Το παραμύθι της βροχής

Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2024

Ήρθε! σας λέω...ήρθε κι ο Γενάρης κι ο Χρόνος κι ο Αι Βασίλης με τα δώρα του!

Της Ελένης Μπετεινάκη*

Ε, λοιπόν τον είδα χθες βράδυ! Τον Άγιο Βασίλη λέω, τον αγαπημένο μας…

Την έστησα στη γωνία του καναπέ, σκεπασμένη με μια καρό κουβέρτα και σχεδόν ακούνητη τον περίμενα. Η φλόγα στο τζάκι λίγο αδύνατη, τα λαμπιόνια στο χριστουγεννιάτικο δέντρο τρεμόσβηναν ρυθμικά κι εγώ…περίμενα!  Όλο το υπόλοιπο σπίτι σκοτεινό, απόλυτη η σιωπή. Την ανάσα μου κράτησα για δευτερόλεπτα γιατί άκουσα έναν γνώριμο ήχο. Εκείνα τα κουδουνάκια, τα μαγικά των ταράνδων… Έστρεψα το βλέμμα μου στην μπαλκονόπορτα κι ένα δυνατό φως που δεν θυμάμαι πόση ώρα κράτησε,  μού έκλεισε τα μάτια…

Κατακόκκινος ήταν, αναψοκονισμένος και χαρούμενος. Τεράστιο το σακούλι, απόρησα πως μπόρεσε χώρεσε εδώ μέσα και πως ήρθε τόσο γρήγορα στο δικό μου σπιτικό, από που μπήκε;


Κι είδα να βγάζει από το σάκο του μια κούκλα με γαλάζιο φόρεμα, γαλάζια μάτια και φιογκάκια στα καστανά της μαλλιά. Ένα φορητό σινεμά σε σχήμα κώνου με μικρές μπομπίνες από παραμυθοταινίες αγαπημένες. Ζωντάνεψε ο Πήτερ Παν, η Τίγκερμπελ, ο Αλαντίν  με το ιπτάμενο χαλί του και το μαγικό λυχνάρι. Στον απέναντι τοίχο κινούνταν όλοι με το γνωστό ήχο της μανιβέλας…Κι ύστερα τράβηξε ένα άλλο πολύτιμο κουτί που ΄χε μέσα ένα μικρό πιανάκι κατάμαυρο με λευκά πλήκτρα… Κι έναν Τυχερούλη, ολορόζ και χαμογελαστό. Έναν κουμπαρά σε σχήμα πάπιας κι εκείνος ροζ χρώμα κι ένα γαλάζιο για τον αδελφό μου. Κι ύστερα το πιο μαγικό απ’ όλα. Ένα τρενάκι τηλεκατευθυνόμενο με μεγάλες μπαταρίες κι ένα μοχλό και καλώδιο. Κι ένα αστυνομικό αυτοκίνητο που αναβόσβηνε μια σειρήνα. Και τέλος το πιο μεγάλο και το πιο βαρύ του πακέτο μου το άφησε δίπλα μου κοιτώντας με μέσα στα μάτια! Ήταν το πρώτο, το μεγάλο, το μπλε μου ποδήλατο, η «Λόλα» μου, κι είχε και ταχύτητες και φως και κόρνα δυνατή. Χάιδεψα την κατάμαυρη σέλα, το τιμόνι και γύρισα να του πω ένα τεράστιο ευχαριστώ  για όλα τα πολύτιμα του χρόνου και του σάκου του…

Κι ύστερα έβαλα στη σειρά τα καλικαντζαράκια μου, κουρασμένα πολύ από τις πολλές σκανταλιές και παρουσιάσεις, τα σκέπασα με χουχουλιάρικα παπλώματα και κάθισα δίπλα στο τζάκι να τους μιλήσω για τους ανθρώπους, τους βιαστικούς, τους μικρούς, τους μεγάλους, τους παράξενους, τους γκρινιάρηδες, τους αισιόδοξους…όλους, τέλος πάντων!

Για τα παιδιά τους μίλησα, για τα παιδιά που δεν θέλω να τα στεναχωρεί κανείς…

Για τα όμορφα της ζωής που κρύβονται στα απλά και καθημερινά πράγματα…


Για τις λέξεις που πρέπει να προσέχουμε όταν τις λέμε, πού και πως …

Για τις αγκαλιές που πρέπει απλόχερα να χαρίζουμε σε όλους τους αγαπημένους μας…

Για τα όνειρα που είναι τροφή για εμάς τους ανθρώπους για αν μπορούμε να συνεχίζουμε τη ζήση μας…

Για το μοίρασμα σε ότι περίσσευμα έχουμε είτε συναίσθημα είτε υλικό αγαθό…

Για την αγάπη, την ελπίδα, τα ταξίδια και τα σπουδαία του Απάνω κόσμου που δεν αγοράζονται με χρήματα …

Κι εκείνα χαμογελαστά αποκοιμήθηκαν και έριχνα μπόλικη  παραμυθόσκονη μαζί με την Αγαπώ, το κατακόκκινο ξωτικό μου, την Χρουχρού τη μάγισσα των Χριστουγέννων και την η νεράιδα των καλικάντζαρων, την Άχνη. Χάδια απαλά κι αέρινα σχεδόν στους παραμυθένιους μου κόσμους και ήρωες ίσαμε την στιγμή που κάτι πήρε το μάτι κάτω απ’ το ΄δέντρο…

Δεν το είχα δει πιο πριν. Ένα μεγάλο κουτί με κυπαρίσσι περιτύλιγμα και μπορντό κορδέλα!

Χαμογέλασα πλατιά κι έστρεψα το βλέμμα στην μπαλκονόπορτα…

Η χρυσόσκονη από το ιπτάμενο έλκηθρο ίσα που φαινόταν!

Έλυσα γρήγορα την κορδέλα, ξεκόλλησα απαλά το σελοτέιπ από το περιτύλιγμα και ειδα το νέο μου Laptop.

Επιτέλους θα μπορούσα να γράφω ξανά τις ιστορίες μου <3

Καλώς όρισες 2025…

Να, αυτή είναι η πρώτη της χρονιάς <3




Πρωτοχρονιά... Πρωτομηνιά! Χίλια καλώς μας ήρθες!

Της Ελένης Μπετεινάκη*

Ιανουάριος ή Καλαντάρης της Χρονιάς, είναι το επίσημο όνομά του, που ξεκινάει μια πορεία γεμάτος δώρα, χαρές, προσδοκίες κι ελπίδα. Δεν είναι τυχαίο πως η ονομασία του είναι παρετυμολογία  από το ρήμα γ ε ν ν ώ  - Γενάρης, δηλαδή η  εποχή που γεννιούνται γιδοπρόβατα ή Γεννολοητής για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Τον λένε ακόμα Κλαυδευτή γιατί είναι ο μήνας που κλαδεύουν τα δέντρα. Μεσοχειμώνα  γιατί είναι το δεύτερο παιδί του. Είναι ο μήνας του πιο λαμπρού φεγγαριού που διευκολύνει του « έρωτες των γάτων» κι έτσι του προσδίδουν το προσωνύμιο Γατόμηνας .Αλλού τον φωνάζουν Μεγαλομηνά αφού ξεκινάει την καινούργια χρονιά και Τρανό και Πρωτάρη. Αλλού πάλι τον φωνάζουν Κρυαρίτη γιατί το κρύο του είναι πολύ δυνατό ή Γελαστό γιατί έχει τις περίφημες αλκυονίδες ημέρες.


