κλωνιά μου. Ο ήλιος θα χορεύει πάνω στα φύλλα μου και θα΄μαι δυνατό δέντρο  κι όμορφο , στις εποχές όλες μέσα ...»

Ύστερα μίλησε κι άλλος ένας σπόρος κι είπε:
«Όταν ήμουν νιος σαν εσένα είχα κι εγώ τέτοιες απόψεις, μα τώρα που μπορώ να μετρώ και να ζυγίζω τα πράγματα, βλέπω ότι οι ελπίδες μου τρέφονται του κάκου.»

Κι ένας τρίτος σπόρος μίλησε κι αυτός: 
« Δεν βλέπω τίποτα που να προμαντεύει, για εμάς, ένα τόσο μεγαλειώδες μέλλον.»

Κι ένας τέταρτος είπε : «Όμως τι φενάκη θα΄ταν η ζωή μας χωρίς προοπτικές μεγαλοσύνης.»

Είπε ένας πέμπτος : «Γιατί να διαφωνούμε για το τι θα γίνουμε, αφού το τι είμαστε δεν ακούμε καν…»

Κι ο  έκτος απάντησε  «Εκείνο που είμαστε αυτό θα εξακολουθήσουμε να είμαστε…»

Τότε ο έβδομος είπε  :«Έχω τόσο ξεκάθαρη ιδέα για το καθετί πως θα γίνει, μα και να μην μπορώ να τη ντύσω με λέξεις!»

Κι ύστερα ένας όγδοος μίλησε κι ένας ένατος και δέκατος  και μια σειρά από άλλους και δεν μπορούσα να βγάλω άκρη πια, από τις φωνές τους.

Κι έτσι την ίδια μέρα μετακόμισα στην καρδιά μιας κυδωνιάς , εκεί όπου οι σπόροι είναι λιγοστοί και δεν μιλάνε σχεδόν καθόλου…

Χαλίλ Γκιμπράν : Ο τρελός και τα ποιήματα του, Η Ροδιά…

Κυριακή 14 Αυγούστου 2022

Το λένε «δεύτερο Πάσχα» των Ελλήνων κι εμείς απλά λέμε πως είναι «Της Παναγιάς!»

Της Ελένης Μπετεινάκη*

Η Παναγιά το πέλαγο κρατούσε στην ποδιά της

Τη Σίκινο, την Αμοργό και τ’ άλλα τα παιδιά της… «Τα ρω του Έρωτα», Οδυσσέας Ελύτης

Έτσι υμνεί ο ποιητής τη μάννα όλου του κόσμου…

Έτσι την θέλουμε κι εμείς, προστάτιδα όλων. Αν κι ο γενέθλιος τόπος μου δεν έχει θάλασσα είναι για μας η Παναγιά μας είναι σαν «Την  κυρά των αμπελιών, Κυρά μελαχρινή» όπως έγραψε ο  Γιάννης Ρίτσος …

Αρχάνες λένε τον τόπο μου, το ξέρετε πια πόσο τον αγαπώ, τον θαυμάζω, και τον κουβαλάω μαζί μου όπου κι αν βρίσκομαι ή ζω…

Κι είναι γεμάτος θρύλους και παραδόσεις, ιστορίες χαμένες στα βάθη των αιώνων, νεράιδες, ξωτικά, θαύματα. Κι είναι μέρες που γιορτάζει η Μάνα της Χριστιανοσύνης, της Ελλάδας, η Παναγιά μας. Είναι το «Δεύτερο Πάσχα »  όλων μας και η αρχή μιας άλλης μεγάλης αγροτικής γιορτής, τουλάχιστον κάποτε, εκείνη του Τρύγου, της συγκομιδής, των σταφυλιών και του κρασιού…

Στην Παναγία την Φανερωμένη ή Βατιανή των Αρχανών ανηφόρισα τούτο το πρωί!

Άφησα το αυτοκίνητο, στη μικρή πλατεία της Κατσοπρινιάς, ή των «Σκολειών» και περπάτησα ξανά ίσαμε εκείνη την εκκλησιά που για μένα παραμένει σύμβολο μοναδικό από την ώρα σχεδόν που αντίκρισα τον κόσμο…

Η μαγική πλακόστρωτη αυλή ήταν κατάφορτη με γλάστρες βασιλικού, έθιμο που χάνεται στα βάθη των χρόνων. Φέτος πιο πολύ από κάθε άλλη χρονιά. Λένε πως από παλιά οι  νοικοκυρές του χωριού τους φέρνουν  προσφορά στη Χάρη Της, όλη τη διάρκεια του Δεκαπενταύγουστου, για  να την συντροφεύουν  στο μεγάλο Της ταξίδι. Όσο πιο  περιποιημένη είναι η γλάστρα, όσο πιο πολύ φουντώνει ο βασιλικός,  τόσο φαίνεται η  νοικοκυροσύνη της γυναίκας που την έταξε…

Κι εκεί κάτω από την μεγάλη καρυδιά που χρόνια τώρα στέκει αγέρωχη, πότε με τα γυμνά της κλαδιά το χειμώνα, πότε με το πλούσιο φύλλωμα της το καλοκαίρι, δέχεται εκατοντάδες προσκυνητές από όλα τα μέρη του πλανήτη, ξενιτεμένους Αρχανιώτες που η παράδοση θέλει να γεμίζουν τούτες τις μέρα το χωριό, σαν μια επιστροφή στις ρίζες με αφορμή την Χάρη Σου… Παναγία μου!


