Το παραμύθι της βροχής

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2015

Νοέμβριος ,ο προάγγελος των μεγάλων γιορτών!



Της Ελένης Μπετεινάκη

Νοέμβριος  λοιπόν… To τρίτο παιδί του φθινοπώρου μόλις κατέφθασε. Ο ενδέκατος εγγονός του παππού χρόνου. Ο προάγγελος του χειμώνα και των Μεγάλων Γιορτών που χρειάζονται προμήθειες και ετοιμασίες για τις αργίες τους.
Είναι ο μήνας που η Πούλια, αυτό το σμήνος των Πλειάδων δύει, προμηνύοντας πως ο χειμώνας είναι σχεδόν έξω από την πόρτα μας… Αν ξυπνήσει κάποιος πριν την ανατολή του ήλιου, εκεί γύρω  στα μισά του μήνα θα δει αυτό το αστέρι της αυγής να χάνεται πριν βγει ο ήλιος. Είναι σημάδι για τους γεωργούς πως πρέπει γρήγορα να τελειώσουν  με τα σπαρτά τους  και για τους κτηνοτρόφους να σπεύσουν να κατεβούν στα χειμαδιά.
«… Η Πούλια βασιλεύοντας και πίσω παραγγέλνει ,μήτε τσομπάνος στα βουνά, μήτε γεωργός στους κάμπους… ».

Πόσα ονόματα, προσωνύμια δεν πρόσθεσε ο λαός και σε τούτον δω τον μήνα. Πρωτ΄άπό όλα εμείς οι Κρητικοί τον αποκαλέσαμε Μεθυστή και  Αγιομηνά ο Ηρακλειώτης. Κι ύστερα είπαν πως είναι ο Φιλιππιάτης, ο Ανακατεμένος που δεν γνωρίζει τι καιρό θα κάνει, ο Σκιγιάτης και Χαμένος αφού οι μέρες του « χάνουν το φως τους », ο Παχνιστής και Μεσοσποριάς , o Ταξιάρχης  και o Βροχάρης. Ο Νιαστής για τα τελευταία οργώματα (νεάσματα) της γης. Ο Καφεδής, ο Άμυαλος, ο Μοναχησιάρης και ο Αντριάς. Ο Κρασομηνάς  αφού τώρα είναι  η ώρα να ανοίξουν τα καινούργια κρασιά. Ο Κρυουλιάρης, ο  Φτωχός μα και Ευλογημένος γιατί ο καρπός της ελιάς τούτο τον μήνα  είναι έτοιμος και οι γεωργοί βιάζονται να τον μαζέψουν να τον αλέσουν και να΄χουν όσο γίνεται πιο γρήγορα τούτο το πολύτιμο υγρό, το λάδι τους, πριν τα Χριστούγεννα!
Την 1η του μήνα οι Άγιοι Ανάργυροι, ο Κοσμάς κι ο Δαμιανός , οι κοινωνικοί θεραπευτές που δεν δέχονταν ποτέ  αμοιβή , ανοίγουν το καλαντάρι. Γνωστή η παράδοση που θέλει να αφιερώνουν στην εκκλησιά τη μέρα της γιορτής τους όσοι το΄χουν τάμα ένα πρόβατο, ένα κατσίκι ή ένα βόδι που θα το σφάξουν και θα το προσφέρουν στους πανηγυριστές  «δωρεάν».  Μάλιστα λένε πως κάποτε ένας άνθρωπος που δεν πήγε το ζωντανό του στους αγίους, το μετάνιωσε, κι εκείνο μόνο του πήγε στην εκκλησιά να θυσιαστεί.
Την μέρα του Αι Γιώργη του Μεθυστή στις 3 του Νοέμβρη, οι γεωργοί ανακατεύουν το σπόρο με άλλους καρπούς και στάρι  από την περσινή χρονιά και προσθέτοντας ένα ρόδι, ένα σκόρδο, σησάμι κι  ένα καρύδι  τα βάζουν σε μια σκάφη, ανάβουν  τρία κεριά, στη χάρη του Αγίου και σαν τελειώσουν με τη σπορά σπάζουν και τρώνε το ρόδι για να γεμίσει η χρονιά σιτάρι. Λένε πως οι γεωργοί μέχρι να αποσπείρουν δεν κάνει να ξυρίζονται. Την ίδια μέρα ανοίγουν τα κρασιά και η δοκιμή τους γίνεται αμέσως  μετά την εκκλησία με τη συμμετοχή πολύ κόσμου. Ιδιαίτερη γιορτή για τους Κρητικούς που βρίσκει τους προσκυνητάδες να παίρνουν μαζί τους νταμιτζάνες με το « νιό κρασί» μαζί τους στην εκκλησιά και να το καλοπίνουν μετά  το τέλος της λειτουργίας:
 « Πάντα τσι τρεις του Νοεμπριού και τσ΄ εικοστρείς τ΄ Απρίλη,
πανηγυράκι γίνεται στ΄Αϊ Γιωργιού τη χάρη…»

Στις 8 του Νοέμβρη γιορτάζει ο Μιχαήλ ο Ταξιάρχης με τον αρχάγγελο Γαβριήλ  που   θεωρείται ο  ψυχοπομπός άγγελος και απεικονίζεται με ρομφαία και ζυγαριά. Λένε πως την παραμονή της γιορτής δεν αφήνουν  τα παπούτσια έξω από το σπίτι για να μην τα δει ο άγιος και  θυμηθεί να «περάσει  από το σπίτι τους » και πάρει  την ψυχή τους. Σ΄ άλλα  μέρη της Ελλάδας πάλι θεωρούν τον Άγιο Ταξιάρχη σαν προστάτη των Ναυτικών. Την επόμενη μέρα στις 9 του μήνα γιορτάζει ο Άγιος Νεκτάριος.