Οι Καλικάντζαροι μένουν ακόμα στη γη για λίγες μέρες και έτσι  βοήθησαν  να αναπτυχθούν  τα έθιμα των μεταμφιέσεων σε όλα τα μέρη της Ελλάδας από την αρχή του ως και την μέρα των Φώτων σαν αποκορύφωμα .
Η 1η του μήνα αλλά και του χρόνου είναι μέρα γεμάτη έθιμα, παρατηρήματα και μαντέματα. Ο Άγιος Βασίλης έχει μοιράσει απλόχερα πριν καλά καλά ξημερώσει τα δώρα του και οι άνθρωποι αρχίζουν να ζουν την νέα περίοδο. Σημαίνει τούτη μέρα τις δύο μεγάλες αντιθέσεις, το τέλος και την ίδια στιγμή, την αρχή. Η βασιλόπιτα έχει κοπεί από το βράδυ που συμβολίζει την πράξη μετάβασης από τον παλιό στο νέο χρόνο με μια ολόκληρη τελετουργία στο κόψιμό της. Είναι ο στερεωτικός  και θρεπτικός άρτος   με μια σκέψη προσφοράς και προς τους νεκρούς.

Και τώρα σειρά έχουν τα «πρωτοακούσματα» και «πρωτοαντικρίσματα» και του λεγόμενου ποδαρικού. Είναι η συνήθεια να παρατηρείται ποιος θα μπει πρώτο ς στο σπίτι την νέα χρονιά. Σε μερικούς μάλιστα τόπους για  να εξασφαλιστεί η καλοχρονιά το ποδαρικό το έκανε ο ίδιος ο νοικοκύρης ή ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας ή ένα παιδί που ήξεραν όλοι ότι ήταν τυχερό. Στην Κρήτη τα πιο παλιά χρόνια ο ξένος που θα μπαίνε  πρώτος στο σπίτι κρατούσε μια πέτρα, την άφηνε στη μέση και άρχιζε τις ευχές που συμπεριελάμβανε τους ανθρώπους και τα ζώα του σπιτιού. Τον κερνούσαν άπ όλα τα γλυκίσματα κι έφευγε. Στο  Ηράκλειο αλλά και στα Χανιά πήγαιναν ένα εικόνισμα από βραδύς στην εκκλησία και έπρεπε  πρώτο να μπει στο σπίτι από τον πρωτότοκο γιο. Στην πραγματικότητα ο Άγιος έκανε το ποδαρικό κι έτσι η καλοτυχία ήταν δεδομένη. Στη Κάρπαθο έβαζαν ένα άσπρο σκύλο πρωί πρωί μέσα στο σπίτι και του έδιναν να φάει μπακλαβά έτσι λέγαν το σπίτι σκύλιαζε και οι άνθρωποι γινόταν πολύ δυνατοί…


Βασικό ήταν κι ίσως σε κάποια μέρη παραμένει το σπάσιμο του ροδιού (Ρογδιού  στην Κρήτη) τούτη τη μέρα. Είναι ένα έθιμο με πολλές εκδοχές. Το πετάει στη μέση του σπιτιού ο νοικοκύρης κι όταν σπάσει τα χιλιάδες σπόρια του που γεμίζουν τον τόπο είναι  σαν τα αγαθά που θα γεμίσουν όλη τη χρονιά. Τα μαζεύουν την επόμενη μέρα και τα δίνουν στα ζώα τους για να τους φέρει τύχη και στις κότες για να κάνουν περισσότερα αυγά.

Είναι η μέρα της «καλής χέρας» δηλαδή  κάθε είδους δώρου που προσφέρεται στους άλλους και ιδιαίτερα χρήματα στα παιδιά. Στα παλιότερα  χρόνια τα παιδιά γυρνούσαν σε συγγενικά σπίτια λίγο μετά που ήξεραν ότι το ποδαρικό είχε γίνει  και αφού καλημέριζαν φιλούσαν το χέρι του οικοδεσπότη περιμένοντας να τηρήσει και αυτός το εθιμοτυπικό.

Είναι η μέρα που έχει την τιμητική του ο «Βολβός της πρωτοχρονιάς» ή σκίλλη, αθανατοκρομμύδα ή σκιλλοκρομμύδα. Είναι εκείνο το αθάνατο φυτό που είναι  πάντα πράσινο και μπορεί να ανθίσει ακόμα κι αν οι ρίζες του δεν είναι στο χώμα. Την καθαρίζουν καλά από χώματα και την κρεμούν στην εξώπορτα  και η καινούργια ζωή θα ‘ ρθει στο σπιτικό ή στο στάβλο. Σήμερα το συναντάμε στις αγορές τυλιγμένο σε αλουμινόχαρτο, ωστόσο παραμένει το πρώτο φυτό που θα μπει στο σπίτι με την ιδιότητα της αναγέννησης.

Είναι η μέρα την μαντείας και των τυχερών παιχνιδιών. Πρώτο μάντεμα το φλουρί της βασιλόπιτας. Αλλά τα περισσότερα  αποδίδονται στα όνειρα της πρώτης νύχτας του χρόνου. Τα κορίτσια κρατούσαν λίγη ζύμη από την βασιλόπιτα την αλάτιζαν και την έψηναν το βράδυ της Πρωτοχρονιάς. Αυτόν που θα έβλεπαν τη νύχτα στον ύπνο τους να τους δίνει νερό θα ήταν  ο μελλοντικός τους σύντροφος.

Τα παρατηρήματα δε πάμπολλα. Οι βοσκοί έβλεπαν όπως πλάγιαζε ο σκύλος τους, οι γεωργοί παρατηρούσαν τον καιρό κι αν είχε καλοκαιριά την Πρωτομηνιά τότε για σαράντα μέρες θα ναι και κακοκαιρία. Οι άνθρωποι όλοι πρόσεχαν να μην κλάψουν εκείνη τη μέρα ή να μην χάσουν τίποτα γιατί αυτό θα τους συντρόφευε όλο το χρόνο.

Ακόμα την Πρωτοχρονιά δεν φτιάχνουν καφέ. Ο καφές ήταν πίκρα. Και δεν έβγαινε τίποτα από το σπίτι, ούτε χάρισμα μα ούτε και δανεικό. Δεν έπρεπε να σπάσει γυαλί καθρέφτης  και αν  αφήναν την πόρτα ανοιχτή και έμπαινε ένας  χοίρος , τότε το ανδρόγυνο του σπιτιού θα χήρευε με κάποιον από τους δυο.