Μια φράση που όλοι οι άνθρωποι, όλος ο κόσμος που πιστεύει σ΄ Αυτήν, επικαλείται σχεδόν καθημερινά, στα δύσκολα, στον κίνδυνο, στην προσευχή και παρακάλεσή του. Γιορτάζει  η Ελλάδα τούτες τις μέρες,  η Χριστιανοσύνη, κάθε χωριό, κάθε πόλη, κάθε νησί της. Με όποιο όνομα και να εκφωνεί την δική του Παναγία ο κάθε τόπος,έχει τουλάχιστον  μια εκκλησία αφιερωμένη στην Μάννα  όλου του Κόσμου. Γιορτάζουμε την Κοίμηση της  στις 15 του Αυγούστου κι όμως η μέρα δεν είναι πένθιμη. Η ίδια η παράδοση θέλει  την Παναγία να καλεί και να λέει σε όλους του φίλους της, στους Απόστολους και στους συγγενείς  που ήρθαν να την δουν, να μην θρηνήσουν σαν θα φύγει από τα εγκόσμια. Και αφού τους  καθησυχάζει  ξαπλώνει στο κρεβάτι της σαν να θέλει να κοιμηθεί, κι έτσι ...τελειώνει το πέρασμα της από τη Γη.

Μεγαλόχαρη, Φανερωμένη, Γλυκοφιλούσα, Βρεφοκρατούσα, Μαντηλούσα, Δεξιοχερούσα χίλια ονόματα Σου έχουν χαρίσει και ανάλογα με τον τόπο και την εικόνα Σου ένα νέο  γεννιέται  : Αμπελιώτισσα - Περδικολόγισσα  - Φοδελιώτισσα -Μυριοκεφαλίτισσα - Χρυσοσκαλίτισσα  στην Κρήτη, Γιάτρισσα στην Μάνη, Μυρτιδιώτισσα στα Κύθηρα, Καλαμού στην Ξάνθη, Δεκαπεντούσσα στη Σίφνο, Βροντού στη Σαλαμίνα, Ηλιόκαλλη σ΄ όλη την Ελλάδα που λούζεται από το φως του Ήλιου όλο το χρόνο και που το κάλλος της, την ομορφιά της μόνο ο ήλιος θα μπορούσε να ζηλέψει!

Κάθε εκκλησία και μια ιστορία, κάθε εικόνα και μια παράδοση!

Η Παναγία η Φανερωμένη των Αρχανών είναι μια εκκλησία πολύ παλιά. Πρωτοκτίστηκε τον 14ο αιώνα μόνο με ένα κλίτος και ήταν αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Λένε πως υπήρχε το ίδιο κτίσμα όλη την περίοδο της Ενετοκρατίας. Καταστρέφεται ολοσχερώς μαζί με όλες τις κατοικίες γύρω απ ΄ αυτήν και οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την περιοχή για να σωθούν. Επανέρχονται σταδιακά όταν οι Τούρκοι κατακτούν το νησί κι εκεί γύρω στα 1680 αρχίζουν να ξαναφτιάχνουν σπίτια και όσες εκκλησίες τους επέτρεπαν. Η περιοχή που βρισκόταν το μικρό εκκλησάκι είναι ερημωμένη  και με τέτοια βλάστηση από βάτους που παραμένει απλησίαστη. Ωστόσο οι κάτοικοι συνεχίζουν να ξαναφτιάχνουν τα σπίτια τους, να καλλιεργούν  τη γη και να βόσκουν τα πρόβατά τους . Η εκκλησία πρέπει να κτίστηκε κάπου κοντά στα 1690 και μέχρι το 1707. Το πρώτο της κλίτος ήταν και είναι αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου το δεξί κλίτος της σημερινής Παναγίας των Αρχανών.

Και κάπως έτσι ξεκινούν οι ιστορίες, οι παραδόσεις και τα «παραμύθια»

«Ήταν μια νύχτα από κείνες του καλοκαιριού που ύπνος δεν κόλλαγε σε ένα βοσκό Αρχανιώτη στην καταγωγή. Βρίσκονταν πάνω στο Γιούχτα και φύλαγε τα πρόβατά του σαν είδε ένα  φως απέναντι του προς το χωριό. Δεν έδωσε πολύ σημασία  την πρώτη φορά, όμως το φως παρουσιαζόταν κάθε βράδυ όλο και πιο δυνατό και πάντα στο ίδιο μέρος. Η περιέργεια του μεγάλωσε πολύ και σκέφτηκε να το κάνει γνωστό και σε άλλους μην το περάσουν για τρελό. Φοβόταν μήπως λέγανε πως οι Νεράιδες του Αυγούστου και τα Δαιμονικά, οι Δρίμες ή Αλουστίνες,  που πηγαινόρχονταν κοντά στα παλικάρια με σκοπό να τα παραπλανήσουν  και να τους πάρουν τη λαλιά, του΄χαν πάρει και τα δικά του τα μυαλά… Οι σύντροφοί του το είδαν κι αυτοί και η  είδηση για το παράξενο φως διαδόθηκε παντού, σε όλους τους Χριστιανούς της περιοχής. Η πρόσβαση στο συγκεκριμένο σημείο αδύνατη λόγω των αγριόκλαδων και των βάτων που υπήρχαν αλλά και ενός ακόμη πιο σοβαρού προβλήματος. Η περιοχή ανήκε στον Τούρκο Μπέη που ήταν σκληρός, βίαιος και αμίλητος. Κανένας δεν είχε το θάρρος να πάει και να του μιλήσει για οτιδήποτε, πόσο μάλλον για ένα τέτοιο θέμα που συγκρούονταν και με την δική του την Πίστη.