Η γιορτή του Αϊ Μηνά στις 11 του Νοέμβρη συνδέεται με την δοξασία που αντλείται κι από τη σύνδεση του ονόματος  του Αγίου με το ρήμα μηνώ. Θεωρείται ο μηνυτής κάθε αδικίας  και ο φανερωτής των χαμένων ή κλοπιμαίων πραγμάτων. Τον συμβολίζουν έφιππο οι εικόνες γιατί καταδιώκει κάθε κακό. Για τους κτηνοτρόφους το μήνυμα του Αϊ Μηνά είναι ακόμα πιο σοβαρό. Η γιορτή του προειδοποιεί για το δυνατό κρύο και τα χιόνια που έρχονται. Λένε πως εκείνη την μέρα οι τσομπάνηδες αν είναι ακόμα πάνω στα βουνά φοβούνται για την εμφάνιση του λύκου κι  ο άγιος τους ειδοποιεί σαν εμφανιστεί κοντά στο κοπάδι τους. Γι αυτό την μέρα της γιορτής του οι γυναίκες δεν ανοίγουν ψαλίδι που μοιάζει με το στόμα του λύκου , ούτε οι άντρες σουγιά για να μην ανοίξει κι εκείνος το στόμα του. Σε άλλες περιοχές της Ελλάδας οι βοσκοί κάνουν ένα σπάγκο από μαλλί του προβάτου και τον δένουν τρεις φορές. Έτσι πιστεύουν πως δένουν το στόμα του λύκου, που ακόμα κι αν καταφέρει να μπει στο κοπάδι με το στόμα κλειστό δεν θα κάνει ζημιά. Συγχρόνως σε πολλά χωριά έραβαν κείνη την μέρα και « τα κακά στόματα». Μια γυναίκα δηλαδή παίρνει ένα κομμάτι πανί και μια βελόνα κι αρχίζει να περνάει βελονιές μπροστά στις άλλες γυναίκες και ακλουθεί ένα διάλογος : « Ράβω, ράβω; - Τι  ράβεις ; - Ράβω το στόμα της…..»
Είναι ο πολιούχος Άγιος του Χάνδακα , της σημερινής πόλης του Ηρακλείου με πολλές ιστορίες για τα θαύματα του ιδιαίτερα την περίοδο που οι Τούρκοι είχαν  κατακτήσει την πόλη του.
Στις 12 του Νοέμβρη γιορτάζει ο Αϊ Γιάννης ο Ελεήμονας και την επομένη, στις 13 ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Και φθάνουμε πια στη μέση του μήνα περίπου, με τη γιορτή του Αγίου Φιλίππου στις 14 του Νοέμβρη. Μια παράδοση θέλει τον Φίλιππο να είναι ένας φτωχός γεωργός , ο οποίος όλη μέρα δούλευε στο χωράφι του. Το βράδυ σαν γύρισε στο σπίτι του , έσφαξε το μοναδικό του βόδι και μοίρασε το κρέας στους συγχωριανούς του για να αποκρέψουν μιας  και την επομένη ξεκινάει το σαραντάημερο της  νηστείας μέχρι τα Χριστούγεννα. Το πρωί σαν σηκώθηκε βρήκε δυο ζώα στο παχνί του το δικό του κι ένα άλλο ακόμα πιο δυνατό. Δώρο θεού είπαν και θαύμα κι επειδή ο ίδιος ήταν πολύ καλός και αγαθός άνθρωπος όταν πέθανε άγιασε…
Στις 18 του Νοέμβρη γιορτάζει ο Άγιος Πλάτων ή Πλάτανος. Μέρα αστρονομικής παρατήρησης κατά τους βοσκούς. Η Πούλια αρχίζει πια να μην φαίνεται τις νύχτες γιατί δύει κι όπως χαρακτηριστικά λέει ο λαός μας « φιλεί τον ήλιο και χάνεται». Τούτη τη μέρα αρχίζουν τα μαντέματα του καιρού ίσαμε τα Χριστούγεννα για σαράντα δηλαδή μέρες περίπου και λένε πως θα είναι ο ίδιος  όπως και εκείνη την ημέρα κι όλες οι υπόλοιπες. Υπάρχει και μια ιστορία που μιλάει για το συνδυασμό του Πλάτωνα με το δέντρο Πλάτανος. Κάποτε, λένε, έδωσε διαταγή ο Σουλτάνος στον Πατριάρχη , να πάρουν οι Χριστιανοί έναν πλάτανο που ήταν μπροστά στο παλάτι του, δικός  τους, και το σκοτείνιαζε, χωρίς όμως να τον κόψουν και να τον πάνε αλλού, αλλιώς θα τους έσφαζε όλους. Δύσκολο πράμα γιατί ο πλάτανος ήταν πελώριος. Ο Πατριάρχης παρακάλεσε με τους Χριστιανούς το Θεό , τρεις μέρες με προσευχή και νηστεία, να τους δώσει φώτιση. Τότε, με τη θεία οδήγηση, βρήκαν ένα φτωχό παπουτσή – μπαλωματή, που ήταν άγιος άνθρωπος, και πήγε κείνος μπροστά στο δέντρο και με το λόγο του μόνο, εκείνο μετακινήθηκε. Κι έτσι σώθηκαν όλοι.  Ο μπαλωματής ήταν ένας αγιασμένος άνθρωπος , ο Άγιος Πλάτωνας.
Στις 21 Νοέμβριου , άλλη μια σημαντική γιορτή, των Εισοδίων της Θεοτόκου. Είναι της Παναγιάς της Αρχισπορίτισσας , της Μεσοσπορίτισσας ή της Ξεσπορίτισσας ανάλογα με το πιο στάδιο βρίσκεται η σπορά. Λέγεται επίσης και Πολυσπορίτισσα επειδή εκείνη την μέρα βράζουν πολυσπόρια, μείγμα δηλαδή από τα γεωργικά προϊόντα του σπιτιού κριθάρι, σίκαλη, καλαμπόκι, φασόλια, ρεβίθια, κουκιά και κυρίως σιτάρι. Το πάνε στην εκκλησιά για ευλογία  το μοιράζουν μετά στο εκκλησίασμα και ένα μέρος του επιστρέφεται στο σπίτι και το δίνουν και στα ζώα ιδιαίτερα στα « καματερά βούγια» ,όπως λέγονται στην Κρήτη, ενώ το υπόλοιπο το ρίχνουν στο χωράφι για « να αναπαυθεί ο σπόρος ». Σε άλλες περιοχές το προσφέρουν στις βρύσες , τα ρίχνουν μέσα στο νερό και να λένε : « Όπως τρέχει το νερό να τρέχει και το βιός ». Είναι ημέρα ορόσημο για το τέλος της σποράς .Πρέπει να τελειώσει γιατί ότι κι αν σπείρουν οι γεωργοί από την επομένη δεν θα βλαστήσει.
