1886 Monet |
Της Ελένης Μπετεινάκη *
«…H Αϊρήνη ήταν η αγαπημένη νεράιδα του Κάτω Μύλου. Λένε πως ήταν η
πιο όμορφη, η πιο συνετή και η πιο εργατική απ ‘ όλες όσες ζούσαν σε εκείνο το
μοναδικό μέρος. Αερικό, όνομα και πράμα με μακριά καστανά μαλλιά και κατάλευκο
δέρμα. Μάτια που όλα τα χρώματα τ΄ ουρανού μπλέκονταν μέσα τους και χείλη στο
χρώμα του πετροκέρασου. Μια φορά μόνο μπορούσε κάποιος να τη συναντήσει κι ήταν
αμέσως μετά τα μεσάνυχτα της 29η Φεβρουαρίου κάθε τέσσερα χρόνια, κι
αυτό μόνο για μια στιγμή. Όσο χρειαζόταν να αφήσει τα αστροφωτισμένα κουβάρια
με τις κόκκινες κι άσπρες κλωστές
στην βορινή πόρτα του Μύλου κι όποιος τα έβρισκε θα ΄χε την τύχη με το
μέρος του για τέσσερα ολόκληρα χρόνια.
Εκείνον τον καιρό πίστευαν ακόμα στη δύναμη του Μάρτη και λογάριαζαν
την 1η του μέρα σαν τη πρωτοχρονιά… Μια χρονιά λοιπόν δίσεκτη κατέφερε
ένας « κουζουλός» άνδρας , ο κυρ Μαθιός,
να ξενυχτήσει περιμένοντας την, κι από τότε κανείς δεν άκουσε πια τη μιλιά του
στο χωριό. Άραγε τι να χε συμβεί εκείνο το βράδυ; Να του την είχαν
πάρει τη φωνή οι Δρίμες, να φταίγε
η Αϊρήνη, να γίνε τίποτε άλλο. Κανείς δεν έμαθε ποτέ… Ο Μαθιός δεν ήξερε γράμματα
να τους γράψει τι είδαν τα μάτια του κι όσο κι αν προσπαθούσαν να καταλάβουν με
νοήματα το μόνο που κατάφερνε ήταν να τους μπερδεύει περισσότερο. Το πιο παράξενο
απ΄ όλα ήταν πως ούτε ήξερε να ζωγραφίζει κι όμως από εκείνη τη βραδιά, στην τσέπη
του, είχε πάντα ένα κομμάτι χαρτί πάνω του χαραγμένο με τη μορφή μιας νεράιδας
που η ομορφιά της ήταν ασύγκριτη , σου ΄κοβε την ανάσα. Έτσι πίστεψαν πως ίσως
να τούτη η μορφή να ήταν της Αϊρήνης της
νεράιδας των ονείρων και της Άνοιξης. Κι
είχε και δυο κομμάτια κλωστή στην τσέπη
του τυλιγμένα σφιχτά, σχεδόν μαυρισμένα από τα χρόνια, που κάποτε έμοιαζαν να ‘ταν
κόκκινα και άσπρα. Κάθε χρόνο την τελευταία βραδιά του Φλεβάρη, κι ας μην ήταν
δίσεχτος ο χρόνος, μόλις χτυπούσε μεσάνυχτα το μεγάλο ρολόι της Παναγιάς, κατέβαινε κάτω στον Μύλο και περίμενε με μάτια γεμάτα
δάκρυα και αγωνία… Στο χωριό λέγαν πως ήταν νεραϊδοπαρμένος και κανένας δεν του
συνοριζόταν, τα παιδιά τον φοβόντουσαν γιατί μόνο κραυγές έβγαιναν από το στόμα
του κι όλα τούτα και ακόμα και άλλα πολύ
περισσότερα γίνανε θρύλος και παραμύθια
και μας τα λέγε η γιαγιά μου κάθε φορά σαν πήγαινε να ‘ρθει η Άνοιξη. Να΄χουμε
κι εμείς το νου μας να μην απομακρυνόμαστε από κοντά της…να προσέχουμε σαν
περνούσαμε από το Μύλο γιατί είχε λέει φανταξά κι ένα τσούρμο αερικά, ειδικά
τέτοια μέρα ανήμερα του Μάρτη!...»*
Vincent Van Gogh |
Μάρτης λοιπόν...