Και τότε η Παναγιά έκανε το θαύμα της!

Ο Μπέης είχε για γυναίκα μια όμορφη ανατολίτισσα που ύστερα από πολλά χρόνια κατάφερε να μείνει έγκυος. Σαν έφτασε  η ώρα του τοκετού τα πράγματα άρχισαν να γίνονται πολύ δύσκολα. Η γέννα δεν πήγαινε καλά και η ανησυχία σε όλο το κονάκι ήταν διάχυτη. Ο  Μπέης έφερε μια μουσουλμάνα μαμή από το Μεγάλο Κάστρο όμως δεν μπόρεσε να κάνει τίποτα. Κείνη τον ενημέρωσε  πως και η γυναίκα του και το παιδί που είχε μέσα της ήταν αδύνατον να σωθούν. Ο Μπέης έπεσε σε μεγάλη στενοχώρια και ανησυχία και τότε ένας Αρχανιώτης υπηρέτης του, του είπε αν ήθελε να ειδοποιούσε την δικιά τους μαμή μήπως και ήξερε τίποτα παραπάνω. Ο Μπέης αν και συλλογίστηκε πολύ μην έχοντας καμία ελπίδα επέτρεψε να φωνάξουν την Χριστιανή γυναίκα…

Η μαμή ήταν μια νέα κοπέλα, ανύπαντρη, έξυπνη πολύ, ευσεβής και πολύ έμπειρη στη δουλειά της. Ήρθε, έκαμε την προσευχή της στην Παναγιά και ξεγέννησε την έγκυο φυσιολογικά καταφέρνοντας να τη σώσει κι αυτή και το υγιέστατο αγοράκι της.

Ο Μπέης ήταν ενθουσιασμένος και είπε στην μαμή πως θα της έδινε ρεγάλο ότι του ζητούσε… Εκείνη σκέφτηκε λίγο και του ζήτησε το μικρό χωράφι με τους βάτους εκεί στην άκρη του χωριού που ήθελαν όλοι οι Χριστιανοί γιατί η πίστη του , του εξήγησε, είχε δώσει σημάδια πως κείνος ο τόπος ήταν αγιασμένος. Ο Μπέης δεν χρειάστηκε να σκεφτεί καθόλου και της το χάρισε μεμιάς να το κάνε ότι εκείνη ήθελε. Η χαρά της κοπέλας ήταν μεγάλη όπως και όλων των Αρχανιωτών. Πήγαν σχεδόν αμέσως εκεί, έσκαψαν και βρήκαν την εικόνα της Παναγιάς ζωγραφισμένη σε πέτρα  η οποία λίγο αργότερα, κτίστηκε σε ειδική κόγχη στο νότιο τμήμα της εκκλησίας στο ίδιο μέρος όπου βρέθηκε. Το όνομα της μαμής ήταν Μαρία Κουτεζοπούλα - Αρχογαροπούλα, και  πρωτοστατούσε σε όλη την διάρκεια των εργασιών. Η χρονολογία που είναι γραμμένη πάνω στην εικόνα, 1707, δείχνει ίσως τότε έγινε η αποπεράτωση, της εκκλησίας.

 Ένα καντήλι ακοίμητο τοποθετήθηκε σιμά της που ανάβει ακόμα και σήμερα!

Όταν οι Τούρκικες αρχές του Μεγάλου Κάστρου έμαθαν πως οι Αρχανιώτες Χριστιανοί άρχισαν να κτίζουν καινούργια εκκλησιά, διέταξαν αμέσως να γκρεμιστεί και επέπληξαν τον Μπέη που τους το είχε επιτρέψει. Εκείνοι συνέχιζαν με την ανοχή του Μπέη μα την τελευταία φόρα αναγκάστηκε και τους  έκοψε το νερό.

Δεν απελπίστηκαν όμως και με τη Χάρη της Παναγιάς άρμεξαν τα πρόβατα και τα κατσίκια τους,  φύλαξαν το γάλα των πρώτων  τριών ημερών και την τέταρτη νύχτα μάλαξαν πηλό με το γάλα και αποτελείωσαν την εκκλησιά.»