Στις 25 Νοεμβρίου είναι  της Αγίας Αικατερίνης με την γνωστή παράδοση να βλέπει στον ύπνο της τον Χριστό να της φοράει δακτυλίδι και το πρωί να το βρίσκει στο χέρι της. Λόγω αυτού του περιστατικού , πιστεύουν πως τα ανύπαντρα κορίτσια πρέπει να στολίζουν την εικόνα της , την ημέρα της γιορτής της .Πάνε στην εκκλησιά από βραδύς άρτους με σφραγίδες. Ο παπάς θα δώσει σε κάθε κοπέλα μια σφραγίδα, ένα κομμάτι δηλαδή, από άρτο και αφού το βάλει κάτω από το μαξιλάρι της και πει και μια σειρά λόγων , τότε σίγουρα μετά από τρεις νύχτες θα ξέρει ποιος θα είναι ο μελλοντικός της σύντροφος.
Ο Άγιος Στυλιανός την επομένη στις 26 θεωρείται « Στύλος » προστασίας και  υγείας ιδιαίτερα των άρρωστων παιδιών .
Την τελευταία μέρα του μήνα του Αγίου Αντρέα λένε πως το κρύο αντρειεύει  και ο Άγιος αυξάνει τα σπαρτά. Κι είναι συνήθεια τούτη τη μέρα να κάνουν τηγανίτες κι όποιος δεν το κάνει θα τρυπήσει το τηγάνι του. Γι αυτό κι ο Άγιος λέγεται Τρυποτηγανάς ή Τρυποτηγανίτης.
Ο Νοέμβρης, τέλος, είναι ο μήνας που για τους γεωργούς ανά δύο χρόνια συλλέγουν τον καρπό της ελιάς. Το λιομάζωμα και οι μαζώχτρες έχουν υμνηθεί από πολλούς ποιητές, έχουν ζωγραφιστεί από ακόμα περισσότερους ζωγράφους και πλήθος συγγραφέων έχουν γράψει για τούτη την κουραστική αλλά ευλογημένη δουλειά.
«…Πάλι σηκωθήκαμε νωρίς. Νοέμβρης μήνας κι έκανε κρύο πολύ. Ένας ήλιος αλλά με «σκληρά δόντια» είχε αρχίσει να κάνει την εμφάνισή του στον ουρανό. Ετοιμαζόμασταν από χθες, φορτώναμε το αυτοκίνητο με τα λιοπανα, τα σακιά, τις βέργες , το μεγάλο λαγήνι με το νερό, και το μικρό τραντζιστοράκι του μπαμπά. Πάντα το είχε μαζί του για να ακούει, έλεγε, τα νέα του κόσμου. Θα πηγαίναμε να βοηθήσουμε την Ασημένια μας, την αγαπημένη μας ελιά, να γεννήσει, να μαζέψουμε τον καρπό της. Πρωί πρωί λοιπόν ανεβήκαμε κι μείς στην καρότσα του φορτηγού και χωρίς να λογαριάζουμε το κρύο, σκεπασμένοι με μια κουβέρτα, κινήσαμε για τον μεγάλο κάμπο. Με σα σε λίγη ώρα  Σαν φτάσαμε στο λιόφυτο  και την είδα, μου φάνηκε κουρασμένη. Σαν φτάσαμε την είδα κάπως κουρασμένη αλλά με ένα αχνό χαμόγελο σ΄λο της το …είναι!Τα κλαδιά της ήταν κατάφορα από μικρές ελίτσες και ένα σωρό είχαν πέσει κάτω στο χώμα. Δεν άντεχαν να μας περιμένουν. Στρώσαμε γρήγορα γρήγορα τα πανιά από κάτω της. Σαν ετοιμόγεννη γυναίκα έμοιαζε. Πήρα το καλάθι μου κι άρχισα να μαζεύω το καρπό που είχε πέσει γύρω της. Κάποια στιγμή ακούμπησα στον κορμό της και θαρρώ πως άκουσα από μέσα της μια φωνή να λέει … « Γρήγορα παιδιά μου, γρήγορα…» Μαζί μας είχαν έρθει κι άλλοι εργάτες , γυναίκες κι άντρες κι όλοι άρχισαν να κτυπάνε τα κλαδιά της και ο πολύτιμος  καρπός, σαν βροχή, άρχισε  να πέφτει πάνω στα πανιά. Πίστευα πως ο πόνος που ένοιωθε, έμοιαζε με εκείνον  της μάνας που  μόλις δει το παιδί της να γεννιέται τα ξεχνά όλα…
Έτσι κι η Ασημένια μας μέσα σε λίγη ώρα , σαν να ψήλωσε κι αλάφρωσε. Ελάχιστες ελιές είχαν μείνει πάνω της , δώρο για τα πουλιά του χειμώνα, κι εκείνη όρθωνε  το ανάστημα της ξανά, κουρασμένη μεν  αλλά πολύ ευτυχισμένη. Τα΄ χε καταφέρει μια χαρά. Πάνω από δέκα τσουβάλια είχαμε μαζέψει μόνο από το δικό της δέντρο κι ήταν η ώρα για το κολατσιό μας. Καθίσαμε κάτω από τα κλαδιά της και φάγαμε ψωμί, ελιές , ντομάτα και φέτα. Την κοίταξα, της έκλεισα το μάτι  συνωμοτικά, σαν να της έλεγα [ως όλα πήγαν καλά και σε λίγο θα ξεκινούσαμε το παιχνίδι .Θα σκαρφαλώναμε πάνω της και χίλιες δυο περιπέτειες και ιστορίες θα ξεκινούσαν.
Εκείνη τη στιγμή φύσηξε ένα μικρό αεράκι και πήρε τη σκέψη μας, την ακούμπησε πάνω στα κλαδιά της, να νοιώσει , να καταλάβει …Κι εκείνη κούνησε τα κλαδιά της γεμάτη ζωντάνια πια… απαντώντας μας με αυτόν τον τρόπο πως ήταν πανέτοιμη για όλα …».*