Ξεχωριστό είναι και στις μέρες μας το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι. Πρέπει να είναι πλούσιο και με αφθονία αγαθών που προοιωνίζουν το πέρασμα  ολόκληρου  του χρόνου. Στο τραπέζι εκτός από φαγητά πρέπει να τοποθετηθούν και βάζα με μέλι, καρπούς και κλαδιά ελιάς σύμβολα όλα ευτυχίας και θαλερότητας. Αλλά και φλουριά σαν σημείο ευτυχίας. Η βασιλόπιτα  όπου δεν έχει κοπεί από το προηγούμενο βράδυ θα ναι το βασικό γλύκισμα του τραπεζιού. Η ανάδειξη με την εύρεση του νομίσματος ς του τυχερού του σπιτιού είναι μια συνήθεια που θα θυμούνται όλοι στην διάρκεια της χρονιάς. Λέγανε μάλιστα παλιότερα πως αν το τυχερό νόμισμα έπεφτε σε ανύπανδρο μέλος της οικογένειας τότε σίγουρα αυτό θα παντρευόταν πριν ακόμα κλείσει ο νέος χρόνος.

Ο Άγιος Βασίλης, ο δικός μας, που γιορτάζει τούτη τη μέρα είναι  ένας άνθρωπος ζευγολάτης που έρχεται από την Καισάρεια. Από την παραμονή του έφτιαχναν ένα δίσκο πράματα με πηχτή, ψάρια, και το κομμάτι του από τη βασιλόπιτα, ένα πιάτο τυρί, γλυκό, ένα ποτήρι νερό, τα άφηναν πάνω στο τραπέζι για να  τραταριστεί μόνος του. Αφού έτρωγε πίστευαν πως περνούσε κι από το στάβλο να ευλογήσει τα ζώα που για αυτό το λόγο την παραμονή της Πρωτοχρονιά αλλά κι ανήμερα έχουν ειδική περιποίηση.

Την Πρωτοχρονιά οι μυλωνάδες έριχναν μέσα στην τρύπα του μύλου σταφίδες και σύκα και καρύδια για να  τα βρει το ξωτικό και να καλοαλέσει. Οι βαρκάρηδες πήγαιναν στη βάρκα τους νερό, γλυκά, ρόδια και νομίσματα για να την ασημώσουν. Ήταν επίσης η μέρα που έπρεπε να ανανεωθεί το νερό με το καινούργιο. Θα πήγαιναν στις βρύσες με χίλια δυο καλούδια για να εξευμενίσουν τις νεράιδες, τα ξωτικά και τα στοιχειά που βρίσκονταν εκεί. Το νερό μέχρι να  πάει στο σπίτι έπρεπε να είναι αμίλητο και σαν έμπαιναν μέσα κρατούσαν  ένα κλαδί ελιάς που χτυπούσαν τους νοικοκυραίους του σπιτιού, τούς  καλημερίζανε και τούς λέγανε σαν πρώτη κουβέντα «Χρόνια  πολλά». Σ΄άλλα  μέρη της Ελλάδας έφερναν τη μαλλιαρή, πέτρα με πλήθος από βρύα, από τη θάλασσα  που εξασφάλιζε την αφθονία των αγαθών.

Καλή χρονιά και καλό μήνα!

*Η Ελένη Μπετεινάκη είναι νηπιαγωγός και συγγραφέας


ΠΗΓΕΣ:

Δημ. Σ. Λουκάτος, Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών, εκδ. Φιλιππότη

Γ.Α. Μέγα, Ελληνικές Γιορτές και έθιμα της λαϊκής Λατρείας , Εστία, 2012

Νίκος Ψιλάκης, Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη, εκδ. Καρμάνωρ

Χίλια καλώς να ορίσεις καινούργιε χρόνε… Γενάρης μπήκε, ο πρωτότοκος!

Της Ελένης Μπετεινάκη*

Καλοκαιρινός μπαίνει ο Γενάρης μας φέτος…

Γεμάτα χρώματα και μυρωδιές η αυγή!

Χθες βράδυ λίγο πριν ή μήπως λίγο μετά τα μεσάνυχτα,  νομίζω πως άκουσα τα κουδουνάκια από το έλκηθρο του Αι Βασίλη ψηλά στον ουρανό. Ήταν η πρώτη χρονιά που δεν στήθηκα κάπου μέσα στο σπίτι να τον περιμένω…

Ήξερα πως θα ΄ρχοταν και θα έκανε τα πάντα να μην τον δω. Έτσι κι εγώ παραιτήθηκα από την προσμονή. Έβαλα στη σειρά τα καλικαντζαράκια μου, κουρασμένα πολύ από τις πολλές σκανταλιές και παρουσιάσεις, τα σκέπασα με χουχουλιάρικα παπλώματα και κάθισα δίπλα στο τζάκι να τους μιλήσω για τους ανθρώπους, τους βιαστικούς, τους μικρούς, τους μεγάλους, τους παράξενους, τους γκρινιάρηδες, τους αισιόδοξους…όλους, τέλος πάντων!

Για τα παιδιά τους μίλησα, για τα παιδιά που δεν θέλω να τα στεναχωρεί κανείς…

Για τα όμορφα της ζωής που κρύβονται στα απλά και καθημερινά πράγματα…

Για τις λέξεις που πρέπει να προσέχουμε όταν τις λέμε, πού και πως …

Για τις αγκαλιές που πρέπει απλόχερα να χαρίζουμε σε όλους τους αγαπημένους μας…

Για τα όνειρα που είναι τροφή για εμάς τους ανθρώπους για αν μπορούμε να συνεχίζουμε τη ζήση μας…

Για το μοίρασμα σε ότι περίσσευμα έχουμε είτε συναίσθημα είτε υλικό αγαθό…

Για την αγάπη, την ελπίδα, τα ταξίδια και τα σπουδαία του Απάνω κόσμου που δεν αγοράζονται με χρήματα …

Κι εκείνα χαμογελαστά αποκοιμήθηκαν και έριχνα μπόλικη  παραμυθόσκονη μαζί με την Αγαπώ, το κατακόκκινο ξωτικό μου, και την η νεράιδα των καλικάντζαρων, την Άχνη. Χάδια απαλά κι αέρινα σχεδόν στους παραμυθένιους μου κόσμους και ήρωες ίσαμε την στιγμή που κάτι πήρε το μάτι κάτω απ’ το ΄δέντρο…

«Πάλι δεν τον κατάλαβα», σιγομουρμούρισα στον εαυτό μου.

Ένα μεγάλο κουτί με κυπαρίσσι περιτύλιγμα και μπορντό κορδέλα!

Χαμογέλασα πλατιά κι έστρεψα το βλέμμα στην μπαλκονόπορτα… Η χρυσόσκονη από το ιπτάμενο έλκηθρο ίσα που φαινόταν!

Καλώς όρισες 2025…

Τυχερός, γερός και αγαπημένος να΄σαι και για μας όσο μαζί σου θα περνάμε τις μέρες μας!