Λίγα χρόνια αργότερα προστίθεται το μεσαίο κλίτος, αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Στα 1844, σύμφωνα με επιγραφή που υπάρχει στον βορινό τοίχο της εκκλησίας, ολοκληρώνεται το κτίσιμο με το τρίτο της κλίτος αφιερωμένο στους Άγιους Πάντες, καθώς κι ένας μικρός γυναικωνίτης. Στην μεγάλη επανάσταση του 1866 η εκκλησία λεηλατήθηκε, κάηκε και αποδείξεις αυτής της θηριωδίας φαίνονται πάνω στο μαυρισμένο ξυλόγλυπτο τέμπλο που σώθηκε. Στα 1873 ξαναφτιάχτηκε ότι είχε καταστραφεί από έναν τεχνητή των Μιχάλη Αβρονύκτη, από το Μουχτάρο. Το περίφημο τέμπλο που σώζεται μέχρι σήμερα είναι ένα έργο τέχνης μοναδικής αξίας και ομορφιάς. Λένε μάλιστα πως την ίδια περίοδο που ο Αβρονύχτης έφτιαχνε το τέμπλο ένας εργάτης ο Γεώργιος Παχάκης έκοψε τον βάτο στο μέρος που βρέθηκε η εικόνα της Παναγιάς και που για χάρη Της κτίστηκε όλος ο ναός και ύστερα από λίγες ημέρες πέθανε από μια άγνωστη αρρώστια. Ο μύθος, η παράδοση ήθελε νεκρό όποιον ποτέ προσπαθούσε να τον κόψει ! Εξ αιτίας μάλιστα αυτού του βάτου η εκκλησία πήρε και το όνομα Βατιανή, όχι και τόσο γνωστό στα μέρες μας αλλά υπαρκτό προσωνύμιο. Τέλος να σημειώσουμε πως η  αυλή της χρησιμοποιήθηκε σαν νεκροταφείο περίπου μέχρι τα 1900.

Σήμερα η εκκλησία συγκεντρώνει πλήθος κόσμου όχι μόνο την ημέρα της Παναγιάς αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, μιας και λειτουργεί και εκθεσιακός χώρος πολύτιμων εικόνων, αμφίων, πολλών  ιερών σκευών και βιβλίων. Αποτελεί σύμβολο σε όλη  την Αρχάνα  και μάλιστα τα τελευταία χρόνια, στα 1930, δωρίστηκε από Αρχανιώτες που είχαν μεταναστεύσει στην Αμερική το περίφημο ρολόι της, τοποθετημένο κι αυτό στην αυλή της,  που δεσπόζει, ψηλό, αγέρωχο και μνημείο μιας άλλης εποχής αλλά πάντα νοσταλγικής.

Μόνο το περίφημο καμπαναριό της Παναγιάς μας λείπει τούτες τις μέρες. Ο σεισμός της 27ης Σεπτεμβρίου 2021 το «ταρακούνησε» κι έτσι αφαιρέθηκε από το ναό με σκοπό να επισκευαστεί. Οι εργασίες για ένα πιο σύγχρονο μουσείο στο εσωτερικό της εκκλησίας μας  αρχίζουν αμέσως μετά  την μεγάλη γιορτή και έτσι σύντομα όλα να γίνουν όπως και πριν κ ίσως ακόμα καλύτερα…

Για την ιστορία να σημειώσουμε πως ακριβή ημερομηνία κατασκευής του καμπαναριού δεν βρήκα πουθενά. Σίγουρα μετά τα 1850 και ίσαμε τις αρχές τους 19ου αιώνα…

Πηγές:

Νίκος Χριστινίδης, Η εκκλησία της Παναγίας της Φανερωμένης των Αρχανών, εκδ. Ενορίας Επάνω Αρχανών,1993

Ελένη Μπετεινάκη, Λόγια του αέρα», Ιδιωτική Συλλογή Διηγημάτων, υπό έκδοση

Φωτογραφίες : Ελένη Μπετεινάκη, Κωνσταντίνος Γριβάκης

Δημοσιεύτηκε στο Cretalive.gr στις 14 Αυγούστου 2022 :Εδώ!

Στη Χάρη της Παναγιάς της Βατιανής γέμισε πάλι βασιλικούς η αυλή της εκκλησίας μας!

Της Ελένης Μπετεινάκη

Της Παναγιάς, το Πάσχα του καλοκαιριού!

Κάτω από την μεγάλη καρυδιά κάθισα για μια ακόμα φορά. Στον ίσκιο του πιο αγαπημένου δέντρου των Αρχανών και  χάζευα όλα εκείνα τα θαυμαστά που κατάφεραν να σωθούν, να κυλήσουν ήρεμα κι αργά  μέσα στους αιώνες. Τώρα πια  ξαποσταίνουν πάνω τους τα δικά μας μάτια και χρόνια. Θησαυροί ανεκτίμητοι που συχνά περνούν απαρατήρητοι.