Καλό μήνα!

Πηγές :
Τα φθινοπωρινά, Δημ. Λουκάτος, εκδ. Φιλιππότη
Ελληνικές Γιορτές και έθιμα Λαϊκής Λατρείας, Γ.Α. Μέγα, εκδ. Εστία, 2012
*«Λόγια του αέρα»,  Συλλογή Διηγημάτων, Μπετεινάκη Ελένη ,Ηράκλειο 2014

Δημοσιεύτηκε στο Cretalive.gr στις 1 Νοεμβρίου 2015 :http://www.cretalive.gr/opinions

Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2015

Ξημέρωμα …27 Οκτωβρίου 1943…ώρα 6.00…



Μια ζωή για ένα και μόνο ιδανικό … και δεν ήταν παραμύθι!

Της Ελένης Μπετεινάκη…

Τέλεψα το χρέος  και φεύγω… λέει ο Νίκος Καζαντζάκης στην « Αναφορά στο Γκρέκο»…

Τούτη η γραφή νομίζω πως σου ταιριάζει παππού Ίσως να είναι κι έτσι, ίσως και να μην πρόλαβες … Έφυγες κάπως νωρίς, χωρίς να δεις την πατρίδα σου ελεύθερη. Την πατρίδα που της χάρισες τη ζωή σου. Την πατρίδα που έδωσες αμέτρητες μάχες για τη δεις ξανά να σηκώνει το ανάστημά της, για να ζούμε εμείς σήμερα καλύτερα … Κι αύριο είναι η μεγάλη εθνική γιορτή της επετείου του Όχι… Δεν πρόλαβες τίποτε. Το δικό σου το Όχι το είχες πει εκείνα τα χρόνια, εκείνον το Σεπτέμβρη του 43, που  αρνήθηκες να «προδώσεις», ανθρώπους και ιδανικά.
Κάθε χρόνο λοιπόν, σαν σήμερα το δικό μου χρέος είναι να θυμάμαι …Να θυμάμαι και να μνημονεύω το δικό σου πέρασμα από τούτο τον κόσμο. Δεν σε γνώρισα ποτέ, παππού, όμως σε κουβαλάω μέσα μου από την ώρα που γεννήθηκα. Σε γνώρισα από τον πατέρα μου, από τα υπόλοιπα παιδιά σου, τις φωτογραφίες, τα παράσημα, τα γραφτά σου και νοιώθω πως κάμποσα πράγματα που έχω κι εγώ μέσα μου φταίει η δική σου φύτρα  και τα έχω. Πείσμα, ανοχή, υπομονή, θάρρος …μόνο που εγώ δεν πολέμησα ποτέ σαν εσένα. 

Κάθε χρόνο, 27 του Οκτώβρη …μέρα πένθους , μέρα περισυλλογής. Τι και αν έχουν περάσει 72 χρόνια από τότε… Τούτη η μέρα θα είναι πάντα δική σου.
Το παραμύθι που θυμάμαι και γράφω κάθε χρόνο για τα δικά μου παιδιά πια, το ξέρετε ήδη και αν σας κουράζω ξανά είναι γιατί κάποια παραμύθια είναι αληθινά, υπήρξαν οι ήρωες τους, έζησαν, πάτησαν τα ίδια χώματα με μας, ταξίδεψαν όχι  για  αναψυχή μα γιατί έπρεπε να υπηρετήσουν τον πιο ιερό σκοπό και ιδανικό για την πατρίδα τους. 

Από χθες το βλέμμα μου είναι καρφωμένο σε ένα ζευγάρι κιάλια πάνω στο γραφείο μου. Η υγρασία, η σκουριά, η ιστορία,  είναι εκεί. Δεν τα καθάρισα ποτέ. Είναι από τα ελάχιστα αντικείμενα που σώθηκαν από τη ζωή σου παππού. Είναι εκείνα που με κάνουν να συλλογιέμαι πόσα να έχουν δει τούτα τα « μάτια». Τα είχες πάνω σου , στο μπέτι σου, όπως λέμε εμείς οι Κρητικοί και μ΄αυτά πολέμησες, ταξίδεψες, είδες τον κόσμο με τα δικά σου μάτια, τα κράτησες με τα δικά σου χέρια. Άψυχο αντικείμενο, όμως τόσο σπουδαίο…
Πήγα για άλλη μια φορά στο χωριό μας. Είδα την προτομή, τους δρόμους, το σπίτι που έζησες με τη δική σου οικογένεια πια… Περπάτησα στα δρομάκια, στην εκκλησία, στο παλιό δημαρχείο που έδινες το …παρών, κάθε Παρασκευή κι ύστερα πήγα κι έκατσα μαζί με τον πατέρα μου. Εκείνος πια δεν βλέπει, θυμάται όμως, θυμάται απίστευτες λεπτομέρειες κι εγώ τούτη τη φορά ένοιωσα πως έπρεπε να του ξαναπώ την ιστορία που εκείνος  μου έμαθε…

