Το παραμύθι της βροχής

Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025

Η Μαγεμένη* …στα Παραμύθια του Σαββάτου!


Γράφει η Ελένη Μπετεινάκη

Το σπίτι του Αλί ήταν στη γειτονιά που υπήρχε η «Καμάρα». Από το παράθυρό του τις νύχτες με φεγγάρι παρατηρούσε όλες τις μαρμάρινες μορφές.  Κι ήταν σαν να ζωντάνευαν κα γίνονταν ήρωες των παραμυθιών του τόπου του ή των μύθων και νέων ιστοριών που τον τελευταίο καιρό ανακάλυψε και μαγευόταν.


Ταξιδεύοντας Καλαμάτα! 
Προσπαθώντας να εξερευνήσει τις γειτονιές πέρα
από το σπίτι του, πρώτη  του στάση ήταν στην πέτρινη βρύση κάτω από τον γερό πλάτανο της Πλατείας. Εκεί ανακάλυψε την  γοργόνα και σκύβοντας να πιει νερό η φωνή ενός συνομήλικού του, τον τρόμαξε. Έτρεξε να κρυφτεί αλλά σύντομα κατάλαβε πβς η φωνή ήταν φιλική. Δημήτρης λεγόταν το αγόρι που προσπαθούσε να τον σώσει από το να πιεί μη πόσιμο νερό και συγχρόνως να τον μυήσει σε νέες ιστορίες και περιπέτειες. Κι έτσι μαθαίνει τον μύθο της γοργόνας της αδελφής του Μέγα Αλέξανδρου και την …Ιστορία μας. Τα δυο παιδιά δεν άργησαν να γίνουν φίλοι και να ξεκινήσουν τις αποδράσεις από την γειτονιά τους προκειμένου να ανακαλύψουν την πόλη που έμεναν. Πρώτος τους στόχος να φύγουν μακριά από την «Καμάρα» με ένα ιππήλατο τραμ, της εποχής, χωρίς να τους πάρει μυρωδιά κανείς και να βρεθούν στην πολύβουη αγορά με το Ανατολίτικο παζάρι. Στη συνέχεια θα έφταναν στο μέρος που ο παππούς του Δημήτρη έλεγε πως υπήρχαν πάρα πολλά αρχαία μάρμαρα κι ίσως εκεί να ανακάλυπταν κι εκείνοι έναν «Μαρμαρωμένο Βασιλιά».  Θα αρχίσουν την εξερεύνηση, θα χαθούν και θα βρεθεί ο Τζάκο, γιος ενός έμπορα, που θα τους βγάλει από τον … «Λαβύρινθο».


Φτάνοντας στον πρώτο τους προορισμό ο Τζάκο είχε μια ενδιαφέρουσα ιστορία να τους πει για τις «Μαγεμένες », μαρμάρινες θεές, αγάλματα, που κοσμούσαν κάποτε το σπίτι ενός πλούσιου. Κι όταν η φήμη των υπέροχων αγαλμάτων έφτασε στα πέρατα του κόσμου, πολλοί ταξιδευτές έρχονταν να θαυμάσουν αλλά και να αγοράσουν κομμάτια τους. Λέγαν οι γείτονες κι οι κάτοικοι της πόλης πως τούτα τα αγάλματα είχαν τόση ζωντάνια κι ομορφιά που έμοιαζαν με αληθινά. Τις νύχτες με φεγγάρι νόμιζαν πως τις άκουγαν να μιλάνε σιγανά. Κι όταν πουλήθηκαν οι περισσότερες από αυτές, και ξενιτεύτηκαν, σαν άλλες Καρυάτιδες,  η μια που έμεινε λένε πως την άκουγαν τα βράδια να κλαίει για τις χαμένες της αδελφές…

Η περιπέτεια αρχίζει να αποκτά περισσότερο ενδιαφέρον όταν βρίσκουν στα χαλάσματα ένα μικρό κορίτσι που κλαίει και φοβάται για τι έχει χάσει τον δρόμο και τον πατέρα της. Η Νίκη προστίθεται στην συντροφιά κι όλοι μαζί πιά ψάχνουν να βρουν τον μπαμπά της προσπαθώντας να φτάσουν στο λιμάνι. Για να φτάσουν όμως εκεί έπρεπε να περάσουν από την «Σκύλα και την Χάρυβδη» δηλαδή από την συναγωγή ή από το τείχος που γινόταν καθημερινά μεγάλος πετροπόλεμος. Η ιδέα ήταν  να ντυθούν με πρόχειρα μεταλλικά σκουπίδια ( λεκάνες, κουβάδες, υφάσματα κ.α) σαν πανοπλίες που βρήκαν πετάμενα εδώ κι εκεί,  και να διασχίσουν τον δρόμο μπροστά στο τείχος  με πολλή μεγάλη ταχύτητα. Κι αφού τα κατάφεραν,  έφτασαν στο λιμάνι όπου ένας καινούργιος φασαριόζικος κόσμος τους περίμενε. Φασαρίες, καυγάδες και ξύλο στην προκυμαία ήταν η αιτία να εμφανιστούν οι «τσανταρμάδες», οι χωροφύλακες δηλαδή, και να ξαναχαθούν στην προσπάθεια τους να κρυφτούν και να μην αναμειχτούν στα παράξενα που συν έβαιναν. Χάσανε την Νίκη και ψάχνοντας την βρέθηκαν σε μια απόμερη γωνιά του λιμανιού κοντά σε ένα μικρό σαπιοκάραβο το «Medousa».Το πλήρωμά του έμοιαζε πειρατικό αλλά ήταν κάτι χειρότερο. Λαθρέμποροι που προσπαθούσαν να μεταφέρουν αρχαία αγάλματα…