Πρώτος μήνας της Άνοιξης αλλά και πρώτος μήνας του χρόνου από τον καιρό
ακόμα που αυτοκράτορας στη Ρώμη ήταν ο Ιούλιος Καίσαρας . Οι Ρωμαίοι τον
ονόμαζαν Martius από τον Θεό Mars,
τον Άρη που ήταν ο θεός του πολέμου. Γιορτάζονταν ακόμα τα Μαρτωνάλια προς
τιμήν της θεάς Ήρας της μητέρας του Άρη. Στη γιορτή αυτή οι Ρωμαίες δεσποινίδες
περιποιούνταν τις υπηρέτριές τους. Στην αρχαία
Αθήνα ο Μάρτιος αντιστοιχούσε στο μήνα Ανθεστηρίωνα και οι
κάτοικοι της Αττικής γιόρταζαν τα Δάσια αφιερωμένα στον Μειλίχιο Δία. Πρόσφεραν
αναίμακτες και αιματηρές θυσίες και έκαναν δώρα στα παιδιά.
Στη Δήλο πάλι αυτήν την εποχή γιόρταζαν τα Δήλια, προς τιμήν
του Απόλλωνα και οι Αθηναίοι έστελναν αντιπροσωπεία και αθλητές για να πάρουν
μέρος στους αγώνες που διοργάνωναν. Η μεγαλύτερη γιορτή ήταν « τα ένα άστει
Διονύσια », προς τιμήν του Διόνυσου στη διάρκεια των οποίων ετελούντο και
δραματικοί αγώνες με τραγωδίες και
κωμωδίες που παρουσιάζονταν στο θέατρο του Θεού, στη νότια κλίτη του βράχου της Ακρόπολης.
Την τελευταία μέρα του
Φλεβάρη λοιπόν η αγροτική οικογένεια της
Κρήτης φρόντιζε να καθαρίσει το σπίτι, να σβήσει τη φωτιά και να βγάλει έξω
την στάχτη από την παρασιά . Η επόμενη μέρα έπρεπε να βρει το σπιτικό με
καινούργια φωτιά και νερό όπως γινόταν και με τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς. Μια
ανύπαντρη κοπελιά ή αν δεν υπήρχε, τότε ένα άλλο μέλος του σπιτιού έπρεπε να
πάει πριν ξημερώσει στη βρύση χωρίς να μιλήσει σε κανέναν στο δρόμο και να
φέρει το « αμίλητο » νερό του Μάρτη. Την καινούργια φωτιά έπρεπε να ανάψει η
μητέρα, εκείνη που είχε και την ουσιαστική φροντίδα της εστίας όλο το χρόνο. Η
φωτιά κατείχε πάντα ξεχωριστή θέση μέσα
στην ελληνική οικογένεια και η καινούργια φωτιά του Μάρτη δεν είναι τίποτα
περισσότερο από την ανανέωση και το πέρασμα σε μια καινούργια κατάσταση
καλύτερη από την προηγούμενη.
Πρωτομαρτιά …Πανηγυρικός ο χαρακτήρας της μέρας αυτής στον τόπο
μας. Ξυπνούσαν τα παιδιά πριν ξημερώσει, έκοβαν άνθη και τα σκορπούσαν στα
σπίτια. Στα χωριά της Σητείας συνήθιζαν να στρώνουν λουλούδια ακόμα και πάνω
στα κρεβάτια. Στη Μεσσαρά πετούσαν έξω από το σπίτι τα σπασμένα σταμνιά και τα
σπασμένα πιάτα για να μην τα βρει ο Μάρτης στο σπίτι. Άλλη συνήθεια πολύ
διαδεδομένη σ όλη την Κρήτη ήταν το χτύπημα με κλήματα στους ανθρώπους
ιδιαίτερα στους αδύναμους. Το κλήμα έπρεπε να έχει τρεις κονδύλους και με
κάποιο μαγικό τρόπο πίστευαν ότι κτυπώντας τους
θα ανακτούσαν τις δυνάμεις τους.
