Της Ελένης Μπετεινάκη*
Ιανουάριος
ή
Καλαντάρης της Χρονιάς, είναι το επίσημο όνομά του, που ξεκινάει μια
πορεία γεμάτος δώρα, χαρές, προσδοκίες κι ελπίδα. Δεν είναι τυχαίο πως η
ονομασία του είναι παρετυμολογία από το
ρήμα γ
ε ν ν ώ - Γενάρης, δηλαδή η εποχή που γεννιούνται γιδοπρόβατα ή Γεννολοητής
για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Τον λένε ακόμα Κλαυδευτή γιατί είναι ο μήνας που
κλαδεύουν τα δέντρα. Μεσοχειμώνα γιατί είναι το δεύτερο παιδί του. Είναι ο
μήνας του πιο λαμπρού φεγγαριού που διευκολύνει του « έρωτες των γάτων» κι έτσι
του προσδίδουν το προσωνύμιο Γατόμηνας .Αλλού τον φωνάζουν Μεγαλομηνά
αφού ξεκινάει την καινούργια χρονιά και Τρανό και Πρωτάρη. Αλλού πάλι τον
φωνάζουν Κρυαρίτη γιατί το κρύο του είναι πολύ δυνατό ή Γελαστό
γιατί έχει τις περίφημες αλκυονίδες ημέρες.
Οι Καλικάντζαροι μένουν ακόμα στη γη για λίγες μέρες και έτσι βοήθησαν να αναπτυχθούν τα έθιμα των μεταμφιέσεων σε όλα τα μέρη της Ελλάδας από την αρχή του ως και την μέρα των Φώτων σαν αποκορύφωμα .
Η 1η του μήνα αλλά και του χρόνου είναι μέρα γεμάτη έθιμα, παρατηρήματα και μαντέματα. Ο Άγιος Βασίλης έχει μοιράσει απλόχερα πριν καλά καλά ξημερώσει τα δώρα του και οι άνθρωποι αρχίζουν να ζουν την νέα περίοδο. Σημαίνει τούτη μέρα τις δύο μεγάλες αντιθέσεις, το τέλος και την ίδια στιγμή, την αρχή. Η βασιλόπιτα έχει κοπεί από το βράδυ που συμβολίζει την πράξη μετάβασης από τον παλιό στο νέο χρόνο με μια ολόκληρη τελετουργία στο κόψιμό της. Είναι ο στερεωτικός και θρεπτικός άρτος με μια σκέψη προσφοράς και προς τους νεκρούς.
Και τώρα σειρά έχουν τα «πρωτοακούσματα» και «πρωτοαντικρίσματα» και του λεγόμενου ποδαρικού. Είναι η συνήθεια να παρατηρείται ποιος θα μπει πρώτο ς στο σπίτι την νέα χρονιά. Σε μερικούς μάλιστα τόπους για να εξασφαλιστεί η καλοχρονιά το ποδαρικό το έκανε ο ίδιος ο νοικοκύρης ή ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας ή ένα παιδί που ήξεραν όλοι ότι ήταν τυχερό. Στην Κρήτη τα πιο παλιά χρόνια ο ξένος που θα μπαίνε πρώτος στο σπίτι κρατούσε μια πέτρα, την άφηνε στη μέση και άρχιζε τις ευχές που συμπεριελάμβανε τους ανθρώπους και τα ζώα του σπιτιού. Τον κερνούσαν άπ όλα τα γλυκίσματα κι έφευγε. Στο Ηράκλειο αλλά και στα Χανιά πήγαιναν ένα εικόνισμα από βραδύς στην εκκλησία και έπρεπε πρώτο να μπει στο σπίτι από τον πρωτότοκο γιο. Στην πραγματικότητα ο Άγιος έκανε το ποδαρικό κι έτσι η καλοτυχία ήταν δεδομένη. Στη Κάρπαθο έβαζαν ένα άσπρο σκύλο πρωί πρωί μέσα στο σπίτι και του έδιναν να φάει μπακλαβά έτσι λέγαν το σπίτι σκύλιαζε και οι άνθρωποι γινόταν πολύ δυνατοί…
Βασικό
ήταν κι ίσως σε κάποια μέρη παραμένει το σπάσιμο του ροδιού (Ρογδιού στην Κρήτη) τούτη τη μέρα. Είναι ένα
έθιμο με πολλές εκδοχές. Το πετάει στη μέση του σπιτιού ο νοικοκύρης κι όταν
σπάσει τα χιλιάδες σπόρια του που γεμίζουν τον τόπο είναι σαν τα αγαθά που θα γεμίσουν όλη τη χρονιά.