Η περιπέτεια γίνεται ακόμα πιο δύσκολη όταν τους ανακαλύπτει ένας από τους γεροδεμένους ναύτες και …

Η συνέχεια στο βιβλίο, που θα σας συναρπάσει ίσαμε την τελευταία του σελίδα.

Μια υπέροχη περιπέτεια σε κείμενο και εικονογράφηση του Πέτρου Χριστούλια που μας ταξιδεύει σε άλλες εποχές, στην Θεσσαλονίκη,και συγκεκριμένα κατά την Οθωμανική περίοδο. Μέσα από μια παρέα παιδιών, εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους μας ζωντανεύει με μυθιστορηματικό τρόπο μια ιστορία από την Ιστορία. Το κείμενο συναρπαστικό γεμάτο από την σπιρτάδα της ηλικίας, την περιέργεια, την άγνοια, την θέληση για μάθηση, για παιχνίδι, για νέες ανακαλύψεις και για μπλεξίματα που δημιουργούν ποικίλα συναισθήματα. Η νιότη, η φιλία, η παρέα και η ανάγκη την ανακάλυψης οδηγούν την πλοκή της ιστορίας δίνοντάς μας ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα.

Βασικό θέμα οι Καρυάτιδες της Θεσσαλονίκης (Las Incantadas)* και η εκπληκτική ιστορίας τους γραμμένη αριστοτεχνικά, με πολλή φαντασία και μοναδικές εικόνες μιας πόλης που δεν ησυχάζει ποτέ.


Μια ιστορία με ροή αφήγησης που κρατάει σε  εγρήγορση τον αναγνώστη, γεμάτη πολιτισμικά και ιστορικά στοιχεία χωρίς να κουράζει.

Αριστοτεχνικά εικονογραφημένη από τον Πέτρο Χριστούλια, αναμενόμενα άρτια γραφιστικά που τον κατατάσσει για μια ακόμη φορά στους καλύτερους εικονογράφους comics και όχι μόνο.

Το βιβλίο το διάβασα πολλές φορές. Με συντρόφεψε σε δύο τουλάχιστον ταξίδια μου στην Ελλάδα, θεωρώντας το καλύτερο ανάγνωσμα σε μεγάλες διαδρομές.

Να το ψάξετε, να το χαρίσετε σε παιδιά που λατρεύουν τις περιπέτειές , που θα αναζητήσουν όλους τους μύθους που αναφέρει μέσα ο Πέτρος και θα θελήσουν να ανακαλύψουν  οπωσδήποτε και την Ατμομηχανή αν δεν την έχουν διαβάσει ήδη.

 

Περισσότερες πληροφορίες για τις «Μαγεμένες» - Las Incantadas  : https://www.offlinepost.gr/2024/01/11/las-incantadas-oi-kariatides-tis-thessalonikis-kai-o-gallos-elgin/

 

*Η Μαγεμένη, Πέτρος Χριστούλιας, εκδ. Ίκαρος

https://ikarosbooks.gr/1269-i-magemeni.html?srsltid=AfmBOorZp5F8eznIDN5EUnq9-p-xb_PPz7UZjsFCDk6lBPDAEnk1AIVQ

Το βιβλίο έχει πάρει τις εξής διακρίσεις :

ü  Λογοτεχνικό Βραβείο για παιδιά  του περιοδικού «ο Αναγνώστης» για το 2025

ü  Βραχεία λίστα του Κύκλου Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου ΙΒΒΥ  2025 στην κατηγορία  παιδικού βιβλίου (για παιδιά Δημοτικού)

https://zhtunteanagnostes.blogspot.com/

Η Λαμπίτσα* …στα Παραμύθια του Σαββάτου!