Σε άλλα μέρη της Ελλάδα πίστευαν πως την Πρωτομαρτιά έπεφτε
από τον ουρανό το κάρβουνο για να ζεσταθεί η γης κι έτσι να αρχίσουν οι ζέστες.
Μια παράδοση λέει πως αφού τον Μάρτη αρχίζει η καλοκαιρία, ο
χειμώνας έπρεπε να διώχνεται καβάλα πάνω σε ένα γάιδαρο και ο λόγος ήταν για
τον Φεβρουάριο που ήταν και κουτσός . Σχηματίζονταν τότε μια πομπή από παιδιά
που τον συνόδευαν με τενεκεδοκρουσία και τραγούδια με δυνατές φωνές τραγουδούσαν
:
Όξω κουτσοφλέβαρε, να΄ρθει ο Μάρτης με χαρά και με πολλά λουλούδια…
Μια άλλη παράδοση τον ήθελε να έχει δυο γυναίκες, εξ αιτίας
του άστατου καιρού που επικρατεί σ΄όλη του τη διάρκεια του, μια πολύ όμορφη και
φτωχή και μια πολύ άσχημη και πλούσια. Κάθε φορά που σαν κοιμόταν άλλαζε πλευρό
και γύριζε από τη μεριά που κοιμόταν η άσχημη, κατσούφιαζε , μαύριζε και
σκοταδιαζόταν όλος ο κόσμος. Όταν όμως γύριζε από τη μεριά που ήταν η όμορφη,
χαμογελούσε , χαίρονταν και έλαμπε όλος
ο ντουνιάς. Αλλά, τις περισσότερες φορές γύριζε από την άσχημη γιατί αυτή είχε
τα χρήματα και έτρεφε και την φτωχή. Λέγεται ακόμη ότι κάποτε ξεγέλασε τους άλλους μήνες πίνοντας
όλο το κρασί από το κοινό τους βαρέλι και αυτοί τον τιμώρησαν παίρνοντας του το
προνόμιο να είναι ο πρώτος μήνας του χρόνου. Έτσι κάθε φορά που θυμάται το κρασί
που ήπιε χαμογελάει και τότε ο καιρός είναι ξάστερος, όταν όμως θυμάται την
τιμωρία του κλαίει και ο καιρός είναι
βροχερός.
« Μάρτης είναι χάδια κάνει, πότε
κλαίει πότε γελάει…»
Άλλες πάλι παραδόσεις κάνουν λόγο για μια γριά που
τιμωρήθηκε όταν θέλησε να κοροϊδέψει τον Μάρτιο, νομίζοντας ότι γλύτωσε αρνιά
και κατσίκια από το κρύο και το χιόνι του. Αυτός όμως έκανε τις τελευταίες
μέρες του τόσο κακοκαιρία που και η γριά και τα ζώα της πέτρωσαν από το κρύο.
Για αυτό και τις μέρες αυτές του Μάρτη τις λένε « μέρες της γριάς», ενώ τις
πρώτες σε αρκετά μέρη τις λένε « μερομήνια », μέρες δηλαδή που μπορούν να γίνουν σχετικές
προγνώσεις καιρού για όλο το χρόνο.
Τον Μάρτη ξύλα φύλαγε μην κάψεις τα παλούκια…
Την 1η του Μάρτη φτιάχνανε οι κοπέλες τη «Μαρτιά» , το «Μαρτάκι» ή τον «Μάρτη» για να μην τις μαυρίσει ο
ήλιος. Είναι ένα παμπάλαιο έθιμο.
Πιστεύεται πως έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα και μάλιστα στα Ελευσίνια
μυστήρια. Οι μύστες των ελευσίνιων έδεναν μια κλωστή, την Κρόκη, στο δεξί τους
χέρι και στο αριστερό πόδι. Τα παιδιά σήμερα το φορούν στον καρπό και είναι
φτιαγμένος από άσπρη και κόκκινη κλωστή. Τα προστατεύει από
τον ήλιο της Άνοιξης , να μην καούν. Το φτιάχνουν από την προηγούμενη μέρα και
το φορούν πριν βγουν από το σπίτι. Σε μερικές περιοχές το έβαζαν και στο μεγάλο δάκτυλο του ποδιού για να μην
σκοντάφτουν ή σαν δαχτυλίδι στο δάκτυλο. Ήταν μια καθαρά γυναικεία δουλειά και όποιες αναλάμβαναν το πλέξιμο του
Μάρτη πρόσεχαν να δουλέψουν μόνο νύχτα, κρυφά, χωρίς να το δει το φως της μέρας.