Ιανουάριος ή Καλαντάρης της Χρονιάς, είναι το επίσημο όνομά του, που ξεκινάει μια πορεία γεμάτος δώρα, χαρές, προσδοκίες κι ελπίδα. Δεν είναι τυχαίο πως η ονομασία του είναι παρετυμολογία  από το ρήμα γ ε ν ν ώ  - Γενάρης, δηλαδή η  εποχή που γεννιούνται γιδοπρόβατα ή Γεννολοητής για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Τον λένε ακόμα Κλαυδευτή γιατί είναι ο μήνας που κλαδεύουν τα δέντρα. Μεσοχειμώνα  γιατί είναι το δεύτερο παιδί του. Είναι ο μήνας του πιο λαμπρού φεγγαριού που διευκολύνει του « έρωτες των γάτων» κι έτσι του προσδίδουν το προσωνύμιο Γατόμηνας .Αλλού τον φωνάζουν Μεγαλομηνά αφού ξεκινάει την καινούργια χρονιά και Τρανό και Πρωτάρη. Αλλού πάλι τον φωνάζουν Κρυαρίτη γιατί το κρύο του είναι πολύ δυνατό ή Γελαστό γιατί έχει τις περίφημες αλκυονίδες ημέρες.

Οι Καλικάντζαροι μένουν ακόμα στη γη για λίγες μέρες και έτσι  βοήθησαν  να αναπτυχθούν  τα έθιμα των μεταμφιέσεων σε όλα τα μέρη της Ελλάδας από την αρχή του ως και την μέρα των Φώτων σαν αποκορύφωμα .
Η 1η του μήνα αλλά και του χρόνου είναι μέρα γεμάτη έθιμα, παρατηρήματα και μαντέματα. Ο Άγιος Βασίλης έχει μοιράσει απλόχερα πριν καλά καλά ξημερώσει τα δώρα του και οι άνθρωποι αρχίζουν να ζουν την νέα περίοδο. Σημαίνει τούτη μέρα τις δύο μεγάλες αντιθέσεις, το τέλος και την ίδια στιγμή, την αρχή. Η βασιλόπιτα έχει κοπεί από το βράδυ που συμβολίζει την πράξη μετάβασης από τον παλιό στο νέο χρόνο με μια ολόκληρη τελετουργία στο κόψιμό της. Είναι ο στερεωτικός  και θρεπτικός άρτος   με μια σκέψη προσφοράς και προς τους νεκρούς.

Και τώρα σειρά έχουν τα «πρωτοακούσματα» και «πρωτοαντικρίσματα» και του λεγόμενου ποδαρικού. Είναι η συνήθεια να παρατηρείται ποιος θα μπει πρώτο ς στο σπίτι την νέα χρονιά. Σε μερικούς μάλιστα τόπους για  να εξασφαλιστεί η καλοχρονιά το ποδαρικό το έκανε ο ίδιος ο νοικοκύρης ή ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας ή ένα παιδί που ήξεραν όλοι ότι ήταν τυχερό. Στην Κρήτη τα πιο παλιά χρόνια ο ξένος που θα μπαίνε  πρώτος στο σπίτι κρατούσε μια πέτρα, την άφηνε στη μέση και άρχιζε τις ευχές που συμπεριελάμβανε τους ανθρώπους και τα ζώα του σπιτιού. Τον κερνούσαν άπ όλα τα γλυκίσματα κι έφευγε. Στο  Ηράκλειο αλλά και στα Χανιά πήγαιναν ένα εικόνισμα από βραδύς στην εκκλησία και έπρεπε  πρώτο να μπει στο σπίτι από τον πρωτότοκο γιο. Στην πραγματικότητα ο Άγιος έκανε το ποδαρικό κι έτσι η καλοτυχία ήταν δεδομένη. Στη Κάρπαθο έβαζαν ένα άσπρο σκύλο πρωί πρωί μέσα στο σπίτι και του έδιναν να φάει μπακλαβά έτσι λέγαν το σπίτι σκύλιαζε και οι άνθρωποι γινόταν πολύ δυνατοί…

Βασικό ήταν κι ίσως σε κάποια μέρη παραμένει το σπάσιμο του ροδιού (Ρογδιού  στην Κρήτη) τούτη τη μέρα. Είναι ένα έθιμο με πολλές εκδοχές. Το πετάει στη μέση του σπιτιού ο νοικοκύρης κι όταν σπάσει τα χιλιάδες σπόρια του που γεμίζουν τον τόπο είναι  σαν τα αγαθά που θα γεμίσουν όλη τη χρονιά. Τα μαζεύουν την επόμενη μέρα και τα δίνουν στα ζώα τους για να τους φέρει τύχη και στις κότες για να κάνουν περισσότερα αυγά.

Είναι η μέρα της «καλής χέρας» δηλαδή  κάθε είδους δώρου που προσφέρεται στους άλλους και ιδιαίτερα χρήματα στα παιδιά. Στα παλιότερα  χρόνια τα παιδιά γυρνούσαν σε συγγενικά σπίτια λίγο μετά που ήξεραν ότι το ποδαρικό είχε γίνει  και αφού καλημέριζαν φιλούσαν το χέρι του οικοδεσπότη περιμένοντας να τηρήσει και αυτός το εθιμοτυπικό.

Είναι η μέρα που έχει την τιμητική του ο «Βολβός της πρωτοχρονιάς» ή σκίλλη, αθανατοκρομμύδα ή σκιλλοκρομμύδα. Είναι εκείνο το αθάνατο φυτό που είναι  πάντα πράσινο και μπορεί να ανθίσει ακόμα κι αν οι ρίζες του δεν είναι στο χώμα. Την καθαρίζουν καλά από χώματα και την κρεμούν στην εξώπορτα  και η καινούργια ζωή θα ‘ ρθει στο σπιτικό ή στο στάβλο. Σήμερα το συναντάμε στις αγορές τυλιγμένο σε αλουμινόχαρτο, ωστόσο παραμένει το πρώτο φυτό που θα μπει στο σπίτι με την ιδιότητα της αναγέννησης.

Είναι η μέρα την μαντείας και των τυχερών παιχνιδιών. Πρώτο μάντεμα το φλουρί της βασιλόπιτας. Αλλά τα περισσότερα  αποδίδονται στα όνειρα της πρώτης νύχτας του χρόνου. Τα κορίτσια κρατούσαν λίγη ζύμη από την βασιλόπιτα την αλάτιζαν και την έψηναν το βράδυ της Πρωτοχρονιάς. Αυτόν που θα έβλεπαν τη νύχτα στον ύπνο τους να τους δίνει νερό θα ήταν  ο μελλοντικός τους σύντροφος.

Τα παρατηρήματα δε πάμπολλα. Οι βοσκοί έβλεπαν όπως πλάγιαζε ο σκύλος τους, οι γεωργοί παρατηρούσαν τον καιρό κι αν είχε καλοκαιριά την Πρωτομηνιά τότε για σαράντα μέρες θα ναι και κακοκαιρία. Οι άνθρωποι όλοι πρόσεχαν να μην κλάψουν εκείνη τη μέρα ή να μην χάσουν τίποτα γιατί αυτό θα τους συντρόφευε όλο το χρόνο.