 

Γράφει η Ελένη Μπετεινάκη    
Πάντα μου άρεσαν τα βιβλία που η ιστορία τους διαδραματίζεται σε έναν φάρο. Το περυσινό καλοκαίρι διάβασα ίσαμε τρεις φορές το: Η Τζούλια κι ο καρχαρίας, της Κίραν Μίλγουντ Χάργκρεϊβ. (Εδώ!) και ξαφνικά φέτος ήρθε στα χέρια μου η Λαμπίτσα της Ανέτ Σχαάπ, των εκδόσεων Καστανιώτης, που κυκλοφόρησε, τον Μάρτιο του 2025.

Μια συγκλονιστική περιπέτεια γύρω από την ζωή της μικρής Αιμιλίας ή Λαμπίτσας, του αλκοολικού, βίαιου, σκληρού και ανάπηρου πατέρας της, του Αύγουστου, έναν φάρο κι ένα Μαύρο Σπίτι, που όλοι λέγαν πώς μέσα του ζούσε ένα τέρας.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή!


Το βιβλίο ίσως να απευθύνεται σε νεανικό – εφηβικό κοινό, αλλά εγώ νομίζω πως είναι εξίσου ένα σπουδαίο ανάγνωσμα για ενήλικες.

Λαμπίτσα- Αύγουστος- Φάρος, τρεις λέξεις που σε προδιαθέτουν για μια υπέροχη καλοκαιρινή περιπέτεια γεμάτη πεφταστέρια, ολόγιομα φεγγάρια και ναυτικές ιστορίες με πειρατές, ναυάγια και καλό τέλος. Όμως δεν έχουν ακριβώς έτσι τα πράγματα.

Τους πειρατές και τα ναυάγια κρατάμε μόνο, και ξεκινάμε το διάβασμα από την αρχή. Σε έξι μέρη χωρισμένο το βιβλίο με πολλά μικρά κεφάλαια, περίπου δέκα το καθένα τους  και με μια πλοκή που ξεκινάει σχεδόν από την πρώτη στιγμή.


Όλα ήταν όμορφα μια φορά κι έναν καιρό σε εκείνο το κομμάτι γης που δεν ήταν νησί ακριβώς αλλά ένα κομμάτι ξηράς που συνδεόταν με την υπόλοιπη χώρα με ένα στενό δρόμο. Και γλέντια γίνονταν εκεί, και ιστορίες για σπουδαίους θαλασσόλυκους και πειρατές ακούγονταν, κάποτε. Τώρα όμως όλα αυτά έχουν αλλάξει…

Η Αιμιλία που όλοι την φωνάζουν Λαμπίτσα είναι ένα μικρό κορίτσι ορφανό από μάνα, και με ένα πάτερα που έχει χάσει το ένα του πόδι από το γόνατο και κάτω, και δεν μπορεί να ξεπεράσει τον θάνατο της αγαπημένης του γυναίκας. Η Λαμπίτσα είναι ένα σχεδόν αόρατο παιδί γι αυτόν, που τον φροντίζει, τον ανέχεται, τον «ζει» και τον βοηθάει να ανάψει, με ένα και μόνο σπίρτο, τον Φάρο,  κάθε απόγεμα, ανεβαίνοντας εκείνη τα εξήντα ένα σκαλοπάτια του. Μόνο εκείνη την ημέρα που ξέσπασε μια πολύ δυνατή καταιγίδα, η Λαμπίτσα είχε ξεχάσει πως χρειάζονταν σπίρτα και προσπαθώντας, παλεύοντάς, κυριολεκτικά, με τα στοιχειά της Φύσης, να φτάσει στο μαγαζί του κ. Ροδόξυλου, να καταφέρει να τα πάρει αλλά κι εκείνης να της τα πάρει ο άνεμος, να συμβεί το κακό. Εκείνη να μένει αναίσθητη στην παραλία παρασυρόμενη από τον άνεμο και το νερό κι ο θυμωμένος πατέρας της να μην καταφέρει να ανάψει τον Φάρο και να προκληθεί ένα ναυάγιο που θα τους στιγματίσει την ζωή για τα επτά τουλάχιστον χρόνια που θα ακολουθήσουν. Όταν η Λαμπίτσα θα καταφέρει την επόμενη μέρα να επιστρέφει στον Φάρο, ο πατέρας της να προσπαθεί να πλάσει μια ιστορία, να την πουν στις Αρχές, μήπως και σωθούν, αλλά το κορίτσι μην αντέχοντας τα ψέματα θα ομολογήσει πως έγιναν τα πράγματα. Η Λαμπίτσα θα αποσπαστεί βίαια από τον πάτερα της για να εκπληρώσει την ποινή τους στο σπίτι του Ναυάρχου και ο Αύγουστος θα φυλακιστεί μέσα στον Φάρο υποχρεωμένος να τον ανάβει πια ο ίδιος κάθε μέρα. Ένα σωστό μαρτύριο και για εκείνον αφού θα πρέπει να ανεβοκατεβαίνει τα μικρά και απότομα σκαλοπάτια του.