Στη συνέχεια σαν τελείωναν με το πλέξιμο , τις κλωστές αυτές τις αστροέφεγγαν
δηλαδή τις άφηναν να εκτεθούν όλη νύχτα
στο φως των άστρων και του φεγγαριού που μέχρι το πρωί να έχουν αποκτήσει όλες τις μυστικές ιδιότητες
για την προστασία αυτού που θα το φορούσε. Μαζί έβαζαν κι ένα πιάτο γεμάτο
καρύδια και μέλι για όλη την οικογένεια
να το φάνε πρώτα από οτιδήποτε άλλο το πρωί. Το βραχιολάκι αυτό το βγάζουν στο
τέλος του μήνα και το αφήνουν πάνω στις τριανταφυλλιές ή στις ρογδιές όταν δουν
το πρώτο χελιδόνι. Το αφήνουν εκεί για
να το πάρουν τα πουλιά και μ΄ αυτό να χτίσουν τη φωλιά τους. Οι λόγοι είναι
προφανείς. Τα τριαντάφυλλα είχαν συνήθως κόκκινο χρώμα όπως και οι καρποί
της ρογδιάς δηλαδή το επιθυμητό χρώμα
του προσώπου που δηλώνει υγεία και ευεξία. Στα βρέφη μάλιστα έβαζαν επτά
μαρτάκια και σε κάποια άλλα μέρη της Ελλάδας , τρία, γιατί τα μωρά είναι πιο
ευπαθή στην ηλιακή ακτινοβολία. Και οι παραλλαγές ποικίλουν ανάλογα με την
περιοχή.
Στη Μακεδονία για παράδειγμα αντί κόκκινης κλωστής έβαφαν
τον καρπό του αριστερού χεριού με πορφύρα. Το έθιμο αυτό πέρασε και στο
Βυζάντιο, μόνο που ο πλούτος εδώ άλλαζε το χρώμα της κόκκινης κλωστής σε χρυσή.
Σαν ερχόταν η ώρα να βγάλουν την κλωστή, καλούσαν τους φίλους σε γλέντι και
πριν απ αυτό έκαιγαν την κλωστή σε ένα
πιάτο και από το σχήμα της στάχτης μάντευαν το μέλλον. Σε άλλα μέρη το
«μαρτάκι» το τύλιγαν σε μια πέτρα ,την έβρεχαν μέσα σε πηγάδι για να είναι η
κοπελιά που θα το φορούσε δροσερή ή το έβαζαν στην λαμπάδα της Ανάστασης να
καεί.
Τα παρατηρήματα για την 1η μέρα του Μάρτη δεν σταματούσαν
εδώ. Στην Αθήνα για παράδειγμα η μητέρα
ή η γιαγιά κρατώντας ένα λευκό ανάβαθο πιάτο με λάδι έβαζε τα παιδιά να
κοιτάξουν μέσα το πρόσωπό τους ενώ εκείνη μονολογούσε διάφορες ευχές. Στη Λέσβο τα κορίτσια κοίταζαν μέσα στις
σφίδες ( κιούπια) που υπήρχε λάδι κι έτσι δεν τις έπιανε ο ήλιος. Στα Μέγαρα
έχουν έθιμο να γελούν το Μάρτη δηλαδή να πουν ένα ψέμα για να γελάσουν κάποιον.