Το καμπαναριό μου λείπει φέτος. Ο μεγάλος σεισμός της 27ης Σεπτεμβρίου 2021, έφερε μικρές καταστροφές στο περίτεχνο και πολύτιμο έργο και αφαιρέθηκε από τους αρμόδιους για συντήρηση και αποκατάσταση. Μύρισα για μια ακόμα φορά και θαύμασα τους  βασιλικούς που κοσμούν την υπέροχη αυλή Της Παναγιάς της Βαστιανής ή Φανερωμένης των Αρχανών. Πλατύφυλλος, σγουρός, αθάνατος μέσα σε γλάστρες, σε πιθάρια, σε καλάθια, είναι πάντα εκεί. Προσφορά στην Παναγιά, συντροφιά της τις μέρες του φευγιού της. Έθιμο που χάνεται στα βάθη των αιώνων και που ξεκίνησε από την διάθεση των νοικοκυράδων να χαρίσουν τούτο το μυρωδικό στη Μάνα όλων μας! Κάθε χρόνο, γλάστρες καταπράσινες γεμίζει ο τόπος, τα παρτέρια, και λένε πως όσο πιο  περιποιημένες είναι, όσο πιο πολύ φουντώνει ο βασιλικός,  τόσο φαίνεται η  καθαρότητα του σπιτιού, της δικής της αυλής της γυναίκας που την έταξε…

=
Ένα κλαδάκι μικρό έκοψα  από μια γλάστρα της αυλής της Παναγιάς μας κι άφησα θύμησες να κυριεύσουν μαζί με τ΄άρωμά του τη μνήμη. Σαν να είδα πάλι τον πατέρα μου, μπροστά στο παγκάρι της εκκλησιάς,  που ζήσε αμέτρητα χρόνια σε εκείνο το στασίδι του επίτροπου, να μου χαμογελά γεμάτος περηφάνια με εκείνο το βλέμμα και γλύκα στο πρόσωπο του, σαν αντικρύζανε τα μάτια του τα δικά μου.

Ακόμα σε θυμούνται οι παλιοί μπαμπά…

Κύριε Νίκο*, πάντα θα σας μνημονεύω τούτες τις μέρες πιο πολύ γιατί χαρίσατε στον τόπο μας θησαυρούς πολύτιμους με την έρευνα και τα γραπτά σας,  όλες τις ιστορίες που κι εμείς αναθυμόμαστε συνεχώς…

Όμως δεν θέλω άλλη συγκίνησε τούτες μέρες. Πολλά γίνανε πάλι κι είναι καλύτερα να θυμηθούμε μια ακόμα ιστορία από εκείνες που ακουμπούν τα όρια του υπερφυσικού, που κάνουν τους ανθρώπους να πιστεύουν στα θάματα. Δυο τρεις  αράδες  θα σας γράψω με το δικό μου τρόπο σαν παραμύθι αληθινό που συνέβη μια φορά κι ένα καιρό.

Πίσω λοιπόν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας θα πάμε πάλι….

Στη εικόνα της Παναγιάς της Γλυκοφιλούσας θα σταματήσω. Τότε  που μια ομάδα Τούρκων θέλησε να την αφανίσει γιατί γνωρίζανε πως την λατρεύανε οι ντόπιοι κι όλο για κείνη ακούγανε στις συζητήσεις των Χριστιανών.  Σαν να τους βλέπω με τις χατζάρες, τα όπλα και τις φουφούλες τις χρωματιστές να ορμούν με φόρα μέσα στην εκκλησιά. Ο πιο νταής κι οξύθυμος φουρκίστηκε για μια στιγμή μ΄όλα τούτα τα στολίδια, τα τάματα και το καθάριο βλέμμα της Παναγιάς και σήκωσε το όπλο του και πυροβόλησε την εικόνα. Η σφαίρα κτύπησε πάνω στο ξύλο αλλά αστραπιαία γύρισε πίσω καρφώθηκε στο στήθος του και τού κόψε το νήμα της ζωής του. Τα χάσανε όλοι τους κι ένας ακόμα πιο τολμηρός έβγαλε το μαχαίρι του και πετώντας το προσπάθησε να το καρφώσει πάνω της.  Όμως εκείνο γύρισε αντίστροφα  και του κόψε το χέρι. Τρομάξαν τότε πολύ οι άλλοι που τους συντρόφευαν κι αρχίσαν να οπισθοχωρούν,  βιαστικοί κι ανταριασμένοι. Άνεμος  σηκώθηκε τότε δυνατός και άξαφνος, και σφάλισε με δύναμη την  πόρτα της εκκλησιάς. Τα ‘ χασαν για μια ακόμη φορά όλοι τους και γονάτισαν μπροστά στην εικόνα, παρακαλώντας την Παναγιά να τους λυπηθεί, να τους αφήσει να φύγουν κι εκείνοι θα έδιναν ότι κρατούσαν πάνω τους για Χάρη Της.  Ανοίξανε τότες οι πόρτες, πήρανε τον νεκρό τους κι εκείνος ο  ψευτοπαλληκαράς με το κομμένο χέρι παραμάσχαλα  και  γίνανε καπνός. Οι ίδιοι είπανε στους Χριστιανούς τι τους συνέβη και τρέξανε οι Αρχανιώτες στην εκκλησιά. Λένε πως αίμα δεν είδαν πουθενά μα το παγκάρι ήταν γεμάτο τούρκικα νομίσματα κι όταν πλησίασαν την εικόνα είδαν το σημείο που κτύπησε η σφαίρα και το μαχαίρι. Δώσαν τα χρήματα να την φτιάξουνε ξανά κι το κομμάτι ξύλο που της πρόσθεσε ένας  τεχνίτης, αν την κοιτάξεις προσεκτικά ακόμα και σήμερα το βλέπεις στο κάτω μέρος της να ξεχωρίζει…