Ακόμα την Πρωτοχρονιά δεν φτιάχνουν καφέ. Ο καφές ήταν πίκρα. Και δεν έβγαινε τίποτα από το σπίτι, ούτε χάρισμα μα ούτε και δανεικό. Δεν έπρεπε να σπάσει γυαλί καθρέφτης  και αν  αφήναν την πόρτα ανοιχτή και έμπαινε ένας  χοίρος , τότε το ανδρόγυνο του σπιτιού θα χήρευε με κάποιον από τους δυο.

Ξεχωριστό είναι και στις μέρες μας το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι. Πρέπει να είναι πλούσιο και με αφθονία αγαθών που προοιωνίζουν το πέρασμα  ολόκληρου  του χρόνου. Στο τραπέζι εκτός από φαγητά πρέπει να τοποθετηθούν και βάζα με μέλι, καρπούς και κλαδιά ελιάς σύμβολα όλα ευτυχίας και θαλερότητας. Αλλά και φλουριά σαν σημείο ευτυχίας. Η βασιλόπιτα  όπου δεν έχει κοπεί από το προηγούμενο βράδυ θα ναι το βασικό γλύκισμα του τραπεζιού. Η ανάδειξη με την εύρεση του νομίσματος ς του τυχερού του σπιτιού είναι μια συνήθεια που θα θυμούνται όλοι στην διάρκεια της χρονιάς. Λέγανε μάλιστα παλιότερα πως αν το τυχερό νόμισμα έπεφτε σε ανύπανδρο μέλος της οικογένειας τότε σίγουρα αυτό θα παντρευόταν πριν ακόμα κλείσει ο νέος χρόνος.

Ο Άγιος Βασίλης, ο δικός μας, που γιορτάζει τούτη τη μέρα είναι  ένας άνθρωπος ζευγολάτης που έρχεται από την Καισάρεια. Από την παραμονή του έφτιαχναν ένα δίσκο πράματα με πηχτή, ψάρια, και το κομμάτι του από τη βασιλόπιτα, ένα πιάτο τυρί, γλυκό, ένα ποτήρι νερό, τα άφηναν πάνω στο τραπέζι για να  τραταριστεί μόνος του. Αφού έτρωγε πίστευαν πως περνούσε κι από το στάβλο να ευλογήσει τα ζώα που για αυτό το λόγο την παραμονή της Πρωτοχρονιά αλλά κι ανήμερα έχουν ειδική περιποίηση.

Την Πρωτοχρονιά οι μυλωνάδες έριχναν μέσα στην τρύπα του μύλου σταφίδες και σύκα και καρύδια για να  τα βρει το ξωτικό και να καλοαλέσει. Οι βαρκάρηδες πήγαιναν στη βάρκα τους νερό, γλυκά, ρόδια και νομίσματα για να την ασημώσουν. Ήταν επίσης η μέρα που έπρεπε να ανανεωθεί το νερό με το καινούργιο. Θα πήγαιναν στις βρύσες με χίλια δυο καλούδια για να εξευμενίσουν τις νεράιδες, τα ξωτικά και τα στοιχειά που βρίσκονταν εκεί. Το νερό μέχρι να  πάει στο σπίτι έπρεπε να είναι αμίλητο και σαν έμπαιναν μέσα κρατούσαν  ένα κλαδί ελιάς που χτυπούσαν τους νοικοκυραίους του σπιτιού, τούς  καλημερίζανε και τούς λέγανε σαν πρώτη κουβέντα «Χρόνια  πολλά». Σ΄άλλα  μέρη της Ελλάδας έφερναν τη μαλλιαρή, πέτρα με πλήθος από βρύα, από τη θάλασσα  που εξασφάλιζε την αφθονία των αγαθών.


Και φτάνουμε στις 6 του Γενάρη με την μεγάλη γιορτή των Θεοφανίων. Είναι «θεότρομη» γιορτή επειδή αγιάζονται τα νερά και φεύγουν οι καλικάντζαροι. Οι άνθρωποι πίστευαν πως την προηγούμενη το βράδυ άνοιγαν οι ουρανοί κι ότι και να ζητούσαν θα γινόταν και μάλιστα τα κορίτσια ξαγρυπνούσαν  τούτη τη νυχτιά γύρω από μια γλάστρα βασιλικού γιατί πίστευαν πως μόλις  άνοιγαν οι ουρανοί, αυτός άνθιζε… Πίστευαν επίσης πως η θάλασσα γινόταν γλυκιά και πίνονταν, και πως τα ζώα στους στάβλους αποκτούσαν ανθρώπινη λαλιά. Επίσης πως εκτός από τα νερά που αγιάζονταν, βαφτίζονταν και οι άνεμοι και όποιος φυσούσε εκείνη  τη στιγμή θα φυσούσε κι όλο το χρόνο.


Όλοι γνωρίζουμε την εικόνα του παπά που με την αγιαστούρα του ραντίζει κι ευλογεί τα σπίτια τούτη τη μέρα έτσι ώστε να διώξει τα παγανά και να ‘ ρθει πάλι η ισορροπία παντού. Στο  χέρι του κρατάει βασιλικό που οι ανύπανδρες κοπέλες τον άλλαζαν με τον δικό τους που είχαν φροντίσει να κρατήσουν από τις γλάστρες που είχαν φυτευτεί τον Μάιο και τον έβαζαν στο εικόνισμα. Το΄χαν σίγουρο πως ο γάμος θα ερχόταν μέσα στον ίδιο χρόνο ύστερα απ΄ αυτό. Σε άλλα μέρη πάλι στην Ελλάδα οι νοικοκυρές  που κατάφερνα να πάρουν λίγο γέννημα από το δισάκι του παπά το έβαζαν  στις κότες τους και γεννοβολούσαν. Αλλού σταύρωναν  το σπίτι τους με τέσσερα κεριά που κολλούσαν στους τοίχους για να φύγουν οριστικά οι καλικάντζαροι. Έπαιρνα ν ύστερα τη στάχτη από τη φωτιά του τζακιού που έκαιγε όλο το Δωδεκαήμερο και την έριχναν στις τέσσερις  γωνιές του σπιτιού. Προφυλάσσονταν έτσι από τα ζούδια και όλα τα κακά. Η στάχτη  τούτη που έχει το συμβολισμό της αναγέννησης έφερνε καλοτυχία και χαρά στο σπίτι.

Την επόμενη μέρα στις 7 του μήνα  είναι του Αϊ Γιαννιού του Βαπτιστή. Μεγάλη  γιορτή επίσης με πολλά έθιμα με βασικό εκείνο των λιτανειών σε πολλά χωριά κρατώντας  δοχεία με νερό και κλωνάρια δέντρων που τα βύθιζαν μέσα και έβρεχαν ο ένας τον άλλον . Είναι γνωστές επίσης οι μεταμφιέσεις και ιδιαίτερα στην περιοχή της Μακεδονίας με εξέχουσα εκείνη των Παμπόγερων , ανδρών με παλιά ρούχα και κουδούνια που γυρίζουν τους δρόμους με σκοπό να τρομάξουν τους υπόλοιπους .