Τα μαζεύουν την επόμενη μέρα και τα δίνουν στα ζώα τους για να τους φέρει τύχη
και στις κότες για να κάνουν περισσότερα αυγά.
Είναι η
μέρα της «καλής χέρας» δηλαδή κάθε
είδους δώρου που προσφέρεται στους άλλους και ιδιαίτερα χρήματα στα παιδιά. Στα
παλιότερα χρόνια τα παιδιά γυρνούσαν σε
συγγενικά σπίτια λίγο μετά που ήξεραν ότι το ποδαρικό είχε γίνει και αφού καλημέριζαν φιλούσαν το χέρι του
οικοδεσπότη περιμένοντας να τηρήσει και αυτός το εθιμοτυπικό.
Είναι η μέρα που έχει την τιμητική του ο «Βολβός της πρωτοχρονιάς» ή σκίλλη, αθανατοκρομμύδα ή σκιλλοκρομμύδα. Είναι εκείνο το αθάνατο φυτό που είναι πάντα πράσινο και μπορεί να ανθίσει ακόμα κι αν οι ρίζες του δεν είναι στο χώμα. Την καθαρίζουν καλά από χώματα και την κρεμούν στην εξώπορτα και η καινούργια ζωή θα ‘ ρθει στο σπιτικό ή στο στάβλο. Σήμερα το συναντάμε στις αγορές τυλιγμένο σε αλουμινόχαρτο, ωστόσο παραμένει το πρώτο φυτό που θα μπει στο σπίτι με την ιδιότητα της αναγέννησης.
Είναι η
μέρα την μαντείας και των τυχερών παιχνιδιών. Πρώτο μάντεμα το φλουρί της
βασιλόπιτας. Αλλά τα περισσότερα
αποδίδονται στα όνειρα της πρώτης νύχτας του χρόνου. Τα κορίτσια
κρατούσαν λίγη ζύμη από την βασιλόπιτα την αλάτιζαν και την έψηναν το βράδυ της
Πρωτοχρονιάς. Αυτόν που θα έβλεπαν τη νύχτα στον ύπνο τους να τους δίνει νερό
θα ήταν ο μελλοντικός τους σύντροφος.
Τα
παρατηρήματα δε πάμπολλα. Οι βοσκοί έβλεπαν όπως πλάγιαζε ο σκύλος τους, οι
γεωργοί παρατηρούσαν τον καιρό κι αν είχε καλοκαιριά την Πρωτομηνιά τότε για
σαράντα μέρες θα ναι και κακοκαιρία. Οι άνθρωποι όλοι πρόσεχαν να μην κλάψουν
εκείνη τη μέρα ή να μην χάσουν τίποτα γιατί αυτό θα τους συντρόφευε όλο το
χρόνο.
Ακόμα την
Πρωτοχρονιά δεν φτιάχνουν καφέ. Ο καφές ήταν πίκρα. Και δεν έβγαινε τίποτα από
το σπίτι, ούτε χάρισμα μα ούτε και δανεικό. Δεν έπρεπε να σπάσει γυαλί
καθρέφτης και αν αφήναν την πόρτα ανοιχτή και έμπαινε
ένας χοίρος , τότε το ανδρόγυνο του
σπιτιού θα χήρευε με κάποιον από τους δυο.