“…Ήταν  Σεπτέμβρης του ΄43 , θαρρώ 24 του μήνα , απόγευμα, κι είχαμε μόλις γυρίσει από τον τρύγο. Στα Λιάτικα  ήμασταν όλη μέρα. Κουρασμένοι κι η μάνα, μας έλεγε πως είχε ένα βάρος που της πλάκωνε την ψυχή. Δεν είχαμε προλάβει να πλυθούμε όταν από το μακρύ σοκάκι ακούστηκαν ρυθμικά βήματα και ένας δυνατός χτύπος από το σπάσιμο της πόρτα μας, μας τράνταξε όλους. Ήταν γερμανοί στρατιώτες.  Ανέβαιναν τα σκαλοπάτια γρήγορα και μπήκαν μέσα.  Έψαχναν τον πατέρα μου κι άρχισαν να ρωτούν που ήταν. Τους είπα με σπασμένα γερμανικά πως είχε πάει στην Κομαντατούρ στο φρουραρχείο δηλαδή, να δώσει « το παρών » γιατί ήταν Παρασκευή βράδυ κι έτσι έπρεπε. Ένας απ΄ αυτούς έφυγε να δώσει την πληροφορία, οι υπόλοιποι έκανα το σπίτι αγνώριστο. Δυο – τρεις ώρες μείνανε κι έπαιρναν μαζί τους ότι καλό έβρισκαν στο σπίτι. Σύντομα ήρθε ένας δικός τους και τους είπε πως τον βρήκαν και τον συνέλαβαν. Το βράδυ ήρθαν πολλοί ,11 νοματαίοι με σήματα-πέταλα πάνω τους ,  έψαχναν συνέχεια ,στις αποθήκες, στο κελάρι, στο πλυσταριό ,στα στρώματα , τίποτα δεν έμεινε στη θέση του. Όμως και τίποτα δεν βρήκαν. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα έφυγαν. Η αδελφή μου , η μάννα κι εγώ , παλικάρι 14 χρονών τότε, άσπροι σαν τον τοίχο από τον φόβο και την αγωνία μας στεκόμασταν ώρα πολλή ακόμη ,αμίλητοι , ακίνητοι στο ίδιο σημείο μην ξέροντας πώς να αντιδράσουμε.
Τον μεγάλο μου αδελφό, το Γιώργη μας τον είχαν ειδοποιήσει να μην πλησιάσει το σπίτι κι εκείνο το βράδυ έμεινε έξω, στην εξοχή . Το επόμενο πρωί μάθαμε πως ο πατέρας μου ήταν στο Ηράκλειο , στο Φρουραρχείο. Εκεί έμεινε 3 μέρες , στο σπίτι του Πλεύρη κάτω στο υπόγειο και βρήκαμε σαν φύγανε οι Γερμανοί γραμμένο ένα μήνυμα μέσα σε κύκλο με μολύβι :
 « Αντώνιος Γεωρ. Μπετεινάκης, κινδυνεύει , ελπίζει εις τον Θεόν. 25 Σεπτεμβρίου 1943».
Ύστερα τον πήγαν στα Χανιά , στο χωριό Αγυά . Κανένας δεν μπορούσε να πλησιάσει τις φυλακές. Πήγε ο Γιώργης μας ,αλλά δεν τον άφησαν να τον δει. Ούτε καν έναν  Έλληνα δικηγόρο δεν του πήγανε. Κάνανε μόνοι τους το δικαστήριο . Στις 26 του Οκτώβρη. Ο παππούς και πέντε άτομα ακόμη. Τους καταδίκασαν γιατί προσπάθησαν να ειδοποιήσουν τον Μπαντουβά πως έπρεπε να φύγει από τα βουνά και να παραδοθεί γιατί οι Γερμανοί θα καίγανε  τα χωριά της Βιάννου. Πιάσανε πολλούς τότε, τους αφήσανε μόνο αυτοί οι έξι δεν γλύτωσαν. Κάποιος τους πρόδωσε, μακάρι πριν κλείσω τα μάτια μου να μάθω ποιος ήταν, όχι για κανένα  άλλο λόγο, αλλά να ξέρω , να φύγω ήσυχος . Ο Γιώργης ήταν εκεί την ημέρα του δικαστηρίου. Η μάννα μου δεν ήθελε να πάω κι εγώ στα Χανιά, μικρό παιδί έλεγε , δεν ήθελε άλλες φουρτούνες, φτάνει όσα υποφέραμε ήδη. Μας έπε , πως πλησίασε λίγο στη φυλακή απόσταση περίπου 100 μέτρα. Τι να δεις;
Ήταν όλοι με τα ίδια ρούχα, κάτι γκρίζο φορούσαν και δυο τρεις χαιρετούσαν από το παράθυρο. Ήταν πολύ κοντά κουρεμένοι και δεν τους αναγνώριζε. Ένας του φάνηκε πιο ψηλός, τον χαιρετούσε με μανία, μπορεί και να ‘ταν αυτός ο πατέρας μας . Ποιος ξέρει…
 Την άλλη μέρα έγιναν όλα …Μόλις χάραξε , ψιλόβρεχε κιόλας,  το χώμα μύριζε έντονα, τα σκυλιά γαύγιζαν σαν να χαλούσε ό κόσμος. Ξημέρωμα …27 Οκτωβρίου 1943…ώρα 6.00…βαρύ τούτο το πρωινό και άχαρο και με μια  σιωπή παντού. Κάτι πλανιόταν στον αέρα όμως τίποτα δεν κουνιόταν , ούτε ο νους τους ήθελε να το σκεφτεί… Κρυμμένοι μέσα στα χωράφια , ο Γιώργης και καμιά δεκαριά άλλοι σηκώθηκαν να δουν γιατί γινόταν τόση φασαρία από τα γαυγίσματα. Κάτι είχαν μυριστεί τα σκυλιά. Φοβόταν  μην τους πάρει κανένα μάτι. Και τότε άκουσαν  με μια φωνή  να τραγουδούν οι κρατούμενοι…

« Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή
σε γνωρίζω από την όψη που με βία  μετράει τη γη.»