Στις 8 του Γενάρη, της Αγίας Δομνής ή  η μέρα της Μπάμπως, δηλαδή της μεγάλης γιορτής των γυναικών που βρίσκονταν σε ηλικία που μπορούν να τεκνοποιήσουν. Το  τιμώμενο πρόσωπο της μέρας ήταν η μαμή του χωριού  που την γέμιζαν δώρα χρήσιμα για αυτήν, όπως πετσέτες και σαπούνια. Η μέρα ευνοεί και αστεία με ψεύτικους φαλλούς και κλείνει με συμπόσιο στο σπίτι της μαμής που οι γυναίκες μπορούσαν να μεθύσουν. Οι άνδρες εκείνη την ημέρα πρέπει να  μένουν κλεισμένοι στα σπίτια του.

Επόμενη γιορτή στο καλαντάρι είναι του Αγίου Αντωνίου στις 17 του Γενάρη,  που λένε πως τότε σκεπάζεται με χιόνια όλος ο κόσμος και όλα γίνονται άσπρα σαν τα μαλλιά και τα γένια του. Ενώ στις 18 είναι του Αγίου Αθανασίου που συνοδευόταν με θυσία βοδιού ή προβάτου για την υγεία ολόκληρης της κοινότητας των βοσκών. Ακόμα και στα σπίτια εκείνη τη μέρα έσφαζαν ένα πετεινό για το καλό όλων των μελών της οικογένειας. Ούτε οι γυναίκες έκαναν κάποια δουλειά εκείνη τη μέρα, ήταν η μέρα της Άσπρης,  δηλαδή της ξεκούρασης.

Ακολουθεί η γιορτή του Αγίου Γρηγορίου στις 25  και ο μήνας κλείνει  με μία κατεξοχήν σχολική γιορτή εκείνη των Τριών Ιεραρχών στις 30 του μήνα.

Καλή χρονιά και καλό μήνα!

*Η Ελένη Μπετεινάκη είναι νηπιαγωγός και συγγραφέας

ΠΗΓΕΣ:

Δημ. Σ. Λουκάτος, Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών, εκδ. Φιλιππότη

Γ.Α. Μέγα, Ελληνικές Γιορτές και έθιμα της λαϊκής Λατρείας , Εστία, 2012

Νίκος Ψιλάκης, Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη, εκδ. Καρμάνωρ

Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2024

Λένε πως πατρίδα είναι οι αναμνήσεις μας… Χριστούγεννα 1970!

Μια φορά και δυο καιροί, Χριστούγεννα θα ΄ταν!

Της Ελένης Μπετεινάκη

Λένε πως πατρίδα είναι οι αναμνήσεις μας…

Τα χρόνια περνούν, οι εποχές αλλάζουν, οι καιροί δυσκολεύουν κι όλοι μας αναζητάμε παντού τη χαρά, την ελπίδα, την αγάπη. Τούτες τις μέρες πάντα μας πιάνει μια νοσταλγία, μια θύμηση για τα δικά μας χρόνια, τα παιδικά, που κουβαλούν τη μαγεία, το όνειρο και την προσμονή. Θυμόμαστε κι όλους εκείνους που έφυγαν κι ας τους κουβαλάμε καθημερινά μέσα μας κι όλα όσα μας έκαναν με το τίποτα σχεδόν να είμαστε καλά κι ευτυχισμένοι…

Σήμερα θυμήθηκα και πάλι τις γιορτινές μέρες στο μπακάλικο του πατέρα μου. Κανένα παιδί δεν έφευγε χωρίς να πάρει έστω δυο τρεις κοσάρες για τα κάλαντα. Ο μπαμπάς είχε ένα μεγάλο σιδερένιο κουτί από μπισκότα Παπαδοπούλου κι εκεί έβαζε όλο το χρόνο τα ψιλά για τους καλαντηστάδες των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων. Και πάντα με χαμόγελο τούς τα ‘δινε μόλις μπαίνανε στο μαγαζί και μαζί  μια τσίχλα, μια καραμέλα ό,τι βόλευε εκείνη την ώρα. Στη βιτρίνα τη μεγάλη έβαζε ποτά όπως βερμούτ και κονιάκ επτά αστέρων, το καλό. Μια χρονιά τον είχα πείσει να βάλουμε ένα μικρό δεντράκι στολισμένο με κόκκινες μπάλες  και μια φάτνη. Την είχε κάνει δώρο η «Χλωρίνη Κλινέξ»  κι ήταν σαν μια τεράστια κάρτα από χοντρό χαρτί που σαν την άνοιγες ξεπετάγονταν όλες οι φιγούρες και στηνόταν όρθιες στη στιγμή. Μεγάλη η μαγεία, χαρακτηριστικές οι φιγούρες, άλυτο μυστήριο το πως γινόταν όλο αυτό, τυχερή εγώ που αυτή την φάτνη δεν την είχαν πολλοί κι όλοι θαύμαζαν …τα υπάρχοντά μου. Όμως για μένα η πιο μεγάλη μαγεία ήταν εκείνη η χρονιά πάλι στις αρχές της δεκαετίας του ‘70 στο σπίτι μας, στο κάτω δωμάτιο που το παράθυρο «κοιτούσε το δρόμο». Πάνω στο μικρό μπαράκι από φορμάικα, συνηθισμένο έπιπλο της εποχής, στολίζαμε το  χριστουγεννιάτικο δέντρο μας. Πράσινο με πολύχρωμες μπάλες που αν τις ακουμπούσαμε λίγο παραπάνω ράγιζαν. Τα φωτάκια πολύχρωμα και στα κλαδιά κρεμούσαμε  αραχνοΰφαντες κλωστές σαν το μαλλί της γριάς που σαν αναβόσβηναν έδιναν την αίσθηση της πάχνης. Πάνω δε στα κλαδιά απλώναμε  βαμβάκι  για να φαίνεται τάχα πως ήταν χιονισμένο  μιας και δύσκολα βλέπαμε χιόνι στο χωριό εκείνες τις  μέρες ...