Και η μεγάλη περιπέτεια αρχινά. Η Λαμπίτσα ένα θαρραλέο και τολμηρό κορίτσι θα βρεθεί στο παράξενο σπίτι, με παράξενους ανθρώπους, διαφορετικούς, με πολλά κρυμμένα μυστικά και ήχους από το πάνω πάτωμα και από ένα δωμάτιο που δεν έπρεπε να πλησιάσει. Ποιος σταματάει όμως ένα περίεργο νεαρό κορίτσι που έχει μάθει να αγωνίζεται, να ξεπερνά κινδύνους και να παλεύει για την ίδια του τη ζωή;

Σιγά σιγά θα καταφέρει να γίνει φίλη με όλους τους κάτοικους του σπιτιού ακόμα και με το «τέρας», που δεν είναι άλλος από ένα γοργονόπαιδο, γιο του ναυάρχου από την  σχέση του με μια πανέμορφη γυναίκα-γοργόνα. Μια ιστορία στα όρια της Φαντασίας που όμως κουβαλάει σημαντικά μηνύματα και συμβολισμούς που έχουν να κάνουν με την αποδοχή της διαφορετικότητας, την εκτίμηση, την πατριαρχία, την εκμετάλλευση, την απόκρυψη και περιθωριοποίηση ανθρώπων και καταστάσεων για κοινωνικούς λόγους. Θέματα όπως η απώλεια, η γονεϊκότητα, η αποδοχή, η φιλία, η εξουσία, η εκμετάλλευση περιγράφονται και παρουσιάζονται εκτενώς δίνοντας την ίδια στιγμή θάρρος, τόλμη και δύναμη να αντιμετωπιστούν ακόμα και αν αυτό φαίνεται αδύνατο.



Η ελευθερία είναι το μεγάλο μήνυμα και στόχος του βιβλίου. Η ελευθερία της ψυχής  και του σώματος, όχι για εκμετάλλευση αλλά για τις επιθυμίες του καθενός. Οι ξεπερασμένες αντιλήψεις και το σταμάτημα των αποσιωπημένων ιστοριών. Το να ανήκει κάποιος εκεί που νιώθει  καλά και να μπορεί να  εξελίσσεται. Να κυκλοφορεί ελεύθερα χωρίς ταμπέλες και περίεργα βλέμματα. Ο καθένας έχει δικαίωμα να εκφράζεται, να ζει την δική του ζωή και να μην επιτρέπει στον άλλο να τον εξουσιάζει ή φυλακίζει.

Μια απίστευτη περιπέτεια, καλογραμμένη, με εικόνες άλλης εποχής και τόπων, με μυστήριο, αγωνία, ανατροπές και αγαπη που δεν ξέρει πως να εκφραστεί.

Συγκλονιστική η γραφή της Ανέτ Σχαάπ που δεν σε αφήνει να σταματήσεις το βιβλίο πάρα μόνο σαν το τελειώσεις. Εκπληκτική η διαδρομή μιας εποχής που μας γυρίζει πίσω σε έναν κόσμο αυταρχικό, που εκμεταλλεύεται στο έπακρο τους ανθρώπους με αναπηρία, δυσμορφία και νοητική στέρηση. Ένας αλλόκοτος κόσμος όπως εκείνος του τσίρκου που εκτελούν νούμερα πλάσματα διαφορετικά και περιθωριακά, απλώνεται μπροστά μας.  Η δύναμη της αλληλεγγύης όμως και τα απωθημένα πολλών χρόνων και καταστάσεων καταφέρνουν με μικρή παρότρυνση να ξεπεραστούν όρια και παγιωμένες καταστάσεις.

Σχέσεις γονιών και παιδιών που δοκιμάζονται, καταρρέουν και επανασυνδέονται.

Τρυφερό, αληθινό, περιπετειώδες, μυστηριακό, συναρπαστικό κι αν κι είναι σχεδόν παραμύθι και άκρως φανταστικό, μας προσγειώνει σε μια πραγματικότητα που την συναντάμε ακόμα και σήμερα.

Κι όπως λέει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου :  «Αλλά κυρίως είναι μια ιστορία για το θάρρος, για το πώς μπορείς να κάνεις ένα σωρό πράγματα που δεν είχες σκεφτεί ποτέ.»

Ενδιαφέρον στο βιβλίο είναι επίσης και οι εικόνες στα σαλόνια του, κάθε φορά που αλλάζει μέρος, σε ασπρόμαυρη μορφή σχεδιασμένες από την ίδια την συγγραφέα.