Κι ύστερα πάλι φωνές και γερμανικά παραγγέλματα για να σταματήσουν, όμως αυτοί συνέχιζαν ακόμη πιο δυνατά. Τίποτα δεν τους τρόμαζε πια , απολύτως τίποτα. …
Καμιά  εικοσαριά στρατιώτες με ειδικό βηματισμό παρατάχθηκαν στον αύλιο χώρο της φυλακής . Η βροχή συνέχιζε να πέφτει κι αυτή ρυθμικά και τότε… ώ θεέ μου! έξι άνδρες με συνοδεία Γερμανών αξιωματικών βγήκαν έξω . Οι άνδρες φανερά κουρασμένοι όμως με το κεφάλι ψηλά συνέχιζαν να λένε τον εθνικό ύμνο.  Τους έβαλαν να ακουμπήσουν στον τοίχο και τους έδεσαν τα χέρια. Τους έκλεισαν τα μάτια με ένα άσπρο πανί. Ο πατέρας  γύρισε το κεφάλι του στο πλάι. Δεν ήθελε να του δέσουν τα μάτια , ήθελε να βλέπει κατάματα το μεγαλύτερο θεριό , αυτό που κανένας δεν νίκησε ποτέ , ήθελε να χορτάσει και την τελευταία σταγόνα της ζωής , το αμυδρό φως της μέρας που  μόλις είχε αρχίσει να ξυπνά. Ύστερα ακούστηκε μια πολύ δυνατή φωνή και ο αέρας γέμισε από τους πυροβολισμούς … Οι κρατούμενοι μέσα από τα μικρά τους παράθυρα έκλαιγαν σιωπηλά… δεν ακούστηκε τίποτα άλλο …απόλυτη σιωπή …όλα είχαν τελειώσει …
Άραγε μήπως ήταν όνειρο , εφιάλτης ή συνέβη  στ αλήθεια. Ο πατέρας μου ήταν εκεί ανάμεσα τους, νεκρός!..»

Αυτή ήταν η ιστορία που μου έλεγε ο πατέρας μου κάθε χρόνο τέτοια μέρα. .. «Να τη θυμάσαι … να τη λες και στα παιδιά σου κι αυτά να τη λένε στα δικά τους… κάθε χρόνο στις 27 Οκτωβρίου…»

Από τα  άλλοτε γαλάζια γεμάτα ζωντάνια μάτια του πατέρα μου, είδα δάκρυα χθες βράδυ. Άραγε τι να σκέπτεται μέσα στα δικά του σκοτάδια. Μου κράτησε το χέρι μου σφιχτά. Δεν μίλησε, δεν  είπε τίποτα κι εγώ κρατώντας  τον μόνο γερά, τον άφησαν να νοιώσει, να θυμηθεί, να ζήσει ξανά όλες του τις αναμνήσεις… Αυτή η σιωπή μου είπε τα πάντα… Πως έπρεπε πάλι να γράψω , πάλι να θυμηθώ κι εγώ!

Κι όπως λέει κι ο μεγάλος συγγραφέας μας που κι αυτός σαν χθες άφησε την τελευταία του πνοή κι ήθελε στο νησί του να θαφτεί στο τόπο του : «…Μα τώρα το μεροκάματο τέλεψε, μαζεύω τα σύνεργά μου, ας έρθουν άλλοι σβώλοι χώματα να συνεχίσουν τον αγώνα, είμαστε, εμείς οι θνητοί, το τάγμα των αθανάτων, κόκκινο κοράλλι το αίμα μας, και χτίζουμε απάνω στην άβυσσο ένα νησί. Χτίζεται ο Θεός, έβαλα κι εγώ το δικό μου κόκκινο πετραδάκι, μια στάλα αίμα, να τον στερεώσω, να μη χαθεί, να με στερεώσει, να μη χαθώ, έκαμα το χρέος μου…Έχετε γεια!…»

 Στέκομαι κι εγώ, και καμαρώνω παππού, πάντα θα θυμάμαι, όσο ζω, και θα νοιώθω υπερηφάνεια και δύναμη, τη δική σου δύναμη!

Για την βιογραφία του Αντωνίου Μπετεινάκη δείτε εδώ : http://zhtunteanagnostes.blogspot.gr/2015/10/7-1886-27-1943.html
 
ΠΗΓΕΣ :
Ηχογραφημένα ντοκουμέντα  από τον Ιωάννη Μπετεινάκη
Αρχείο Οικογένειας Αντ. Μπετεινάκη
zhtunteanagnostes.blogspot.gr/

Δημοσιεύτηκε στο cretalive.gr στις 27 Οκτωβρίου 2015 :http://www.cretalive.gr/history
και στην εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ http://www.patris.gr/articles

Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2015

Πόλεμος, ειρήνη, διαφορετικότητα και μουσική...

Στα παραμύθια του Σαββάτου...της Ελένης Μπετεινάκη*

Μέρες θύμησης, γεγονότων που σφράγισαν την ιστορία της πατρίδας μας και που κάποιες φορές περιέχουν λέξεις και νοήματα δυσνόητα σε παιδιά μικρής ηλικίας. Πόλεμος, ειρήνη, ελευθερία, αδελφοσύνη και διαφορετικότητα. Θύμησες πάνω απ΄ όλα και ξεκαρδιστικές περιπέτειες σαν ο πόλεμος βρεθεί σε μια φανταστική, απερίγραπτα  παράξενη πολιτεία, και προσπαθήσει να επιβληθεί. Είναι εκείνη η ιδανική πόλη  των ονείρων και των παραμυθιών που όλοι μας θα θέλαμε να ζούμε. Και αν πιστεύουμε πως η μουσική, στ΄ αλήθεια, ενώνει τους ανθρώπους και ταξιδεύει μέχρι τα πέρατα του κόσμου τούτου , οι ιστορίες δεν θα έχουν ποτέ τελειωμό και πάντα θα μας μαγεύουν, στο άκουσμα τους!