Μια φορά λοιπόν μέρες πριν τα Χριστούγεννα η μαμά μας είχε μια έκπληξη. Μας κατέβασε στο πλυσταριό της και μας έδειξε τι είχε φέρει για να φτιάξουμε όλοι μαζί. Μια μεγάλη πλάκα ξύλου από «κόντρα πλακέ», ένα μικρό τσουβαλάκι κατάλευκο γύψο, ένα κουβά νερό, πολλά χαρτόνια μεταλιζέ σε κόκκινο, κίτρινο, πράσινο, μπλε, ασημί και χρυσό χρώμα και έμενε μόνο να φέρουμε εμείς το σεντούκι με τους θησαυρούς μας. Ήταν ένα μεγάλο κουτί από φελιζόλ που μέσα φυλάσσαμε φιγούρες από τα γλειφιτζούρια που αγοράζαμε ένα πενηνταράκι το καθένα από το περίπτερο του κυρ Νικήτα.  Αγγελάκια, προβατάκια, γαϊδουράκια, αγελάδες, ο Ιωσήφ, η Μαρία, ο μικρός Χριστός μέσα σε ένα παχνί, οι  μάγοι με τα δώρα, οι βοσκοί, όλα σε πλαστικό με συγκεκριμένα χρώματα. Είχαμε βρει ό,τι ακριβώς χρειαζόταν και πέσαμε με τα μούτρα στη δουλειά να φτιάξουμε την σπηλιά από γύψο με μπόλικους σταλακτίτες και σταλαγμίτες που είχε μάθει για αυτούς ο αδελφός μου στο σχολείο κι εγώ δεν καλοκαταλάβαινα τι ήταν. Στη πίσω μεριά βάλαμε το ασημί χαρτί και τοποθετήσαμε όλες τις πλαστικές φιγούρες, να κολλήσουν σαν στέγνωνε ο γύψος. Στρώσαμε μετά την επιφάνεια με άχυρα που μας τα ‘χε φέρει ο θείος ο Μανώλης από τον στάβλο του και περιμέναμε… Να στεγνώσει έπρεπε όλο αυτό το εκπληκτικό στα μάτια μας  κατασκεύασμα. Κι ύστερα  στολίσαμε ένα μεγάλο αστέρι στην είσοδο της σπηλιάς φτιαγμένο κι αυτό από τα ασημόχρυσα  χαρτιά μας. Γύρω γύρω βάλαμε φωτάκια πολύχρωμα κι ένα κατακίτρινο πίσω από το αστέρι. Το βράδυ την βάλαμε κάτω από το δέντρο. Ώρες περνούσα ξαπλωμένη στο χαλί, κοιτάζοντας την. Πίστευα καιρό πως αυτή ήταν η αληθινή φάτνη της Βηθλεέμ και πως το μεγάλο θαύμα που όλοι μιλούσαν γι αυτό είχε συμβεί μόνο στο δικό μας σπίτι. Ο Χριστός είχε γεννηθεί εκεί ανάμεσα στις μικρές πλαστικές φιγούρες που στα μάτια μου φάνταζαν τεράστιες και πέρα για πέρα ζωντανές…

Δίπλα ακριβώς από την φάτνη έστεκε ένας Αι Βασίλης πλεγμένος με το βελονάκι της γιαγιάς Ελένης. Ήξερα το μυστικό της, πως μάζευε τα μπουκάλια της πορτοκαλάδας της Βιοχύμ κι αφού τα έπλενε καλά και τ’  άφηνε στον ήλιο να στεγνώσουν τα περνούσε κι εκείνα με κόλλα των πουκαμισών , όπως και το πλεκτό της και πάνω τους έβαζε τούτο τα δικά της αριστουργήματα. Κόκκινη κλωστή όλη η κατασκευή, κι άσπρη για τα γένια, τα τελειώματα και την φούντα από το σκουφί…

Όλα τα σπίτια είχαν ένα τέτοιον  Αι Βασίλη… όλα !

Και το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων μας μάζευε γύρω από το μαγκάλι που σκέπαζε την πυρήνα με ασημόχαρτα για να μην σπιθίζει. Στις άκρες της στάχτης σε μισοσβησμένα κάρβουνα έχωνε λίγα κάστανα κι ύστερα αρχινούσε τις ιστορίες… Αυτή με μύησε στον κόσμο των καλικάντζαρων. Πίστευα ακράδαντα πως εμφανίζονταν στο σπίτι μας εκείνη τη βραδιά κι ο παραμικρός θόρυβος με έκανε να τρομάζω. Όμως εκείνη φρόντιζε πάντα να έχει δίπλα της μια σκούπα και συχνά την ανέμιζε δεξιά κι αριστερά για τους διώχνει, όπως έλεγε, να μην μας παρασύρουν στις σκανταλιές τους. Ο Τρακατρούκας είναι γέννημα θρέμμα εκείνων των ημερών. Τα κρακ και κρουκ από το μαγκάλι μείνανε ανεξίτηλα στη μνήμη μου…

Όλα γίνανε παραμύθια στις μέρες μας! Το μπακάλικο του μπαμπά μου, το ζαχαροπλαστείο κι ο φούρνος του κυρ Ηλία, απέναντι από το δικό μας μαγαζί. Το ραφτάδικο του κυρ Κώστα λίγο πιο κάτω που ο μπαμπάς έφτιαχνε πάντα εκεί το κουστούμι των Χριστουγέννων… Κι ο Κάτω Μύλος με τα αερικά και τις νεράιδες μπαινοβγαίνει στα Χριστουγεννιάτικα κι άλλα παραμύθια μου.

Εκείνο που δεν ξεχνώ ποτέ ήταν τα μεγάλα κονσερβοκούτια με τις παστές σαρδέλες κάτω από τον μεγάλο πάγκο του μπακάλικου. Ο Πι κι ο Φι τα διάσημα πια παραμυθοκαλικαντζαράκια μου βρήκαν καταφύγιο και κρεββάτια σ΄ αυτά τα σιδερένια κουτιά. Κι όλα έλεγε η γιαγιά για τους καλικάντζαρους πως τα έκαναν στο Πι και Φι και δεν προλάβαινε να τους δεις κανένας.  

Κάπως έτσι γεννιούνται τα  παραμύθια  και μέσα τους έχουν μισές αλήθειες που μας γεμίζουν χαρά, αναμνήσεις και τροφή για καλές ιστορίες…

Να περάσετε καλά τα Χριστούγεννα, να δημιουργήσετε κι εσείς τις συνθήκες για όμορφες αναμνήσεις στα παιδιά σας…

Ίσαμε την Πρωτοχρονιά που κορυφώνονται οι μαγικές Ιστορίες…

Χρόνια σας πολλά!

Η πραγματική μαγεία των Χριστουγέννων …στα Παραμύθια του Σαββάτου!

27η Ημέρα του Δεκέμβρη!

Γράφει η Ελένη Μπετεινάκη

 

Η Στέλλα  είναι μια μικρή ποντικίνα που αφού τέλειωσε τα ψώνια με την μητέρα της επιστρέφει με το λεωφορείο σπίτι της. Παραχωρεί την θέση της σε μια ηλικιωμένη κυρία κι εκείνη της επισημαίνει πόσο καλόκαρδη είναι. Κατεβαίνοντας από το λεωφορείο και προσπαθώντας να προχωρήσει γρήγορα για να προλάβει ανοικτό το ταχυδρομείο για να στείλει το γράμμα της στον Αϊ Βασίλη, παρατηρεί ένα άστεγο γέρο με τον φίλο του που ζητάνε ελεημοσύνη ενώ τουρτουρίζουν από το κρύο. Τους δίνει το κασκόλ και το μισό της σάντουιτς και τα λίγα ψυχούλα που βρίσκει στην τσέπη της τα σκορπά για κάποιο πεινασμένο πουλάκι, στο δρόμο. Στο δρόμο της συναντά διάφορα. 