Το βιβλίο επίσης κατακτήσει πολλά βραβεία στην Ευρώπη (Βραβείο Nierike van Hichtum 2017 -Ολλανδία, Βραβείο Woutertje Pieterse 2018, Ολλανδία, Βραβείο Gouden Griffed 2018, Ολλανδία, Βραβείο Boekenleeuw 2018, Ολλανδία,Υποψήφιο για το Carnegie Medal 2020,Hνωμένο Βασίλειο, Βραβείο Strega Ragazze e Ragazzi 2021, Ιταλία, Βραβείο Bookseller 2021 - Καταλονία, Βραβείο Μετάφρασης 2021- Νορβηγία, Βραβείο Silver Star 2022, Σουηδία, και συνεχίζει τις διακρίσεις.

Ένα πολύ δυνατό ανάγνωσμα για τις καλοκαιρινές διακοπές και όχι μόνο!

Ψάξτε το, οπωσδήποτε!

Δείτε εδώ περισσότερες πληροφορίες :   https://www.kastaniotis.com/catalog/product/view/id/16657?srsltid=AfmBOoqz-UNsI87PYGzh354kgSr2ocvu8lWvVrd1rqsATEdO8o9-TRLH

 

*Η Λαμπίτσα, Ανέτ Σχάαπ, εκδόσεις Καστανιώτης

 

https://zhtunteanagnostes.blogspot.com/

 

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2025

Στον Ιούλη τον Δευτερόλη και Χορτοκόπο!

Κάποιες φορές στο δρόμο μου συναντώ ένα παραμύθι ...

Κάθομαι τότε και πιάνουμε κουβέντα ...

Της Ελένης Μπετεινάκη

Στον Ιούλη τον Δευτερόλη και Χορτοκόπο!

Μέρες τώρα τριγυρίζω τα σοκάκια των Αρχανών. Ψάχνω να βρω ψεγάδια στις μαγικές αυλές του …Παραδείσου. Μόνο χρώμα, ομορφιά και καλοκαίρι παντού. Μόνο ζωή που υμνείται στα πέταλα ενός κατακόκκινου τριαντάφυλλου, μια μανόλιας που σε μεθά με τ’ άρωμά της. Χθες βράδυ ξενύχτησα σε ένα παραμύθι-δρόμο κι έπιασα κουβέντα με τις κολοκύθες, τους κρητικούς τσούκους και τ’ αστέρια. Ξάπλωσα πάνω στην πέτρα που΄ταν βαμμένη στις άκρες της με ασβέστη που ΄λαμπε πιο πολύ απ’ το φως του μισοφέγγαρου. Πόσα πράγματα συζητήσαμε με τους χρωματιστούς φίλους μου. Όλοι είχανε μια χαρά που θα΄ρχοταν τα μεσάνυχτα ο Ιούλιος κι ας ξέρανε πως θα τρέχε ποτάμι ο ιδρώτας από τα κορμιά τους και θα ΄θελαν πιο πολύ από ποτέ το δροσερό νερό να τους ποτίσει. Ένας γρύλος κρύφτηκε πίσω από το φανάρι που δίνε στον τόπο μαγικό φωτισμό κι ένιωσα πως που μιλούσε για τα όμορφα, τα περασμένα και μάντευε τα μελλούμενα που θα φέρνε τούτος ο Δευτερόλης μήνας, ο Χορτοκόπος.

Μπήκα λοιπόν στο παραμύθι και πιάσαμε την άκρη της κατακόκκινης κλωστής και αρχίσαμε τις θύμησες, τα λόγια και τις εικόνες αλλοτινών καιρών…

Στα μποστάνια μπήκα και μάζεψα όλους τους ανθούς των κολοκυθιών. Σε ένα μεγάλο κοφίνι έβαλα τα ώριμα αγγουράκια, τις ντομάτες και τα μεστωμένα καρπούζια. Έκαιγε το χώμα, έσκαγε η γης ζητώντας παρηγοριά σε λίγες σταγόνες δροσιάς.

Ο Σιγανός, το σκιάχτρο μου φάνηκε απότομα χαμογελώντας. Το περιβόλι του κυρ Γιάννη και δικό του ήταν παραφορτωμένο τούτη τη φορά. Έβγαλε το ημίψηλο καπέλο του να με καλωσορίσει…

Έτρεξα στα κατακίτρινα χωράφια με τα φρεσκοκομμένα δεμάτια από στάχυα… Τ’ αλώνια γύρεψα τα κυκλικά κι ασπρισμένα. Να στήσω χορό κι εγώ μαζί με τα βόδια που γυρνούσαν τραβώντας το βολόσυρο*. Να πιάσω το θρινάκι*, να φυσήξει ο αγέρας να πάρει ψηλά το ελαφρύ άχυρο, να πέσει στα πόδια μου ο καρπός. Να τον κοσκινίσω ύστερα με το δριμόνι*, να διώξω τα σκύβαλα* και τις πέτρες, να ξεχωρίσει το πολύτιμο στάρι να ΄ναι έτοιμο για φόρτωμα και να σταλεί στην Κάτω Πέτρα του Μύλου. Κι εκεί τις νύχτες να ξυπνήσουν τ’ αερικά κι οι νεραΐδες και στήσουν παράξενο γλέντι με τους αλαφροΐσκιωτους λυράρηδες.