Το έπος του ’40, Φίλιππος Μανδηλαράς, ( εικονογράφηση : Ναταλία Καπατσούλια), εκδόσεις Παπαδόπουλος
Ο ήρωας τούτης της ιστορίας  είναι ο άγνωστος, ο στρατιώτης του αλβανικού μετώπου. Με μικρά στιχάκια και γλώσσα απλή αλλά όχι απλοϊκή μας γνωρίζει την ιστορία της Ελλάδας λίγο πριν και κατά τη διάρκεια του ηρωικού έπους του 40. Κι έτσι η ιστορία « διδάσκεται » και αφομοιώνεται με τον πιο όμορφο τρόπο .Τα μικρά παιδιά μαθαίνουν πως άρχισε όλο αυτό το μακελειό, τον τορπιλισμό της  Έλλης, τη στάση και τις αποφάσεις των Ιταλών, το Όχι των Ελλήνων δια στόματος Ιωάννη Μεταξά. Μια ξεχωριστή περιγραφή συναισθημάτων, αποφάσεων και αποτελεσμάτων που αφορούν τον πόλεμο που ξεσπάει και τις κακουχίες λόγω καιρού στα βουνά της Πίνδου και Αλβανίας. Η Άνοιξη μαζί με τα λουλούδια της δεν  θα φέρει ελευθερία μα τους Γερμανούς κατακτητές και κυρίαρχους στη  χώρα.  Θα ακολουθήσει η γερμανική κατοχή για τριάμισι ακόμα χρόνια μέχρι να έρθει η στιγμή που η ελληνική σημαία θα κυματίσει ξανά παντού.
Ο Φίλιππος Μανδηλαράς και η Ναταλία Καπατσούλια σε μια ακόμα ιστορία που απευθύνεται σε παιδιά προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας . Εκπληκτικό βιβλίο και για γονείς και εκπαιδευτικούς . Γιατί η ιστορία μας πρέπει να διδάσκεται από τις πιο τρυφερές ηλικίες  με σεβασμό στη γλώσσα, τον τρόπο, τις εικόνες και τις λέξεις που χρησιμοποιούμε!

H Πόλη που έδιωξε τον πόλεμο, Αντώνης Παπαθεοδούλου ( εικον: Μυρτώ Δεληβοριά), εκδ. Πατάκης
Τι γίνεται όταν σε μια πόλη οι δρόμοι στρίβουν όπου εκείνοι θέλουν , μεγαλώνουν τα πεζοδρόμια για να περνούν τα σχολειά όταν πηγαίνουν εκδρομή κι όταν περνά ένα αεροπλάνο ζωγραφίζουν διάφορα σχέδια  για να το χαιρετήσουν; Όταν τα αγάλματα στις πλατείες κοκκινίζουν από ντροπή  ή γελούν ξεκαρδιστικά σαν φτάσουν τα παιδιά στο πάρκο  και τα σιντριβάνια χορεύουν ανάλογα με τη μουσική; Όταν τα δέντρα στα πάρκα διηγούνται ψιθυριστά ιστορίες  και παραμύθια  και τα μουσεία έχουν πίνακες που αλλάζουν ανάλογα με τη διάθεση αυτού που τους κοιτάει;  Μα το πιο μαγικό σ αυτήν την πόλη είναι τα ταχυδρομεία που αλλάζουν τις επιστολές έτσι ώστε όλοι οι παραλήπτες να ΄ναι χαρούμενοι. Τότε αν ο πόλεμος κάνει το λάθος κι έρθει σ΄ αυτήν την πόλη μάλλον που θα βρεθεί ο ίδιος μέσα σε χίλια προβλήματα  και περιπέτειες  κι ίσως στο τέλος καταλάβει πως στην πόλη που ταξιδεύει η χαρά είναι πολύ δύσκολο να μείνει ένας δύστροπος, αυστηρός και κατσούφης αρχηγός ακόμα κι αν το όνομα του είναι τόσο δυνατό . Κι όσο εκείνος ζητάει ενισχύσεις από το γενικό επιτελείο πολέμου για να δαμάσει τούτη την πόλη την πρωτάκουστη, τόσο εκείνο το απίθανο ταχυδρομείο οργανώνει τις διακοπές του με μια βερμούδα παρδαλή, ρακέτες κι αντηλιακό.
Ο Αντώνης Παπαθεοδούλου σε ένα καταπληκτικό του  βιβλίο,   μας επιβεβαιώνει πως το ταλέντο και η φαντασία του είναι αστείρευτα. Με μοναδικό τρόπο μας δίνει την εικόνα της πιο όμορφης πόλης που όλοι θα θέλαμε να ζούμε αλλά που δυστυχώς υπάρχει μόνο στα παραμύθια… Η εικονογράφηση της Μυρτώς Δεληβοριά  απλή και αρεστή στα παιδιά συμπληρώνει επάξια ένα βιβλίο που έχει μεταφραστεί  ήδη σε αρκετές ξένες γλώσσες και έχει βραβευτεί από φορείς , όσο λίγα εικονογραφημένα βιβλία, μέχρι και σήμερα …και συνεχίζει!