Από τη σκέψη και τις θύμησες με έβγαλε ο ήχος από την  πρώτη καμπανιά του μεγάλου ρολογιού που ΄ναι μνημείο αγέρωχο, πανύψηλο κι αγαπημένο της αυλής και της κωμόπολης μας. Σχέδιο του αείμνηστου μεγάλου Δημήτρη Κυριακού και δωρεά των ξενιτεμένων γυναικών από Αρχανιώτισσες  που μετοίκησαν στην Αμερική στα 1930 περίπου…

Οι επτά κτύποι από ακούστηκαν ρυθμικά, πάλι μου φέραν στο μυαλό τον κυρ Γιάννη, τον πατέρα μου, τη δική του ώρα, τη σχέση του με το χρόνο και τα σκοτάδια…

Όμως είναι μέρα γιορτής η σημερινή. Τα παράλογα της δικής μας ζωής. Η σχέση των ανθρώπων με τη ζωή και το θάνατο. Κι είναι παράξενο πολύ αλλά εμείς γιορτάζουμε την Κοίμηση της Παναγιάς λέγοντας Χρόνια Πολλά!

Ας είναι, έτσι κι αλλιώς κρατάμε πάντα τις παραδόσεις, όπως τα βρήκαμε από τους προγόνους και τα διατηρούμε ευλαβικά, να μην χαθούν…

Τούτο το Πάσχα του καλοκαιριού να το χαρείτε, στις εκκλησίες, στα μικρά εξωκλήσια, στις αυλές, στη μυρωδιά του βασιλικού, στη αγνή γεύση του ευλογημένου άρτου, στα εικονίσματα της Παναγιάς  όπως και αν την αποκαλούν σε κάθε γωνιά της Ελλάδας…

Χρόνια πολλά μαμά!

Χρόνια  πολλά σε όλους μας!


Υ.Γ. Για την ιστορία να σημειώσουμε πως ακριβή ημερομηνία κατασκευής του καμπαναριού της Παναγίας των Αρχανών, δεν βρήκα πουθενά. Σίγουρα μετά τα 1850 και ίσαμε τις αρχές τους 19ου αιώνα…

 

Πηγές:

*Νίκος Χριστινίδης, Η εκκλησία της Παναγίας της Φανερωμένης των Αρχανών, εκδ. Ενορίας Επάνω Αρχανών,1993

Ελένη Μπετεινάκη, Λόγια του αέρα», Ιδιωτική Συλλογή Διηγημάτων, υπό έκδοση

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ στις 13 Αυγούστου 2022 :Εδώ!

Κυριακή 7 Αυγούστου 2022

Τα παραμύθια των Μαλλών ζωντανέψανε και πάλι στο γραφικό χωριό με την Ελένη Μπετεινάκη!

 

Οι Μάλλες είναι ένα χωριό βουνίσιο στην επαρχία της Ιεράπετρας. Περίπου 600 μέτρα υψόμετρο  πάνω από το Λιβυκό πέλαγος. Ένας τόπος γεμάτος θρύλους και παραδόσεις. Με άγρια ομορφιά και αφορμή για πολλές εξερευνήσεις.  Σημείο εκκίνησης προς το πευκόφυτο δάσος του Σελάκανου, το οροπέδιο του Καθαρού και τις πηγές Ρετικού. Με πλούσια ιστορία από τους αρχαίους χρόνους. Λένε οι γραφές πως πριν δυόμιση χιλιάδες χρόνια η αρχαία «Μάλα» ήταν μια αυτόνομη πόλη-κράτος. Ακόμα πως είχε τόση αυτονομία  που εξέδιδε το δικό της νόμισμα, είχε το δικό της στρατό και λάτρευε τους δικούς της ξεχωριστούς θεούς. Στις μέρες μας θεωρείται ένα μεγαλύτερα χωριά της Ανατολικής Κρήτης και «κείτεται» βόρεια της κοιλάδας του ποταμού Σαραντάπηχου. Τη χωρίζουν  28 χλμ. από την Ιεράπετρα και 40 χλμ. από τον Άγιο Νικόλαο.

Στις Μάλλες, λοιπόν, το φημισμένο και γραφικό χωριό της Ιεράπετρας, ζωντάνεψανε τα παραμύθια την περασμένη Τρίτη στις 2 Αυγούστου. Η παράδοση λέει πως είχε  κάποτε τούτος ο τόπος τρανούς παραμυθάδες και ιστορίες που γεννήθηκαν αιώνες πριν και φτάσανε ίσαμε τις μέρες μας.

Η πρόσκληση ήταν για μένα πρόκληση κι ύστερα από μια παρατεταμένη σιωπή δυόμιση χρόνων, λόγω της πανδημίας που όλοι ζήσαμε κι ακόμα καλά κρατεί, τα παραμύθια βρήκαν τον πιο κατάλληλο τόπο. Κι έτσι σε μια γραφική πλατεία, του Αγίου Χαραλάμπους, απάνεμη και πολύ περιποιημένη λίγο πριν βασιλέψει ο ήλιος ξεκινήσαμε τις ιστορίες και τα παραμύθια. 