Ένα άλλο κακό παρατήρημα που φοβόταν ο λαός μας τις 3 πρώτες μέρες
, τις 3 μεσαίες και τις 3 τελευταίες ή τις 10 πρώτες του Μάρτη ήταν οι
Δρίμες , όντα δαιμονικά που κάνουν κακό στα ξύλα, στα ρούχα και στα
σώματα. Όσα πανιά πλυθούν τούτες τις μέρες
λιώνουν, όσα ξύλα κοπούν σαπίζουν και γι αυτό αποφεύγουν ολότελα να
πλύνουν ρούχα ή αν πρέπει να το κάνουν,
να βάζουν με σα στο νερό ένα πέταλο, γιατί το σίδερο είναι γιατρικό και αποτρέπει τα δαιμόνια. Κανένας δεν λουζόταν όλες αυτές
τις μέρες και δεν έπαιρναν το τσεκούρι
να κόψουν ξύλα. Αλλού οι γυναίκες
πήγαιναν το πρωί πρωί στην εξοχή και νίβονταν με την δροσιά από τα στάχυα του
κριθαριού και τα κουβαλούσαν στο σπίτι . Τα κρεμούσαν στις πόρτες των σπιτιών
και ήταν δροσεροί όλο το χρόνο. Στην Αθήνα η κάθε νοικοκυρά έπαιρνε πρωί πρωί το αμίλητο νερό από το
πηγάδι, έβρεχε λίγο γρασίδι και με αυτό δρόσιζε όλους στην οικογένεια ενώ ακόμα κοιμόντουσαν κι ύστερα ράντιζε και
το σπίτι λέγοντας : Ήρθε ο Μάρτης , ήρθε η γειά σου.
Στην Κίσσαμο πάλι οι νοικοκυρές υποδέχονταν τον Μάρτη με « ζαχαροπούλια »
δηλαδή γλυκά που είχαν το σχήμα του πουλιού.
Από τα πιο χαρακτηριστικά έθιμα της 1ης του Μάρτη είναι αυτό
της χελιδόνας.
Τα παιδιά παίρνουν ένα καλάθι, το γεμίζουν με φύλλα κισσού και περνούν μέσα από
αυτό ένα ραβδί. Στην άκρη του ραβδιού προσαρμόζουν τη χελιδόνα, ένα ξύλο δηλαδή
με ομοίωμα πουλιού. Γύρω από τον λαιμό της χελιδόνας υπάρχουν κουδουνάκια, που
ηχούν, καθώς κινείται το ραβδί από το οποίο αυτή κρέμεται. Τα παιδιά γυρίζουν
από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούν τα κάλαντα του Μάρτη ή όπως αλλιώς τα λέμε τα
χελιδονίσματα Η νοικοκυρά έπαιρνε λίγα φύλλα κισσού, τα τοποθετούσε στο κοτέτσι
για να γεννούν πολλά αυγά οι κότες της και έδινε στα παιδιά ένα- δύο φρέσκα κι
εκείνα πήγαιναν στο επόμενο σπίτι. Ο κισσός είναι σύμβολο αειθαλούς βλάστησης
και θεωρείται μέσο ικανό να μεταδώσει την θαλερότητα και γονιμότητα στις κότες
αλλά και σε άλλα ζώα. Αν η κυρά του
σπιτιού δεν έδινε τίποτα στα παιδιά την κορόιδευαν ή την απειλούσαν. Σε πολλές
περιοχές τα χελιδονίσματα τραγουδιούνται και την 21η Μαρτίου που είναι η επίσημη
ημέρα της Άνοιξης λόγω της εαρινής ισημερίας.
Φέτος στις 3 Μαρτίου γιορτάζουμε την Τσικνοπέμπτη. Είναι η
Πέμπτη της Κρεατινής, η μέρα που ο καθένας και ο πιο φτωχός « θα τσικνίσει στη
γωνιά του» και έτσι η μυρωδιά να απλωθεί παντού. Όλοι οι συγγενείς πρέπει να
μαζευτούν το βράδυ και να μαγειρέψουν στο ίδιο σπίτι. Κι ύστερα θα αρχίσουν τα
μασκαρέματα και θα ξεχυθούν στους δρόμους …
Προχωρώντας στο ημερολόγιο μας σταματάμε στις 9 του Μάρτη. Ημέρα αφιερωμένη στα Άγιους
Σαράντα. Ο αριθμός Σαράντα είναι ιερός στη συνείδηση του λαού μας. Συνηθιζόταν να τρώνε εκείνη την ημέρα οι σαραντόπιτες,
δηλαδή πίτες με 40 φύλλα ή 40 τηγανίτες ή φαγητά από 40 ειδών χόρτα ή όσπρια
που τα μοιράζουν για την ψυχή των ζωντανών.