Ένα μωρό ασβό που κλαίει και προσπαθεί να το κάνει να γελάσει. Μια νεαρή ασβό που ενώ χαζεύει μια βιτρίνα δεν έχει δει πως της έχει πέσει το πορτοφόλι της. Ένα πακέτο που πέφτει από έναν ποδηλάτη. Για όλους έχει ένα χέρι βοήθειας… Κι ενώ είναι μόνο λίγα μέτρα  από το ταχυδρομείο, ένας δυνατός αέρας της παίρνει το γράμμα από τα χέρια και καταλήγει σε ένα φρεάτιο… Κι όσο στεναχωρημένη και αν νιώθει, όταν επιστρέφει στο σπίτι της, τόσο η θύμηση όλων αυτών που συνάντησε το απόγευμα την κάνει να χαμογελάσει και να αποκοιμηθεί χαρούμενη…

Την επόμενη μέρα ξημερώνει η πρωτοχρονιά και η Στέλλα μόλις ξυπνάει, τρέχει όσο πιο γρήγορα μπορεί να δει τι υπάρχει κάτω από το δέντρο.

Μια τεράστια έκπληξη την γεμίζει χαμόγελα…

Άραγε τι υπήρχε εκεί;

Η συνέχεα στην ποιο τρυφερή χριστουγεννιάτικη ιστορία με και για …ζώα, που θα σας γεμίσει με συγκίνηση, όμορφα μηνύματα και συναισθήματα. Η μικρή ποντικίνα προσφέρει απλόχερα ότι μπορεί για να βοηθήσει τους άλλους που έχουν ανάγκη. Εθελοντισμός, προσφορά, τιμιότητα και αγάπη.

Αυτό άλλωστε είναι και το μήνυμα της μεγάλης Χριστουγεννιάτικης γιορτής. Να προσφέρεις χωρίς αντάλλαγμα και να δίνεις τον καλύτερο εαυτό σου.

Λένε επίσης πως η καλοσύνη ανταμείβεται πάντα και αυτό είναι διάχυτο σε όλη την ιστορία!

Με υπέροχες εικόνες από τον Πάολο Προϊέτι το κείμενο της Ιζαμπέλας Πάλια απογειώνεται.

Υπέροχο δώρο για τις γιορτές !

Αναζητείστε το στα βιβλιοπωλεία και διαβάστε  εδώ ένα μικρό απόσπασμα : https://flip.metaixmio.gr/apospasmata/H_PRAGMATIKH_MAGEIA_TON_XRISTOYGENNON/index.html

Μυστήρια Πιτσούγεννα *…στα Παραμύθια του Σαββάτου!

26η ημέρα του Δεκέμβρη

Γράφει η Ελένη Μπετεινάκη

Οι μικροί Πιτσιμπουϊνοι ετοιμάζονται να γιορτάσουν τα Πιστούγεννα. Τα σχολεία κλείνουν και η μικρή χορωδία των φίλων μας τραγουδούν τα κάλαντα. Ο πάντα παρατηρητικός Μικρός Μπλε, βλέπει πως η Αντελί απλά ανοιγοκλείνει το στόμα της και δεν τραγουδά. Εκείνη του εκμυστηρεύεται πως νιώθει άγχος μήπως και πάλι ο Πιτς Βασίλης της φέρει και αυτήν τη χρονιά λάθος δώρο. Το κουδούνι κτυπάει, οι διακοπές ξεκινούν κι όλα τα μικρά πιτσιμπουϊνάκια παίζουν με το χιόνι στην αυλή. Η Αντελί ακόμα νιώθει θυμό για το περυσινό της δώρο.

Ενα βιολί ήθελε κι ο Πιτς Βασίλης της έφερε πιτσιτσέλο. Οι ετοιμασίες είναι στο φόρτε τους και όλοι περιμένουν την μεγάλη βραδιά των δώρων. Κανείς δεν καταφέρνει να μείνει ξύπνιος. Το πρωί τα δώρα όλων είναι κάτω από ο δέντρο. Μόνο που όλα είναι λάθος… Κάτι έχει γίνει. Ο Μικρός Μπλε καταλαβαίνει πως ένα νέο μυστήριο πρέπει να εξιχνιαστεί. Η μόνη που πήρε σωστό δώρο αυτήν τη φορά είναι η Αντελί. Οι απορίες γιγαντώνονται και μάλιστα κυκλοφορεί η φήμη πως ο Πιτς Βασίλης φορούσε πορτοκαλί στολή αντί κόκκινης και σε κάποιους δεν πήγε καν δώρο.

Η αποστολή των ντετέκτιβ είναι έτοιμη. Παίρνουν τα παγοπέδιλά τους όλοι( Ο Μικρός Μπλε, η Μυστήρια Τζεντού,ο Κιτρινομάτης,ο Μακαρόνης) και κατευθύνονται στον Βόρειο Πιτσιπόλο… Έχουν και μερικά στοιχεία μαζί τους, όπως ένα παράξενο  άδειο φάκελο που έχει περίεργα γράμματα πάνω του. Όταν επιτέλους φτάνουν κοντά στο Ιγκλού του Πιτς Βασίλη το μεγάλο μυστήριο αρχίζει να λύνεται σιγά σιγά!


Γιατί ήταν γραμμένα ετσι τα γράμματα σε όλα τα φάσκελα;

Ποια ήταν η κοριτσίστικη φωνή που ακουγόταν από το σαλόνι του Πιτς Βασίλης;

Τι θα κάνουν όλα τα Πιτσιμπουϊνάκια όταν καταφέρουν να «λάμψει» η αλήθεια;

Ανακαλύψτε τα στο υπέροχο χριστουγεννιάτικο επεισόδιο- βιβλίο της Ευτυχίας Γιαννάκη : Μυστήρια Πιτσούγεννα που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος.

Μια ακόμα ιστορία των διάσημων Πιτσιμπουϊνων αυτή τη φορά με άρωμα και χρώμα πρωτοχρονιάτικο. Η Ευτυχία Γιαννάκη πλέκει μια ιστορία για ανερχόμενους ντέντεκτιβ και γεμάτη μυστήριο που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον των μικρών παιδιών. Ευφάνταστη, με χιούμορ και γεμάτη περιπέτεια μας καλεί για μια ακόμα φορά στον κόσμο της φαντασίας του μοναδικού νησιού Πίτσι Πίτσου για μια μοναδική «αστυνομική » υπόθεση. Η συγγραφέας γνωστή  « λεξηπλάστης » μας εκπλήσσει και πάλι με το ευφυές και ευρηματικό της ταλέντο να δημιουργεί καινούργιες λέξεις.

Το βιβλίο έχει εικονογραφήσει η Σοφία Τουλιάτου με χαρακτήρες που δεν ξεχνιούνται και έντονα χρώματα που μας βάζουν ακόμα πιο πολύ στην χριστουγεννιάτική ατμόσφαιρα. 

Να το ψάξετε οπωσδήποτε, ακόμα κι αν έχουν περάσει τα Χριστούγεννα!

*Μυστήρια Πιτσούγεννα, Ευτυχία Γιαννάκη, εικ: Σοφία Τουλιάτου , εκδ. Ίκαρος : https://ikarosbooks.gr/1267-mystiria-pitsoygenna.html

 

Μπείτε στο Spotify και ακούστε τα Πιτσούγεννα Κάλαντα : https://open.spotify.com/track/3JbfzNETqz1Sr7YpKWd7iI

και το πρώτο τους Animation στο Youtube : https://www.youtube.com/watch?v=MS2u8pWNWbE