Να κοιμηθώ θέλησα τις νύχτες κάτω από τον ξάστερο ουρανό, πάνω στις ζεματισμένες από την κάψα του ήλιου ταράτσες. Και έψαχνα να βρω όλους τους αστερισμούς. Πιο καθαροί από ποτέ η Μικρή κι Μεγάλη Άρκτος, ο Περσέας, η Κασσιόπη, ο Ερμής. Ο Πήγασος, ο Λέοντας και κει κατά το ξημέρωμα ο Σκορπιός να καλημερίζει τον Ήλιο, το αφέντη της μέρας…


Κι ύστερα θέλησα να χωθώ κάτω από τα πλατιά φύλλα της συκιάς με το γαλακτερό υγρό και ας την φοβούνταν οι παλιοί γατί τα κλαδιά της μοιάζανε με μάγισσες που  είχαν ανοίξει τα χέρια να αρπάξουν όλα τα καλούδια της γης. Να γευτώ τον πολύτιμο καρπό της. Να σκαρφαλώσω στην μεγάλη καρυδιά, να γίνουνε  μαύρα τα χέρια από τα φρέσκα καρύδια. Να κόψω όλες τις κοντούλες (αχλάδια) και τα κεράσια απ’ το περβόλι μας στη Ρίζα του βουνού.


Να χαθώ στα δεκάδες ξωκλήσια που είναι στημένα τα πιο τρανά πανηγύρια του χρόνου. Της Αγιά Μαρίνας, του Αϊ Λια, της Αγίας Χριστίνας, της Αγίας Παρασκευής και του Αγίου Παντελεήμονα. Να μυρίσει ο αγέρας καπρικό και φύλλα λεμονιάς. Να μαζέψω χωνιά με τις ζαχαρωτές μαντινάδες και τα μικρά ψεύτικα δακτυλίδια που ήτανε  γιομάτοι οι πάγκοι των μικροπωλητάδων.

Να περπατήσω ώρες ατέλειωτες στην αμμουδιά, να δω τον ήλιο να ανατέλλει όλα τα πρωινά που βάφεται ροζ η Ανατολή και πορφυρή η Δύση και να βουτά ξανά στην απέραντη θάλασσα θέλοντας κι εκείνος να δροσιστεί στην άκρη του ορίζοντα.

Κουβέντα στην κουβέντα και θύμηση στη θύμηση κόντευε να τελειώσει το παραμύθι μέσα στην λουλουδιασμένη αυλή και να ΄σου φουριόζος ο Ιούλης με ένα χαμόγελο που άστραψε η νύχτα. Όλα τούτα κρατούσε στο σεντούκι του. Ξυπόλυτος και ολόφρεσκος μου ‘δωσε το χέρι να με τραβήξει να φύγουμε να προλάβουμε την Ανατολή που θα ήταν,  λέει η πιο λαμπρή των τελευταίων ημερών…. Τον ακολούθησα, ήθελα να μαζέψω  κι άλλες εικόνες, καινούργιες τούτη τη φορά από τα ψαροκάικα, τα γαλανά νερά της θάλασσας και τον πέτρινο όγκο του Άρχοντα-Κούλε στο έμπα  του δικού μας λιμανιού. Να πιάσουμε  καινούργια κλωστή για το καλωσόρισμα του δεύτερου μήνα του καλοκαιριού. Να ξεκινήσουμε  κουβέντες για καινούργιο παραμύθι!


“Στ’ αλώνια καλοσάρωτα και ξεχορταριασμένα θα ξαπλωθούν οι θημωνιές ξανθόμαλλες πλεξίδες”, λέει ο ποιητής μας  Γιώργος Δροσίνης

Ιούλιος μπήκε  αλωνάρης, αλωνιστής, αλωνίτης, αλωνιάτης, αλωνευτής, χαλαζάρης, δευτερόλης, δευτερογιούλης, Αηλιάς ή Αηλιάτης,  Φουσκομηνάς,  Χασκομηνάς, Γυαλιστής ή Γυαλινός, Αηκερατίτης και Χορτοκόπος. Ονομασίες που συναντάμε σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και δηλώνουν συνήθως τις γεωργικές δουλειές ή συνήθειες που ίσχυαν για κάθε τόπο.