« Σαράντα φας, σαράντα πιείς, σαράντα δώσε για την ψυχή »
Σε διάφορα μέρη της Ελλάδας συνήθιζαν να καίνε τα σκουπίδια
και να πηδούν τη φωτιά για να κάψουν τους ψύλλους και τα φίδια. Στη Μεσσημβρία
πάλι τα κορίτσια κεντούσαν με σαράντα κλωστές, οι άνδρες έπιναν σαράντα ποτά,
κερνούσαν άλλα σαράντα και έλεγαν και σαράντα ψέματα… Στη Σητεία φύτευαν
δέντρα, κλήματα και λουλούδια γιατί πίστευαν πως μόνο τούτη τη μέρα πιάνουν.
Τότε αποκόβουν και τα αρνιά. Στην Θράκη και την Κρήτη σπέρνουν βασιλικό για να
γίνει φουντωτός και σαραντάκλωνος. Στα Φάρασα της Καππαδοκίας τρώγανε ζοχό για
να μην τους ακουμπούν τα φίδια και οι σαύρες.
Σ΄όλη σχεδόν την Κρήτη συνήθιζαν την ημέρα των Αγίων
Σαράντα να λειτουργούν τον μεταξόσπορο στην εκκλησιά ή να τον σαραντίζουν. Στην
Μεσαρά
έπαιρναν νερό από 40 κύματα και το διατηρούσαν όλο το χρόνο σε ένα
μπουκάλι. Το χρησιμοποιούσαν για να ραντίσουν τους κήπους και να μεγαλώνουν τα
φυτά πιο γρήγορα. Οι Άγιοι Σαράντα είναι
οι αμπελουργοί της λαϊκής παράδοσης. Είναι νέοι, γεροδεμένοι, ,με λεπτά
χαρακτηριστικά και ευγενικές φυσιογνωμίες. Είναι γνωστός ο μύθος που θέλει τον
γέροντα γεωργό να μην πηγαίνει στην εκκλησία την ημέρα της γιορτή τους αλλά στο
αμπέλι του προκειμένου να το σκάψει. Αδύναμος όμως από τα χρόνια είναι αδύνατο
να κάνει καμία δουλειά και τότε εμφανίζονται από το πουθενά σαράντα παλικάρια
που σκάβουν, σκαλίζουν και περιποιούνται το χωράφι του που όταν πια φτάνει το
καλοκαίρι αποδίδει τους καλύτερους
καρπούς. Αυτό γινόταν για δύο συνεχόμενα χρόνια. Τον τρίτο χρόνο ο γέρος
πονηρά σκεπτόμενος πηγαίνει πάλι στις 9
του Μάρτη στο χωράφι του και …περιμένει. Τότε εμφανίζονται τα παλικάρια μόνο
που τούτη τη φορά τον κάνανε μαύρο στα πλευρά και ξερίζωσαν το αμπέλι κι ο λόγος ήταν η πονηράδα και η εξαπάτηση τους
από τον γέρο.
Άλλη μεγάλη γιορτή είναι η μέρα του Ευαγγελισμού. Διπλή
γιορτή, θρησκευτική και εθνική. 25η
Μαρτίου, Ευαγγελισμός της Θεοτόκου που ταυτίζεται στη λαϊκή συνείδηση
με την τελική επικράτηση της άνοιξης.
Επίσης είναι η μέρα που καθιερώθηκε να γιορτάζεται σαν επέτειος κήρυξης της
επανάστασης του 1821. Οι δοξασίες και οι παραδόσεις θέλουν να τρώνε τούτη την μέρα οι άνθρωποι κι
ας είναι μέσα στη Σαρακοστή η γιορτή, ψάρι απ΄ άκρη σ΄ άκρη σ όλη την Ελλάδα.
Πίστευαν επίσης πως την ώρα που ανοίγουν οι ουρανοί και ακούγεται από τον
άγγελο το Χαίρε της Παναγιάς τα δέντρα
σκύβουν και προσκυνούν τη γη που θα δεχθεί τον Υιό του Θεού. Τα φυτά πάλι
αποχαιρετούν με το σπόρο τους τη μάνα γη που τους τον φυλούσε από το φθινόπωρο
για όλο τον χειμώνα και αρχίζουν δειλά
δειλά να μεγαλώνουν. Και οι κοπελιές μαθαίνουν κείνη τη στιγμή τι μπορεί να τους συμβεί και μπορούν
να μάθουν ποιος θα ΄ναι ο άνδρας που θα τις παντρευτεί κι αν δεν το καταφέρουν
εκείνη την ώρα , αν βάλουν ένα κομμάτι ψωμί κάτω από το μαξιλάρι τους τότε
εκείνος θα έρθει να το πάρει και θα τον
δουν στο όνειρό τους.