Μαζευτήκαν πολλά παιδιά, που ΄χαν έρθει να δουν τους δικούς τους λόγω του Αυγουστιάτικου καιρού και μεγάλοι κάθε ηλικίας που με συγκίνησαν με λόγια που έβγαιναν μέσα από την καρδιά τους. Κι όσο περνούσε ή ώρα όλο και μεγάλωνε η παρέα μας…

Η κυρία Ευαγγελία ίσαμε 100 χρονών, όπως μας είπε η ίδια με καλωσόρισε με τραγούδια, μαντινάδες και ιστορίες γιατί όπως χαρακτηριστικά είπε « ζωντανέψατε το χωριό μας!»

Είπαμε, και τι δεν  είπαμε. Παραμύθια για αέρηδες όπως εκείνο του Πρίγκιπα Χαρταετού που ΄χε σαν όνειρο του να "πετάξει"  ψηλά και μακριά αλλά κατάλαβε πως δεν μπορούσε να αποκοπεί από τον τόπο του. Και για μια Πολιτεία Χρυσαφένια είπαμε  που ‘χασε τη χαρά, την ομορφιά και τα πλούτη της μέχρι να καταλάβουν όλοι πως η γη κρύβει όλα τα πολύτιμα του κόσμου και να επιστρέψουν τα χρώματα ξανά…

Οι φωτογραφίες της Εριέτας και του Κωστή δεκάδες και τους ευχαριστώ πολύ που αποτύπωσαν τις μαγικές στιγμές μας.

Εριέτα μου ήταν μεγάλη χαρά για μένα τούτη η βραδιά και σε ευχαριστώ για όλα!
















Τετάρτη 3 Αυγούστου 2022

Χανς Κρίστιαν Άντερσεν…148 χρόνια χωρίς έναν από τους μεγαλύτερους παραμυθάδες του κόσμου ολάκερου!

Της Ελένης Μπετεινάκη*

«Οι περισσότεροι άνθρωποι που θα με ακολουθούν στην κηδεία μου  θα είναι παιδιά γι αυτό θα ήθελα να γράψετε μουσική που θα είναι  κατάλληλη για μικρά βήματα.» Χ.Κ.Άντερσεν

Ήταν 4 Αυγούστου 1875 όταν έφυγε από  τη ζωή ένας από τους μεγαλύτερους παραμυθάδες όλου του κόσμου. Όλοι σχεδόν γνωρίζουμε την ημέρα της γέννησής του στις 2 Απριλίου του 1805, μιας και έχει καθιερωθεί κάθε χρόνο να γιορτάζει εκείνη την ημέρα το παιδικό βιβλίο και τα παραμύθια. Εξίσου σημαντική παραμένει και η μέρα του θανάτου, του κάθε ανθρώπου που συνεχίζει να ζει όσο τον θυμόμαστε. Πόσο μάλλον όταν αν κι  έχουν περάσει 148 χρόνια από τούτη την επέτειο,  τούτος ο άνθρωπος, ο συγγραφέας , ο παραμυθάς δεν έχει σταματήσει να διαβάζεται, να μνημονεύεται  και να υπάρχει στην ψυχή και στο μυαλό χιλιάδων παιδιών σε ολόκληρο τον πλανήτη, μέχρι και σήμερα!
Η ζωή του μοιάζει και αυτή με παραμύθι. Γεννιέται σε μια μικρή πόλη της Δανίας ,την Οντένσε,  σε μια πολύ φτωχική οικογένεια που όμως το ταλέντο του και η ικανότητα να δημιουργεί ιστορίες δεν θα επηρεαστούν από αυτό καθόλου. Από πολύ μικρός γράφει. Γράφει, παίζει, και δημιουργεί ιστορίες και ποιήματα αλλά και κούκλες κουκλοθέατρου.

Λένε πως ήταν ένα περίεργο παιδί με εξαιρετική φαντασία. Πολλές φορές τον έβλεπαν να περπατά στο δρόμο σαν ονειροπαρμένος και το μυαλό του δεν το είχε πουθενά αλλού, παρά μόνο στα ποιήματα και στο διάβασμα. Προσπάθησε άδικα να μάθει την τέχνη του πατέρα του. Ήταν παπουτσής και σαν πέθανε στα 1816 τον άφησε ορφανό, μόλις στα 11 του χρόνια. Η μητέρα του για να αντέξουν την φτώχεια αναγκάζεται να ξαναπαντρευτεί δύο χρόνια αργότερα.  Όταν τέλειωσε το σχολείο των άπορων παιδιών, μπήκε σε ένα ραφτάδικο, για να μάθει την τέχνη, αλλά ούτε και εκεί τα κατάφερε. Ήταν δεκατεσσάρων χρονών, όταν, κυνηγώντας μια καλύτερη τύχη, έφθασε στην Κοπεγχάγη, με μόνη του περιουσία 30 φράγκα με σκοπό να γίνει ηθοποιός. Έδωσε εξετάσεις στη Βασιλική Σχολή θεάτρου, αλλά σύντομα η φωνή του αλλάζει και δεν τον δέχονται να συνεχίσει .
Δεν καταφέρνει ούτε  να ολοκληρώσει τις σπουδές του αλλά πάντα ασχολείται με τη γραφή και την ποίηση. Ο Jonas Collin , διευθυντής του Βασιλικού Θεάτρου νοιώθει μια ιδιαίτερη αδυναμία για αυτόν τον καχεκτικό και πανάσχημο νέο που πείθει τον Βασιλιά Frederick VI να πληρώσει ένα μέρος της εκπαίδευσης του και να συνεχίσει όσο μπορεί τια σπουδές του στο γυμνάσιο.  Στα 1822 αρχίζει να γίνεται γνωστός  αφού εκδίδεται η πρώτη του ιστορία:The Ghost at Palnatoke's Grave και όλοι πια μιλούν για το « νέο αστέρι που γεννιέται». Ακολουθούν αρκετές ιστορίες . Τα παιδιά τον λατρεύουν, οι ιστορίες του αρχίζουν να διαβάζονται παντού. Από το 1835 που ολοκληρώνει το πρώτο του βιβλίο η φήμη και η δόξα δεν τον εγκαταλείπουν ποτέ. Αρχίζει να ταξιδεύει και τα 36 γενέθλια του τα γιορτάζει στην Ελλάδα και συγκεκριμένα πάνω στον Παρθενώνα που τον μαγεύει.