Πρωτομηνιά είναι η  γιορτή είναι  των Αγίων Αναργύρων που τους ονόμασαν έτσι γιατί αν και γιατροί ποτέ δε έπαιρναν ούτε ένα “αργύριο” για να θεραπεύσουν κάποιον. Tην επομένη στις 2 του μήνα, είναι της Παναγιάς της Βλαχέραινας ή Καψοδεματούσας  γιατί λένε πως έκαιγε στ ‘αλώνια τα δεμάτια αυτών που δεν κρατούσαν αργία τούτη τη μέρα. Στις 3 του Ιούλη γιορτάζει ο Άγιος Υάκινθος,  ο δικός μας άγιος του έρωτα και των αγνών αισθημάτων, της δημιουργίας και της έμπνευσης. Στις 4 του μήνα είναι του Αγίου Ανδρέα Κρήτης, στις 7 της Αγίας Κυριακής, στις 8 του Αγίου Προκοπίου, στις 15 του Αγίου Κήρυκου του Ιουλίτη προστάτη των παιδιών για τους τραυματισμούς,  ίσαμε την μεγάλη γιορτή της Αγιά Μαρίνας στις 17. Εκείνη τη μέρα λένε πως είναι ώριμα τα σταφύλια και τα σύκα γι αυτό και η μνήμη της γιορτάζεται με εξόδους στα αμπέλια και στους λαχανόκηπους με τις μεγάλες συκιές  και τα παράξενα φύλλα που τις νύχτες με φεγγάρι για όλους όσους ξενυχτούσαν στην εξοχή έπαιρναν μορφή και άλλοτε γινόταν μάγισσες, άλλοτε νεράιδες ή φοβέρες νυχτερίδες που τρόμαζαν καθώς κουνιόταν με το πρώτο αεράκι που συντρόφευε τις καυτερές νύχτες του Δευτερόλη μήνα. Η Αγιά Μαρίνα προστάτευε  και από τα βλαπτικά ζωύφια γι αυτό και γινότανε αγιασμός και ραντισμός των σπαρτών από τα σκαθάρια και τα άλλα «έχνη» που γέμιζαν τα χωράφια. Ακόμα λένε πως η Αγία είναι προστάτιδα των καχεκτικών παιδιών και « μάραινε» τα εξανθήματα από την ευλογιά !


Ακολουθεί η μεγάλη γιορτή του Προφήτη Ηλία στις 20 του Ιούλη που θεωρούνταν έφορος της βροχής, των ανέμων, των βροντών και των κεραυνών. Λέγανε πως έτρεχε στον ουρανό με την άμαξά του καταδιώκοντας κάποιον δράκο ή τον διάβολο και κρατώντας πάντα για όπλο του τον κεραυνό. Η παράδοση τον θέλει να είναι ναύτης που επειδή έπαθε πολλά στη θάλασσα και κόντεψε να πνιγεί αρκετές φόρες,  βγαίνει στη στεριά και αποφασίζει  να πάει σε μέρος που δεν έχουν δει θάλασσα ποτέ. Βάζει στον ώμο του ένα κουπί κι όποιον συναντά στο δρόμο του τον ρωτά αν ξέρει τι είναι τούτο που βαστά. Όταν του λέγαν πως ήξεραν κείνος τραβούσε όλο και ψηλότερα και σαν έφτασε στην κορφή ενός βουνού του παν πως τούτο δεν ήταν τίποτα άλλο παρά ένα κομμάτι ξύλο. Έτσι αποφάσισε να μείνει για πάντα εκεί ψηλά. Μύθος που έχει τις ρίζες του σε εκείνον του Οδυσσέα  που παρακινείται από τον Τειρεσία, σαν σκοτώνει τους μνηστήρες να τραβήξει όσο πιο ψηλά μπορεί και σαν θα φτάσει σε μέρος που δεν γνωρίζουν από καράβια ή κουπί να το μπήξει στη γη και να θυσιάσει στον Ποσειδώνα.  Συνδέεται επίσης  με τον Ήλιο που ταυτιζόταν με τον  Δία που σαν θεός των μετεωρολογικών φαινομένων λατρευόταν πάνω σε βουνοκορφές. Έτσι εξηγούνται και οι φωτιές που ανάβονταν στις κορυφές  μα και οι θυσίες πετεινών που ως αγγελιοφόρος της ημέρας θεωρήθηκε από τους αρχαίους Έλληνες σύμβολο του Ήλιου και από την φωνή του έβγαζαν προγνωστικά για τον καιρό. Την παραμονή του Αϊ Λιά γινόταν δέηση στον προφήτη γιατί οι ζέστες πια ήταν ανυπόφορες , η λεγόμενη Περπερούνα για να ρίξει μια βροχή να δροσιστούν. Το έθιμο ήθελε να στολίζουν  με πράσινα χόρτα ένα κορίτσι ορφανό που το πήγαιναν στο ποτάμι και έβρεχαν τα ρούχα τους και στη συνέχεια χόρευαν όλοι μαζί και τραγουδούσαν:


Θέ μου βρέξε μια βροχή, μια βροχή μια σιγανή, μια βροχή καλή βροχή.