Την μέρα τούτη τα ανδρόγυνα πρέπει πολύ να προσέχουν
γιατί είναι μεγάλη αμαρτία να πιάσει η
γυναίκα παιδί. Είναι η μέρα του Θεού και το παιδί που γεννιέται τα Χριστούγεννα
και έχει γίνει ή σύλληψή του τούτη την μέρα, δεν προκόβει. Ειδικά στην Κρήτη πιστεύεται
πως οι καλικάντζαροι δεν είναι μόνο τα γνωστά μαυριδερά πειραχτήρια αλλά και τα
παιδιά που είχαν την τύχη να γεννηθούν την ώρα που γεννήθηκε ο Χριστός στις 25
του Δεκέμβρη , εκτός και να η σύλληψη γινόταν στις 24 ή στις 26 του Μάρτη. Τότε
το παιδί δεν κινδύνευε…
Τέλος επειδή όπως λέει ο σοφός λαός , ο Μάρτης ποτέ δεν
λείπει από την Σαρακοστή ας θυμηθούμε τα έθιμα της τελευταίας Κυριακής της
Αποκριάς και της Καθαρής Δευτέρας με την περίφημη Κυρά Σαρακοστή. Μια
γυναικεία φιγούρα που φτιάχνεται από ζυμάρι
(αλάτι – αλεύρι και νερό ) που δεν έχει στόμα για να μην μιλάει και να
κουτσομπολεύει όλες τις μέρες που κρατούσε η νηστεία μέχρι το Πάσχα. Έχει επτά πόδια όσες και οι
εβδομάδες μέχρι το Μεγάλο Σάββατο. Τα χέρια της είναι σταυρωμένα σαν να
προσεύχεται και η ποδιά της γεμάτη με νηστίσιμα φαγητά. Τα πιο παλιά χρόνια την
κρεμούσαν στο ταβάνι ή δίπλα στο εικονοστάσι και χρησίμευε σαν ημερολόγιο.
Όσο για την Καθαρή Δευτέρα που φέτος είναι στις 14
Μαρτίου ας θυμηθούμε τα λόγια ενός σπουδαίου λαογράφου για το έθιμο του Χαρταετού,του Δημήτρη
Λουκάτου :
« …Όποιος δεν έπαιξε
ποτέ του χαρταετό, δεν κοίταξε όσο χρειάζεται ψηλά. Όποιος δεν ένοιωσε την
αντίσταση του μεγάλου σπάγκου, δεν εκατάλαβε την δύναμη του αέρα. Κι όποιος δεν
εφώναξε με την ευθύνη και την πρωτοβουλία του παιδιού που βλέπει να κινδυνεύει
στο ψηλό μετεώρισμά του ο αετός, δεν ένοιωσε τη χαρά του να τα βγάζεις πέρα
μόνος σου με τη Φύση… »
Καλό μήνα !
ΠΗΓΕΣ :
*»Νεράιδες, Ξωτικά και …παραμύθια», Συλ. Παραμυθιών, Ελένη
Μπετεινάκη, 2016
Γ.Α. Μέγα « Ελληνικαί εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας
»,Αθήνα 1963
Οι 12 μήνες ,Τα λαογραφικά, Κυριακίδου – Νέστορος Άλκη, εκδ. Μαλλιάρης Παιδεία, Θεσσαλονίκη
1982
Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη, Νίκος Ψιλάκης, εκδ. Καρμάνωρ
« Πασχαλινά και της Άνοιξης»,Λουκάτος Δημήτρης, 1980
δημοσιεύτηκε στις 1 Μαρτίου 2016 στο cretalive.gr :http://www.cretalive.gr/opinions
δημοσιεύτηκε στις 1 Μαρτίου 2016 στο cretalive.gr :http://www.cretalive.gr/opinions
ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΟ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ πολύ!
Διαγραφή