Συνεχίζει να γράφει ποιήματα, τα παραμύθια του γνωρίζουν νέες εκδόσεις.

Τον Ιούνιο του 1847 έρχεται στην Αγγλία και συγκεκριμένα στο Λονδίνο όπου καλεσμένος σε ένα πάρτι της  Κοντέσας του Μπλέσσινγκτον γνωρίζει και συναντά τον Κάρολο Ντίκενς. Σφίγγουν τα χέρια και μαζί συνομιλούν και περπατούν στον κήπο. Πολύ αργότερα θα γράψει στο Ημερολόγιό του: « Είχαμε έρθει μαζί ως την βεράντα . Ήμουν πραγματικά ευτυχισμένος γιατί είχα γνωρίσει από κοντά ένα Άγγλο , εν ζωή,  συγγραφέα και μάλιστα αυτόν που αγαπώ και θαυμάζω περισσότερο …».
 
Δέκα χρόνια αργότερα όταν τον επισκέπτεται ξανά θα απογοητευτεί πολύ γιατί δεν θα τον δεχτεί στο σπίτι του και τότε θα καταλάβει γιατί δεν του απαντούσε στα γράμματα του , αν και ο σεβασμός ανάμεσα τους για την δουλειά του καθενός ήταν αμοιβαίος . Τα θέματα τους ήταν παρόμοια λόγω της βικτωριανής εποχής, της φτώχιας και της εξιδανίκευσης της αθωότητας  της παιδικής ηλικίας. 

Ως το 1867 που η γενέτειρα πόλη του, του χαρίζει το κλειδί της γράφει ασταμάτητα : 

« Η μικρή γοργόνα»,  « οι μαγικές γαλότσες», « Το ασχημόπαπο που έγινε κύκνος», « τα καινούργια ρούχα του Αυτοκράτορα», « Το κοριτσάκι με τα σπίρτα», « Η βασίλισσα του χιονιού»« Η μαγική κασέλα», « Τα κόκκινα παπούτσια », « Η πριγκίπισσα και το μπιζέλι», « Η τοσοδούλα » , « Ο γιός του μπαλωματή», «Το μικρό χριστουγεννιάτικο έλατο», « Ο καπνοκαθαριστής  και η βοσκοπούλα »,  « Ο μολυβένιος στρατιώτης», « οι αγριόκυκνοι» κ.ά. 

Την Άνοιξη του 1872 ενώ κοιμάται πέφτει από το κρεβάτι του και δεν αναρρώνει σχεδόν ποτέ. Χτυπημένος από καρκίνο στο συκώτι λίγο αργότερα, θα αφήσει την τελευταία του πνοή στις 4 Αυγούστου του 1875 και το όνομα του θα συνδεθεί με τα κλασσικά παραμύθια, τον θρύλο και την αγάπη των παιδιών για τα βιβλία σ΄ ολόκληρη τη γη.

Λένε πως λίγο πριν πεθάνει  έμενε στο σπίτι στενών του  φίλων , του τραπεζίτη Moritz Melchior και της συζύγου του και λίγο πριν το τέλος του είχε συμβουλέψει ένα συνθέτη για την μουσική της κηδείας του λέγοντάς του : 

«Οι περισσότεροι άνθρωποι που θα με ακολουθούν στην κηδεία μου  θα είναι παιδιά γι αυτό θα ήθελα να γράψετε μουσική που θα είναι  κατάλληλη για μικρά βήματα …»

Η Δανέζικη  κυβέρνηση είχε ήδη παραγγείλει  ένα τεράστιο άγαλμα που ακόμα και σήμερα κοσμεί την είσοδο του Rosenborg Castle Gardens στην Κοπενχάγη.

Κι όπως πολύ σωστά είχε γράψει ο ίδιος κάποτε, ναι, τώρα… ξέρουμε περισσότερα, ίσως για αυτόν! 

«Σουτ! Αρχίζει το παραμύθι! Όταν τελειώσει, θα ξέρουμε περισσότερα απ΄ότι τώρα…» Χ.Κ.Άντερσεν

ΠΗΓΕΣ :
Wikipedia.org
Hans Christian Andersen: the story of his life and work 1805-75
hcandersen-homepage.dk