Tο παραμύθι της μουσικής, Βασιλική Νευρικοπλή,(εικονογράφηση :Νικόλας Ανδρικόπουλος), εκδόσεις Λιβάνη
Μια φορά κι ένα καιρό, τότε που ζούσαν δυο άρχοντες  και όλοι οι σοφοί  του κόσμου στην αυλή τους, σε μια πόλη, Μαρώνεια τ΄όνομά της , αναφέρεται τούτο το παραμύθι. Οι δυο αρχόντοι κι αρχηγοί της χώρας είχαν ένα μεγάλο καημό. Δεν είχαν παιδιά κι όσες παρακάλεσες κι αν έκαναν έμεναν  μόνοι τους. Μια μέρα η αρχόντισσα, στην παρακάλεσή της, ζήτησε από τον Θεό να εκπληρώσει την επιθυμία της κι ας κάνει ότι θέλει Εκείνος. Κι ήρθε στον κόσμο η θυγατέρα τους  μ΄ όλα τα καλά της φύσης φορτωμένη ,μόνο ένα πράγμα της έλειπε. Δεν μπορούσε να δει, ήταν τυφλή. Όσοι γιατροί και αν την είδαν , τίποτα δεν κατάφεραν. Ο γέρο- Σωφρόνιος όμως τους παρηγόρησε, λέγοντάς τους  πως στη ζωή της θα ναι πολύ ευτυχισμένη και η φήμη της θα φτάσει στα πέρατα του κόσμου. Η  Θεοδώρα, όπως ήταν το όνομα της αρχοντοπούλας, μεγάλωνε κι αναγνώριζε τα πάντα με τις υπόλοιπες αισθήσεις της. Γίνονταν ολοένα και πιο σοφή. Η μεγάλη της αγάπη ήταν η μουσική και το τραγούδι που της  μάθαινε ο Αλέξιος, ο εγγονός του γέρου – Δανιήλ , και πιστού μοναδικού φίλου της σ΄όλα τα χρόνια της νιότης της. Σαν έφτασε η ώρα να παντρευτεί , παλληκάρια με γνώσεις πάνω στην μουσική ήρθαν να τη ζητήσουν από τα πέρατα της γης. Με όργανα πρωτάκουστα για εκείνη, με ήχους που την ταξίδεψαν σε καινούργια μονοπάτια. Κανένας δεν ακούμπησε την ψυχή της όσο εκείνο το μικρό όργανο που άκουγε από τον παιδικό της φίλο, τον Αλέξιο. Η φλογέρα ήταν μέσα στο μυαλό και την ψυχή της.  Και η απόφαση της έγινε αποδεχτή από τους δικούς της κι όλοι θαύμασαν για μια ακόμα φορά την σοφία της που απόκτησε  από την αγάπη της στη μουσική αλλά και την καρδιά της που έμαθε με τον καιρό να ξεχωρίζει και να αγαπά όλα εκείνα τα πολύτιμα που αυτή και μόνο γνώριζε  και ένοιωθε.

Τρυφερή  κι αγαπημένη η  ιστορία της Βασιλικής, γεμάτη απίθανες περιγραφές, μυρωδιές και ήχους από πολλές πολιτείες εκείνης της εποχής. Έχει εκείνο το άρωμα των παλιών καλών παραμυθιών που σαν τελειώσει  θέλεις να ακούσεις και να διαβάσεις ξανά και ξανά. Η εικονογράφηση κ. Ανδρικόπουλου  συμπληρώνει ακριβώς τούτη την ομορφιά της μεταφέροντας επάξια όλη την αύρα εκείνης της εποχής με χρώματα έντονα και φιγούρες που αποτυπώνονται για πολύ καιρό και στη δική μας μνήμη. 

*Η Ελένη Μπετεινάκη  είναι νηπιαγωγός

Δημοσιεύτηκε στο Cretalive.gr στις 25 Οκτωβρίου 2014 :http://www.cretalive.gr/culture/view/ta-paramuthia-tou-sabbatou48/200662

Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2015

Δύο χρόνια ....γεμάτα " Παραμύθια του Σαββάτου"!



Ήταν 17 Οκτωβρίου του 2013 όταν « Τα παραμύθια του Σαββάτου», ξεκίνησαν να υπάρχουν ξανά. Δύο χρόνια σαν σήμερα και είπαμε να το θυμηθούμε!

Η ιδέα των "Παραμυθιών του Σαββάτου" υπήρχε από πολύ παλιά, γεμάτη πάντα με εκδηλώσεις, παραμύθια και χίλια δυο καλούδια για τα παιδιά. 

Πριν από δύο χρόνια λοιπόν ," τα Παραμύθια του Σαββάτου” ξεκίνησαν να υπάρχουν σε ηλεκτρονική στήλη, με άποψη και σεβασμό σε όλα τα βιβλία που αγαπάμε, στο Blog του βιβλιοπωλείου " Ζητούνται Αναγνώστες ", κάθε Σάββατο στην στήλη του Πολιτισμού του Cretalive.gr, και τον τελευταίο χρόνο στο ηλεκτρονικό περιοδικό Fractal.  Παρουσιάστηκαν, σχολιάστηκαν, γράφτηκαν οι γνώμες και απόψεις για περισσότερα από 300 παιδικά βιβλία μέχρι σήμερα και συνεχίζουμε με την ίδια διάθεση, γνώση και σεβασμό σε όλους τους αναγνώστες, τους συγγραφείς και τους εικονογράφους. 

Στον φιλόξενο χώρο του βιβλιοπωλείου " Δοκιμάκης", πήραν  ζωή πέρυσι σε όλη τη διάρκεια του χειμώνα, με αφηγήτρια την Ελένη Μπετεινάκη που πιστεύει πως οι ιστορίες πρέπει να μοιράζονται , να λέγονται, να φτάνουν ίσαμε τον πιο μικρό ακροατή ή αναγνώστη σ΄ ολόκληρο τον κόσμο. Τότε μόνο αποκτούν αξία και νόημα και μπορούν να υπάρχουν. 

Ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ σε όλους όσους αγκάλιασαν και αγάπησαν τη στήλη των παραμυθιών.

Με την σημερινή επέτειο των γενεθλίων μας ,είπαμε να σταματήσουμε για λίγο και να επανέλθουμε ανανεωμένοι και με καινούργιες ιδέες από τον Νοέμβριο του 2015!

Και πάλι χιλιάδες ευχαριστώ και καλή μας αντάμωση!

Ελένη Μπετεινάκη