Σε πολλά ξωκλήσια επίσης επειδή πίστευαν πως και τούτος ο Προφήτης προστάτευε από αρρώστιες γινόταν περισχοινισμός δηλαδή περιτύλιξη της εκκλησίας με κέρινο νήμα αλλά και του ασθενή ή τύλιγαν το κεφάλι του με στάχυα  και έτσι έφευγε ο πόνος.

Ο μήνας τελειώνει με πολλά πανηγύρια ακόμη ανάλογα την περιοχή. Στις 22 η Αγιά Μαρκέλλα, στις  24  η Αγιά Χριστίνα, στις 25  είναι η Κοίμηση της Αγίας Άννας και ακολουθούν οι γιορτές δύο θεραπευτών αγίων της Αγίας Παρασκευής  της Δρακοντοκτόνου στις 26 που προστατεύει τα μάτια. Λένε επίσης πως προστάτευε και από την χολέρα ή πανώλη. Στην Κρήτη την  αποκαλούν  και «Πεφταργά». Φτάνουμε στη γιορτή  του Αγίου Παντελεήμονα στις 27 Ιουλίου, προστάτης όλων σχεδόν των αναπηριών κι είναι γνωστή η παροιμία : « Κουτσοί, στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα ».

«Μέρες ετοιμαζόμασταν για το πανηγύρι του Αγίου Παντελεήμονα που γινόταν στο διπλανό χωριό. Ξέραμε πως θα βρίσκαμε όλα τα παιχνίδια που είχαμε ονειρευτεί και μετράγαμε ξανά και ξανά το χαρτζιλίκι μας να δούμε αν θα μας έφτανε. Από νωρίς το πρωί σαν ξημέρωνε η παραμονή πλέναμε την καρότσα του φορτηγού  και σαν στέγνωνε στρώναμε την κουβέρτα και περιμέναμε να βραδιάσει. Και σαν έφτανε η πολυπόθητη ώρα ξαπλώναμε όλοι και δεν μας ένοιαζαν ούτε οι λακκούβες στο δρόμο, ούτε ο φοβερός θόρυβος της μηχανής. Ήμασταν τόσο κοντά στο όνειρο …

Φτάναμε στους Κουνάβους κι αν και έπρεπε να παρκάρουμε πολύ μακριά , δεν το σκεφτόμασταν,  μόνο να φτάσουμε γρήγορα θέλαμε,  να ανάψουμε ένα κερί στη χάρη του Αγίου και να ψωνίσουμε τις μοναδικές μαντινάδες, άλλοτε σε χάρτινη σακούλα, άλλοτε σε χωνί από εφημερίδα. Μαντινάδες ζαχαρωτά, ροζ, πράσινες, μπλε και λευκές. Δύο δραχμές δίναμε κι η ευτυχία κρατούσε μέρες, ευτυχία κλεισμένη σ' ένα μικρό χαρτάκι που διαβάζαμε τι μας έτυχε σαν γλείφαμε όλο το ζαχαρωτό. Κι ύστερα τρώγαμε καπρικό στα λεμονόφυλλα και παίρναμε ένα σωρό δακτυλίδια με πολύχρωμες πλαστικές πέτρες σε σχήμα καρδιάς και βραχιόλια από έναν πάγκο που είχε χιλιάδες μικροπράγματα κι ένοιωθα πριγκίπισσα αληθινή, έχοντας ξοδέψει ...μία δραχμή και ένα πενηνταράκι …

Το όνειρο και για τούτο το καλοκαίρι είχε βγει αληθινό!».

 Και το εορτολόγιο κλείνει στις 28 του Ιούλη με την γιορτή της Αγίας Ειρήνης της Χρυσοβαλάντου που τιμάται ιδιαίτερα στην πόλη του Ηρακλείου.

Καλό μας μήνα !

 

*θρυνάκι = ξύλινο εργαλείο λιχνίσματος

*σκύβαλα =οι κόνδυλοι των σταχιών

*δριμόνι =  Μεγάλο κόσκινο με διάμετρο ένα μέτρο

*βολόσυρος = Ξύλινο εργαλείο αλωνίσματος με πριονωτά σίδερα και χαλίκια από κάτω για τον τεμαχισμό των σιτηρών

 Φωτογραφίες  : Κωνσταντίνος Γριβάκης

Ελένη Μπετεινάκη


Πηγές :

Μουσείο Μπενάκη : « Παραδοσιακές καλλιέργειες », Αθήνα 1978

Γ.Α. Μέγα « Ελληνικαί εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας »,Αθήνα 1963

Εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Τα καλοκαιρινά, Δημ. Λουκάτος, εκδ. Φιλιππότη