Ξεχωριστό
είναι και στις μέρες μας το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι. Πρέπει να είναι πλούσιο
και με αφθονία αγαθών που προοιωνίζουν το πέρασμα ολόκληρου
του χρόνου. Στο τραπέζι εκτός από φαγητά πρέπει να τοποθετηθούν και βάζα
με μέλι, καρπούς και κλαδιά ελιάς σύμβολα όλα ευτυχίας και θαλερότητας. Αλλά
και φλουριά σαν σημείο ευτυχίας. Η βασιλόπιτα
όπου δεν έχει κοπεί από το προηγούμενο βράδυ θα ναι το βασικό γλύκισμα
του τραπεζιού. Η ανάδειξη με την εύρεση του νομίσματος ς του τυχερού του
σπιτιού είναι μια συνήθεια που θα θυμούνται όλοι στην διάρκεια της χρονιάς.
Λέγανε μάλιστα παλιότερα πως αν το τυχερό νόμισμα έπεφτε σε ανύπανδρο μέλος της
οικογένειας τότε σίγουρα αυτό θα παντρευόταν πριν ακόμα κλείσει ο νέος χρόνος.
Ο Άγιος
Βασίλης, ο δικός μας, που γιορτάζει τούτη τη μέρα είναι ένας άνθρωπος ζευγολάτης που έρχεται από την
Καισάρεια. Από την παραμονή του έφτιαχναν ένα δίσκο πράματα με πηχτή, ψάρια,
και το κομμάτι του από τη βασιλόπιτα, ένα πιάτο τυρί, γλυκό, ένα ποτήρι νερό,
τα άφηναν πάνω στο τραπέζι για να
τραταριστεί μόνος του. Αφού έτρωγε πίστευαν πως περνούσε κι από το
στάβλο να ευλογήσει τα ζώα που για αυτό το λόγο την παραμονή της Πρωτοχρονιά
αλλά κι ανήμερα έχουν ειδική περιποίηση.
Την Πρωτοχρονιά οι μυλωνάδες έριχναν μέσα στην τρύπα του μύλου σταφίδες και σύκα και καρύδια για να τα βρει το ξωτικό και να καλοαλέσει. Οι βαρκάρηδες πήγαιναν στη βάρκα τους νερό, γλυκά, ρόδια και νομίσματα για να την ασημώσουν. Ήταν επίσης η μέρα που έπρεπε να ανανεωθεί το νερό με το καινούργιο. Θα πήγαιναν στις βρύσες με χίλια δυο καλούδια για να εξευμενίσουν τις νεράιδες, τα ξωτικά και τα στοιχειά που βρίσκονταν εκεί. Το νερό μέχρι να πάει στο σπίτι έπρεπε να είναι αμίλητο και σαν έμπαιναν μέσα κρατούσαν ένα κλαδί ελιάς που χτυπούσαν τους νοικοκυραίους του σπιτιού, τούς καλημερίζανε και τούς λέγανε σαν πρώτη κουβέντα «Χρόνια πολλά». Σ΄άλλα μέρη της Ελλάδας έφερναν τη μαλλιαρή, πέτρα με πλήθος από βρύα, από τη θάλασσα που εξασφάλιζε την αφθονία των αγαθών.
Καλή χρονιά και καλό μήνα!
*Η Ελένη Μπετεινάκη είναι νηπιαγωγός και συγγραφέας
ΠΗΓΕΣ:
Δημ. Σ.
Λουκάτος, Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών, εκδ. Φιλιππότη
Γ.Α. Μέγα,
Ελληνικές Γιορτές και έθιμα της λαϊκής Λατρείας , Εστία, 2012
Νίκος
Ψιλάκης, Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη, εκδ. Καρμάνωρ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου