Το παραμύθι της βροχής

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2015

Τα παραμύθια του Σαββάτου...



…γράφει η Ελένη Μπετεινάκη!

Στις μέρες μας περισσότερο από ποτέ, θα πρέπει όλοι να  σκύψουμε το κεφάλι, τα μάτια και την ψυχή μας σε ανθρώπους που αγωνίζονται για ένα καλύτερο αύριο. Παραμύθια και ιστορίες που μιλούν για χαμένες πατρίδες. Για τη νοσταλγία της επιστροφής. Για το  δίκιο και το άδικο της ίδια της ζωής. Για τους πρόσφυγες ή μετανάστες που δεν διαφέρουν σε τίποτα από εμάς , μόνο ίσως στο χρώμα του δέρματος ή στη γλώσσα. Για τα παιδιά  όλου του κόσμου που πρέπει να χαμογελούν με την ψυχή τους, να συνεχίζουν να παίζουν και να ονειρεύονται. Για την ποίηση που είναι ο καθρέφτης της ψυχής και για εκείνες τις ατέλειες που θα πρέπει αν μας γεμίζουν με θάρρος και να μην το βάζουμε « κάτω» …ποτέ!

Το κίτρινο λεωφορείο για την πατρίδα, Χρήστος Μπουλώτης,εικ: Φωτεινή Στεφανίδη, εκδ. Πατάκης

O κυρ Στέφανος μου θύμισε ένα τραγούδι με τον κυρ Αντώνη, μόνο που τούτος ο αγαπημένος χαρακτήρας του Χρήστου Μπουλώτη ήταν οδηγός λεωφορείου στα νιάτα του. Και τώρα που τα χρόνια πέρασαν , πάλι οδηγός λεωφορείου θέλει να  είναι. Μόνο που το καινούργιο του λεωφορείο είναι δικό του κι έχει κάτι που το κάνει μοναδικό. Να φταίει το κίτρινο χρώμα; Να φταίνε οι ζωγραφισμένες μαργαρίτες; Ή μήπως το όνειρο, η φαντασία και η νοσταλγία. Είναι το λεωφορείο που αγαπούν όλα τα παιδιά, τα παιδιά του κόσμου. Όλα τα παιδιά που κάτι  άφησαν κάποτε σε  μια πατρίδα, όλα τα παιδιά που συνεχίζουν κι ελπίζουν κι ονειρεύονται. Είναι το λεωφορείο της νοσταλγίας, που στη διαδρομή του συμβαίνουν πράγματα θαυμαστά. Κι είναι κι οι μετανάστες και τα παιδιά τους που ζουν στην γειτονιά του κυρ Στέφανου και  κάποιοι τους κοιτούν κανονικά και κάποιοι άλλοι με μισό μάτι. Κι είναι κι οι θύμησές του από την δική του οικογένεια, από τότε με τον μεγάλο ξεριζωμό της Σμύρνης που τον έκανα να σκεφτεί. Να σκεφτεί πως :

 «…η ιστορία του κόσμου είναι γεμάτη πρόσφυγες και μετανάστες από την μια χώρα στην άλλη. Και του έλεγε ο παππούς Νικόλας πως στους χάρτες δε βλέπεις καθόλου ανθρώπους, ούτε τον πόνο τους βλέπεις, ούτε τη νοσταλγία τους κι ούτε τους πολέμους. Κι οι πόλεις μόνο κάτι κουκκιδίτσες ή καθόλου. Όμως άλλο οι χάρτες που΄ναι σκέτο χαρτί, άψυχο, κι άλλο η πραγματική ζωή…».

 Κι είναι κι η μοναξιά των γηρατειών, κι όχι μόνο, που αν θες να τη νικήσεις τότε όλα γίνονται πιο όμορφα. Μια απόφαση θέλει, και την πήρε μια μέρα ο κυρ Στέφανος. Και το λεωφορείο ένα Σάββατο ξεκίνησε …για την πατρίδα, με επιβάτες 7 παιδιά από την Πολωνία, το Ιράκ, την Αίγυπτο, την Νιγηρία, το Αφγανιστάν, την Αλβανία και την τελευταία στιγμή μπήκε κι ένα μικρό Ελληνάκι. Ναι, ήταν το μαγικό λεωφορείο των επιθυμιών , των ονείρων, της χαράς. Ήταν το λεωφορείο που γέμισε μόνο χαρούμενα πρόσωπα, γέλιο, τραγούδια και θαυμαστά επιφωνήματα. Κι ήταν σαν κάθε επιστροφή του από τις άλλες πατρίδες να έδινε την πιο σπουδαία του παρασταση ο κυρ Στέφανος, κι υποκλινόταν μπροστά σε όλους, στη μεγάλη πλατεία του χωριού του κι αυτό τον έκανε ακόμα πιο νέο κι ας περνούσαν τα χρόνια, εκείνος ήξερε το μεγάλο μυστικό :

« …πως όλες οι πατρίδες είναι όμορφες κι όλες μαζί οι πατρίδες κάνουν τον κόσμο μια απέραντη πατρίδα !»

Μια υπέροχη ιστορία …για την πατρίδα… του Χρήστου Μπουλώτη. Μια ιστορία θύμησης, νοσταλγίας, ονείρου και χαράς. Μια ιστορία που συγκινεί, γεμίζει γαλήνη την ψυχή παιδιών και μεγάλων. Μια ιστορία που μας κάνει να  αναρωτηθούμε για τα μικρά και τα μεγάλα της ζωής, τα σπουδαία, τα περασμένα μα και τα μελλούμενα. Μια ιστορία σύγχρονη , όσο ποτέ, για τους πρόσφυγες, τους μετανάστες, για τα παιδιά που πάντα ονειρεύονται , ακόμα και σαν τα χρόνια περάσουν  κι όλοι γνωρίζουμε πως ακόμα και τότε η καρδιά, η ψυχή, δεν γερνάνε ποτέ. Μια ιστορία για όλα εκείνα που φωλιάζουν μέσα μας , τις λύπες και τις χαρές μας, τις επιθυμίες και τα πρέπει μας. Μια ιστορία χαρισματική. Από ένα συγγραφέα που ξέρει να αγγίζει τις δικές μας ψυχές. Από μια εικονογράφο που…ζωγραφίζει υπέροχα τα όνειρα και ας  είναι  ασπρόμαυρα μέσα στο βιβλίο. Σαν κλείσει κάποιος τα μάτια και ονειρευτεί, όλες οι μοναδικές ζωγραφιές της Φωτεινής Στεφανίδη αποκτούν τα πιο όμορφα χρώματα. Αυτά που θέλει κάποιος να δει με τα δικά του μάτια , εκείνα της δικής του ψυχής.
Για παιδιά από 8 χρονών…

Έλα να πετάξουμε μαζί , Κάτια Πινό, εικ. Μάνος Συγγελάκης, εκδ. Βεργίνα

Μια ιστορία για ένα όνειρο. Ένα παιδικό όνειρο. Στην ψυχή ενός μικρού παιδιού, του Τζαπάρ, που ζει φτωχικά στην χώρα του με την μητέρα του που κλαίει συχνά και του λέει πως σαν θα φύγουν μακριά θα μπορέσουν κι αυτοί να  γευτούν το γλυκό ψωμί. Όμως τούτο το γλυκό ψωμί θέλει πολύ « δύσκολα » υλικά για να …φουσκώσει. Θέλει πάνω απ όλα αγάπη, θέλει υπομονή, θέλει δύναμη και κουράγιο. Θέλει πολλές κουταλιές θάρρους, θέλει αγώνα, θέλει εκτίμηση, και πάνω απ΄όλα θέλει πίστη στην ίδια τη ζωή και στα όνειρα της. Θέλει τις περισσότερες φορές και τη βοήθεια των άλλων, εκείνων που δεν θα βλέπουν με μισό μάτι τα μικρά απιδιά των μεταναστών ή προσφύγων στα φανάρια. Θέλει δύναμη ψυχής και κατανόησης  στα παιδιά που τριγυρνούν ξυπόλυτα ή με βρώμικα ρούχα γιατί μπορεί να μην γίνεται να είναι αλλιώς. Θέλει περισυλλογή και ανάσες από όλους μας για όλους τους Τζαπάρ τούτου του κόσμου που είναι όπως και τα δικά μας παιδιά. Που θέλουν να χαμογελούν πάντα και ας έχουν ένα χαλασμένο δόντι που τα τρελαίνει στον πόνο σαν πίνουν νερό, το μόνο που υπάρχει, πιθανόν,  άφθονο στην πατρίδα τους. Θέλει μια μεγάλη αγκαλιά γιατί συχνά δεν καταλαβαίνουν τη δική μας τη γλώσσα. Θέλει να μην γνωρίζουν τη βία της μαγκιάς και των δήθεν επαναστατών – εφήβων. Θέλει ένα μικρό χεράκι από μια μικρή νεράιδα με μπούκλες στα μαλλιά που θα δώσει σημασία και χώρο στο όνειρο. Γιατί και τούτα τα παιδιά έχουν δικαιώματα, και ανάγκες και επιθυμίες και όνειρα. Κι ο Τζαπάρ δεν θα σταματήσει ποτέ να ονειρεύεται. Να ονειρεύεται πως κάποια μέρα το χαμόγελο θα έρθει στα χείλη της μητέρας του και στα δικά του. Πως κάποτε θα μάθει κι εκείνος να διαβάζει βιβλία και θα αποκτήσει  ένα μεγάλο με πολύχρωμες εικόνες  και  θα γράφει τα δικά του παραμύθια… Κι εκείνη η μέρα θα έρθει… μόλις το πιστέψει βαθιά. Και μόλις η μικρή του νεράιδα του χαρίσει το πιο γλυκό της βλέμμα και χαμόγελο. Κι ο Τζαπάρ θα φτάσει στο πιο ψηλό σκαλοπάτι του ονείρου του. Θα πετάξει μαζί με τα παγοπέδιλά του πολύ ψηλά, φίλοι για πάντα με την μικρή του νεράιδα, και θα κατακτήσει εκείνο το όνειρο  πως επιτέλους υπάρχει …γλυκό ψωμί και στη νέα του πατρίδα!
Ένα βιβλίο πολύ συγκινητικό. Ένα βιβλίο κι αυτό για τα παιδιά όλου του κόσμου. Για τους Τζαπάρ όλου του κόσμου που αναγκάζονται να αφήσουν τη δική τους πατρίδα και να αναζητήσουν ένα καλύτερο μέλλον. Ένα βιβλίο για την δύναμη της ψυχής και της θέλησης. Ένα βιβλίο που πρέπει να  ξυπνήσει ή και να  αλλάξει συνειδήσεις. Να κάνει όλους , παιδιά και μεγάλους να αναρωτηθούν για τις εικόνες που συναντάμε κάθε μέρα δίπλα μας. Για να καταλάβουμε πως όλα εκείνα τα παιδιά που αναγκάζονται να έρθουν στη δική μας τη χώρα, δεν είναι διαφορετικά από τα δικά μας, από μας. Είναι άνθρωποι, όπως εμείς, με όνειρα, ελπίδα , σάρκα και οστά. Η Κάτια Πινό γράφει μια ιστορία που όλοι μας κάπου μπορεί και να έχουμε βαθιά μέσα στην ψυχή μας. Μια ιστορία σύγχρονη και σχεδόν καθημερινή. Για τους Τζαπάρ των φαναριών, του σχολείου , της αγοράς, των δρόμων. Για τους Τζαπάρ που έρχονται καθημερινά στη δική μας πατρίδα, παράνομα πολλές φορές μόνο και μόνο για ένα καλύτερο μέλλον και που έχουμε υποχρέωση να στηρίξουμε γιατί πάνω από οτιδήποτε άλλο είμαστε όλοι άνθρωποι.
Κάτια, η ιστορία σου είναι απλά υπέροχη. Μακάρι όλοι οι Τζαπάρ του κόσμου να τα καταφέρνουν στη ζωή, όπως ο δικός σου. Μακάρι όλοι μας να μπορούσαμε να αναλογιστούμε τη ζωή όλων αυτών των ανθρώπων . Μακάρι να μπορούν όλοι οι Τζαπάρ να ακουμπήσουν έστω και λίγο το όνειρό τους!
Για παιδιά από 8 χρονών…

Σιρανό,ο ποιητής με τη μεγάλη μύτη, διασκευή Τάϊ- Μαρκ Λε Ταν, εικ: Ρεμπέκα Ντότρεμερ, εκδ. Μεταίχμιο.

Ο Σιρανό είναι ένας άνθρωπος με πολύ μεγάλη μύτη. Δεν είναι και πολύ εύκολη η καθημερινότητα του με αυτό το μικρό « ελάττωμα» στο πρόσωπό του. Ωστόσο ζει τη ζωή του  σύμφωνα με τα ήθη και τα έθιμα της εποχής του. Όλοι τον κοροϊδεύουν και κανείς  δεν προσέχει τα υπέροχα πράσινα μάτια του. Κι έτσι από μικρός μαθαίνει να προστατεύει τον εαυτό του από τους ενοχλητικούς. Γίνεται έξυπνος και δυνατός και πάνω απ΄ όλα ένας σπουδαίος ποιητής. Ένας ποιητής που αυτοσαρκάζεται  και που ερωτεύεται την ίδια του την ξαδέλφη, την Ρωξάνη. Δεν μπορεί να της μαρτυρήσει τον έρωτά του γιατί φοβάται την απόρριψη. Εκείνη πάλι είναι ερωτευμένη με τον Κριστιάν που κι εκείνος δεν της ομολογεί τον έρωτά του από φόβο. Ο Σιρανό που αποφασίζει να κρατήσει τη δική του αγάπη μόνο για τον εαυτό του , βοηθάει τον Κριστιάν , που ήταν και  λίγο χαζός, να εκμυστηρευτεί τα αισθήματα του στην όμορφη Ρωξάνη. Κρύβεται και ψιθυρίζει στίχους από τα ποιήματα του, σαν να τους λέει ο Κριστιάν στην κοπέλα και εκείνη ερωτεύεται επίσης …τον Κριστιάν. Ο Γκις , ένας πλούσιος και έξυπνος άνδρας που επίσης είναι ερωτευμένος με την Ρωξάνη στέλνει  τους δύο νέους σε πόλεμο . Ο Κριστιάν παντρεύεται την Ρωξάνη, συνέχιζε να της στέλνει γράμματα με τα ποιήματα του Σιρανό, νοιώθοντας όμως πάντα την ανασφάλεια, αν εκείνη αγαπά τον ίδιο ή τα γραφόμενα του. Από την απελπισία του, ρίχνεται στη μάχη και χάνει τη ζωή του…Η Ρωξάνη δεν ξεπέρνα ποτέ το χαμό του άνδρα της, τα χρόνια περνούν  και στο τέλος  η αλήθεια μπορεί και να φέρνει κοντά τις δύο αιώνια ερωτευμένες ψυχές που η  ζωή χώρισε  γιατί δεν είχαν τη δύναμη να ομολογήσουν την αλήθεια  Να δεχτούν τον εαυτό τους όπως είναι.
Ένα παραμύθι βασισμένο σε ένα πια κλασσικό ήρωα που έζησε στη Γαλλία τον 16ο αιώνα. Πρόσωπο υπαρκτό, στρατιωτικός που πεθαίνει από ατύχημα στα τριάντα έξι του χρόνια. Η ιστορία του εμπνέει  τον Εντμόν Ροστάν που γράφει το  θεατρικό του έργο  « Σιρανό ντε Μπεζεράκ»  , καθώς και τον Φράνκο Αλφάνο που δημιουργεί την ομώνυμη όπερα του, καθιερώνοντας τον Σιρανό σαν έναν  ρομαντικό  ήρωα με μια μεγάλη μύτη που τον κάνει διάσημο.
Παραμύθι που διαβάζεται και συγκινεί και στις μέρες μας. Η διασκευή του εκπληκτική με μοναδική εικονογράφηση που το συνιστά σαν μια από τις καλύτερες εκδόσεις του στα τελευταία χρόνια. Μια ιστορία για την αυτοεκτίμηση, την αγάπη, τη δύναμη της ψυχής και …της ποίησης.
Για παιδιά από 6 ετών

*Η Ελένη Μπετεινάκη είναι νηπιαγωγός

Δημοσιεύτηκε στις 29 Αυγούστου 2015 στο Cretalive.gr :http://www.cretalive.gr/culture

Δευτέρα 24 Αυγούστου 2015

Μια βόλτα στην ιστορία …ίσαμε τον Άγιο Τίτο…25 Αυγούστου 2015!



Της Ελένης Μπετεινάκη

Σας το έχω πει κι άλλες  φορές, πως κάποιες μέρες  παίρνω το ποδήλατό μου και τριγυρνώ στην πόλη, το ξημέρωμα… Είναι η πιο ήσυχη ώρα, η πιο γλυκιά. Καλημερίζω τον ήλιο , τον Κούλε, τον  Άρχοντα κι ακοίμητο φρουρό του Μεγάλου Κάστρου και ύστερα ανηφορίζω τον πιο «μεγάλο» δρόμο, τον πιο πολυσύχναστο, τον πιο βασανισμένο. Την οδό Πλάνης ή με το σύγχρονο όνομά του… την 25ης Αυγούστου.
 Έτσι και σήμερα, μέρα μνήμης, μέρα γιορτής… Κι ανέβαινα σιγά σιγά, σχεδόν ακροπατώντας. Φοβόμουν μην και πατήσω κάποιο σημείο που είχε …αίμα, μην και υπήρχε μια τόση δα σπίθα και ανάψει πάλι εκείνη η φοβερή φωτιά που ρήμαξε τόσα μαγαζιά, σπίτια, τόσους ανθρώπους. Ένοιωθα στον αέρα το θόρυβο που έκανε η άγρια σπάθα των Βασιβουζούκων σαν ακουμπούσε την ανθρώπινη σάρκα, την κραυγή, τον πόνο… Έκλεισα τα μάτια, γύρισα το κεφάλι να δω και να αφουγκραστώ, κι ύστερα έριξα το βλέμμα μου προς τη θάλασσα.

 Όλα ήταν ήσυχα… μόνο οι θύμησες  ανακάτευαν το μυαλό και την ψυχή…

25 Αυγούστου

Χμ ! Τι να πει και τι να πρωτογράψει κάποιος για αυτήν την ημερομηνία. Λες κι ο ίδιος ο Θεός τα κανόνισε έτσι ώστε ΠΟΤΕ κανείς να μην ξεχάσει… Να μην ξεχάσει την άδικη και ανελέητη σφαγή τόσων ανθρώπων στον πιο κεντρικό δρόμο του Μεγάλου Κάστρου μας. Τόσος πόνος, τόση αδικία, τόσο αίμα και τόση μανία για εκδίκηση … Και την ίδια στιγμή μια μεγάλη γιορτή. Ενός Άγιου που δεσπόζει στον τόπο για πάνω από 1200 χρόνια…
Σταμάτησα μπροστά στο πιο όμορφο κτίσμα του Ηράκλειου. Στην εκκλησιά του αγίου Τίτου με την ομώνυμη πλατεία. Κοίταξα προς τη θάλασσα για μια ακόμα φορά…

-Λες, είπα, αυτό να ΄ναι , εκεί στον ορίζοντα που ξεμακραίνει;
Εκείνο το πλοίο που τα πήρε όλα
Την άγια κάρα, την εικόνα σου Παναγιά μου, Μεσοπαντίτισσα, ξενιτεμένη μας…

Μαύρα πανιά μου φάνηκε πως ανέμιζαν, κι ας μην ήταν πειρατικό το πλοίο. Έφευγαν όλα, τα έσωζε, τα ξεμάκραινε, εκείνη την  φοβερή μέρα στα 1669…
Προχώρησα αργά, θαυμάζοντας για μια ακόμα φορά το κτίσμα, την επιβλητικότητα, την μεγάλη πλατεία που είναι  τόσο αλλιώτικη τούτη την ώρα…
Κάθισα κάτω από τον μοναδικό πλάτανο για λίγο… Κοίταξα ψηλά τον πανέμορφο τρούλο, τα χρωματιστά παράθυρα, κι ύστερα με περισυλλογή και θύμησες ανέβηκα τα σκαλοπάτια!
Δυο μεγάλες εκκλησίες έχει η πόλη μας. Δυο μεγάλοι άγιοι την προστατεύουν πάντα. Δύο άγρυπνοι φρουροί , ο Ένας με τα άλογό του κι ο άλλος με την σωφροσύνη και την ψυχή του την παρακολουθούν να χάνεται, να διαλύεται, να σηκώνεται, να ξαναγεννιέται από τις στάχτες της και να στέκει με το κεφάλι ψηλά, σαν γυναίκα, που όσο και να την πληγώνουν εκείνη αντιστέκεται, πεισμώνει και προχωρά. Μόνο κάποιες φορές, λίγες, λυγίζει, σηκώνει τα χέρια ψηλά, παρακαλεί για τα παιδιά της.  Πόλεμοι, λοιμοί, πανούκλες, γενεές και γενεές Σαρακηνών -Αράβων, Βυζαντινών,  Βενετών, Τούρκων , Ιταλών και Γερμανών, όσα κι αν της στέρησαν, αυτή άντεξε. Κι η Πίστη άντεξε, κι η ψυχή της κι οι συνήθειες, οι παραδόσεις   και τα έθιμα στο χρόνο. Άγιος Μήνας και Άγιος Τίτος. Ο πρώτος τιμάται χειμωνιάτικα και ο δεύτερος καλοκαιριάτικα, μια μέρα που είναι ίσως από τις πιο δραματικές ,από τις πιο αλησμόνητες για τούτη την πολύπαθη πόλη…

Κι άρχισε εκείνο το κουβάρι της ιστορίας να ξετυλίγεται σιγά σιγά…

961 μ. Χ. Ο Νικηφόρος  Φωκάς ξεριζώνει τους Άραβες από το νησί της Κρήτης, ενισχύει το χριστιανικό στοιχείο παντού  και αντί να επιστρέψει στην κατεστραμμένη και ερειπωμένη Γόρτυνα, κάνει πρωτεύουσα τον Χάνδακα. Η ίδια η Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης ορίζει στην πόλη, την έδρα του Μητροπολίτη Κρήτης. Το ίδιο περίπου διάστημα κτίζεται ο νέος ναός του Αποστόλου Τίτου, στο ίδιο ακριβώς σημείο που βρίσκεται και σήμερα και χωρίς να έχουμε την ακριβή ημερομηνία κτίσης ή αποπεράτωσης του. Σε όλη τη διάρκεια της Β’ Βυζαντινής περιόδου , ο ναός διατηρείται σαν μητρόπολη της Κρήτης και σ΄ αυτόν φυλάσσονται πια όλα τα κειμήλια που διασώθηκαν από την καταστροφή του ναού της Γόρτυνας. Στα 1210, όταν οι Ενετοί καταλαμβάνουν οριστικά την Κρήτη και φέρνουν τις δικές τους θρησκευτικές έδρες στο νησί, στον ναό του Αγίου Τίτου του Χάνδακα εγκαθίσταται πλέον Λατίνος αρχιεπίσκοπος. Οι νέοι κατακτητές του νησιού και της πόλης, θέλοντας να φαίνονται πως συνεχίζουν τις παραδόσεις των Ορθοδόξων χριστιανών, διατηρήσαν όλα τα ιερά κειμήλια ως είχαν και επέτρεψαν στον Ορθόδοξο κλήρο να λειτουργεί  εκεί, με το δικό του δόγμα, ορισμένες ημέρες την εβδομάδα. . Μάλιστα παραδέχθηκαν τον Άγιο Τίτο σαν προστάτη του Βασιλείου της Κρήτης και τον γιόρταζαν την ημέρα της εορτής του με λιτές δοξολογίες στον Άγιο Μάρκο και μαζί με τον ορθόδοξο μητροπολίτη, έπαιρναν μέρος σε λιτανεία που είχε αρχή και τέλος της τον Ναό. Πολλές γραπτές μαρτυρίες, μάλιστα, αναφέρουν πως στην αυλή του αγίου Τίτου ετάφησαν πολλοί Αρχιεπίσκοποι και Δούκες της Κρήτης και ίσως να προϋπήρχαν και αρκετοί ορθόδοξοι καπεταναίοι και μητροπολίτες.
Στα 1446 μ. Χ. και ενώ οι Ενετοί βρίσκονται εδώ περίπου δυο αιώνες, ο ναός ανακαινίζεται από τον αρχιεπίσκοπο Φαντίνο Δανδόλο και στον μεγάλο βωμό του τοποθετείται  η Κάρα του αγίου Τίτου καθώς και τα λείψανα του αγίου Στεφάνου, του αγίου Μαρτίνου και της αγίας Φωτεινής. Αναφέρουν επίσης οι γραφές πως αυτήν την περίοδο, ο ναός, ήταν μεγαλοπρεπής και θαυμαστός για  τους πολλούς και μαρμάρινους κίονές του. Λένε ακόμη πως  στον περίβολό του υπήρχαν τάφοι επιφανών ανθρώπων διακοσμημένοι  με αψίδες, βωμούς και άλλες  κατασκευές. Θεωρούνταν στολίδι της Κρήτης ολόκληρης.
Στα 1508 στον μεγάλο σεισμό , δημιουργούνται αρκετές  ζημιές και  μερικά  χρόνια αργότερα στα 1544 ξεσπά μια μεγάλη πυρκαγιά προκαλώντας τρομερή καταστροφή. Τα μόνα πράγματα που σώθηκαν ήταν τα ιερά κειμήλια. Δεκατρία χρόνια αργότερα οι πηγές αναφέρουν πως ο ναός ανακαινίστηκε πλήρως.
Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για την οριστική μορφή που είχε ο ναός  κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας .Το σίγουρο ήταν πως είχε το σχήμα της Βασιλικής, τετράγωνο με τρούλους στη μέση και με δυο παράλληλες σειρές από κίονες χωρίζοντας την εκκλησία σε τρία κλίτη. Σώζεται ένα σχέδιο του Γεωργίου Κλώντζα που δείχνει πως στην δυτική του πρόσοψη είχε τρεις πόρτες.
Ο Τζουάνες  Παπαδόπουλος πάλι στις δικές του γραφές  λέει πως ο ναός του  Αγίου Τίτου ήταν ένα πολύ παλιό και σκοτεινό οικοδόμημα με λίγα αλτάρια και όχι πολύ καλά διακοσμημένα. Επίσης υπήρχε και εκκλησιαστικό όργανο και απασχολούνταν ένας άνθρωπος να το παίζει  και το καμπαναριό ήταν τόσο μεγάλο που είχαν φτιάξει μια ψηλή κωνική στέγη με καλές καμπάνες. Αναφέρει επίσης πως είχε δώδεκα ιερείς , έναν βικάριο και αρκετούς  άλλους ,που ζούσαν φτωχικά με πολύ μικρά εισοδήματα. Γίνεται αναφορά και στην εικόνα της παναγίας της Μεσοπαντίτισσας και μάλιστα γράφει πως «… κάθε Τρίτη την λειτάνευαν τοποθετημένη μόνη της μέσα σε θήκη και τη συνόδευαν έξι παπάδες ορθόδοξοι με τον  πρωτοπαππά, δηλαδή τον ανώτερο ιερέα τους, πηγαίνοντας την εκείνη την ημέρα σε διάφορες ορθόδοξες εκκλησίες , σε κάθε μια έκαναν από μια λειτουργία, από εκείνες που παράγγελναν κάποιοι από τάμα ή ευλάβεια, πληρώνοντας συνήθως ένα τσεκίνι τη μια, που μέρος του μοιραζόταν στους κανονικούς του καθεδρικού ναού, παρόλο που δεν συμμετείχαν σ΄αυτές τις λειτουργίες και τελετές...»*
Και λίγο πιο κάτω  γράφει πως μέσα σε τούτο τον ναό του αγίου Τίτου που θεωρούνταν καθεδρικός,  φυλασσόταν ακόμα και «…το θαυματουργό αίμα , που το έβαζαν κάθε Μεγάλη Πέμπτη την ώρα του Ave Maria πάνω σε μια εξέδρα που έστηναν στη μέση της κεντρικής εισόδου και ευλογούσαν το λαό, που μαζευόταν εκείνη την ώρα πλήθος και με μεγάλη ευλάβεια. Αυτό συνεχίστηκε μέσα στις κακουχίες του πολέμου και της πολιορκίας ως την τελική επίθεση του Μεγάλου Βεζύρη, οπότε το λιτάνευαν την ώρα του βραδινού Ave Maria πάνω στα τείχη …»*
Πήρα μια βαθιά ανάσα …τόσες θύμησες πάλι, ταράχτηκα. Κοίταξα γύρω και πάνω ψηλά στο γυναικωνίτη και στα υπέροχα παράθυρα που έχουν διακοσμηθεί με την τέχνη του βιτρό. Είχε ανέβει πια ο ήλιος ένα δύο καντάρια και το φως έμπαινε από παντού. Ώρα ήταν να ξεκινήσει και η πρωινή λειτουργία …τα πρώτα κεριά έκαιγαν ήδη. Μπήκα ξανά στον κόσμο μου…να σκεφτώ, να θυμηθώ …την πιο δύσκολη περίοδο, εκείνη που πια οι Τούρκοι αφέντευαν τον Χάνδακα… Ερημωμένος  ήταν, μόλις είχαν φύγει οι  Ενετοί…Η Ruga Maistra όπως έλεγαν εκείνοι τον μεγάλο δρόμο του λιμανιού, είχε μόνο ερείπια, σωρούς από πέτρες, χόρτα,  μυρωδιά θανατικού και εγκατάλειψης… Όλα μας τα πολύτιμα είχαν μεταφερθεί στην Βενετιά. Η Αγία Κάρα που έβλεπα πια εδώ, μπροστά μου, τότε βρήκε καταφύγιο στον Ναό του Αγίου Μάρκου.Αν  κάποιος μπορούσε να γυρίσει  το χρόνο πίσω, θα βλέπε πως και τότε οι πιστοί  μαζεύονταν στην μεγάλη Βενετσιάνικη εκκλησιά, μέρα σαν την σημερινή,  να προσκυνούσαν τούτο το ιερό κειμήλιο. Σαν σήμερα κι έχουν   περάσει 346 χρόνια περίπου…
Κι έτσι άρχισε μια νέα μακροχρόνια περίοδο και πορεία για τούτο το μεγαλόπρεπο κτίσμα. Οι Τούρκοι, από τις πρώτες τους έννοιες ήταν να μετατρέψουν όσες εκκλησίες σώζονταν σε τζαμιά και το Άγιος Τίτος έγινε Τέμενος αφιερωμένο στον Φαζήλ Αχμέτ Κιοπρουλή που πια αποκαλούνταν Βεζίρ Τζαμί.  Περασαν δύο αιώνες, και φτάσαμε στον  μεγάλο σεισμό του 1856, που όλα έγιναν πέτρες …
Αμέσως σχεδόν άρχισε να ξαναφτιάχνεται από τα θεμέλια. Ο Αθανάσιος Μούσης, αρχιτέκτονας, γνωστός από την ανοικοδόμηση του αγίου Μηνά, ανέλαβε και τούτη την εκκλησία.  Έτσι το 1869 ο νέος ναός είχε πια τελειώσει και το αποτέλεσμα ήταν μάλλον εκπληκτικό για την εποχή. Γράφει χαρακτηριστικά ο Στέφανος Ξανθουδίδης στα ιστορικά του σημειώματα  : «…Το σχέδιον του νέου Τζαμίου φαίνεται, ότι είχεν εκπονηθή εν Κων)πόλει υπό δεξιού αρχιτέκτονος, αντιγραφέν  πιθανώς εκ τίνος των πολυάριθμων τεμενών ή εκκλησιών της Κων)πόλεως. Ο ρυθμός του οικοδομήματος είναι κατά την κύριαν ιδέαν και μάλιστα την εσωτερικήν διάταξιν Βυζαντινός, μετά λεπτομερειών όμως έξωθεν αραβικού ρυθμού. Η κάτοψις αυτού είνε εν μέγα τετράγωνον κορυφούμενον και σεγαζόμενον υπό ημισφαιρικού εν τω μέσω τρούλλου παλαιού Βυζαντινού ρυθμού, βασταζομένου υπό τεσσάρων υψηλών κιόνων. Ολόκληρον το οικοδόμημα είνε εκτισμένον  δια ξεστών πώρων λίθων. Τα πολλά παράθυρα του οικοδομήματος εις δύο αλλεπάλληλους σειράς, τα οποία, ένεκα των καμπυλών και τοξοτών περιγραμμάτων, δίδουσιν εις το κτίσμα Αραβικήν όψιν, παρέχουσιν άπλετον φως εις το εσωτερικόν του οικοδομήματος, η δε λαγαρότης και ελαφρότης των κιόνων και των στύλων, των υποβασταζόντων τον τρούλον και την στέγην, προδίδουσιν ελαφρότητα και ζωηρότητα μεγάλην, αι οποίαι συνδυαζόμεναι με την απέριττον κομψότητα των εξωτερικών γραμμών απετέλεσαν το χαριέν αυτό αρχιτεκτονικόν καλλιτέχνημα. Βεβαίως δεν υπάρχει εν τη νήσω άλλο νεωτέρας εποχής οικοδόμημα ωραιότερον και χαριέστερον… ».**
Στη συνέχεια οι πληροφορίες ήταν ελάχιστες. Αναφέρονται σε διάφορες πηγές πως καθόλην τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας στην πόλη, στον προαύλιο χώρο θάφτηκαν επιφανής Τούρκοι Αγάδες, όπως για παράδειγμα ο Χασάν Πασάς, περίπου στα 1823 που θεωρούνταν  από τους πιο αιμοσταγής πασάδες της Κρήτης ,με ανελέητες καταστροφές στο Λασίθι και ιδιαίτερα στη Μίλατο.
Στα 1913 οι Τούρκοι έχουν φύγει οριστικά από την Κρήτη και στην ανταλλαγή πληθυσμών που έγινε στα 1925 ο ναός περνά πια οριστικά στα χέρια και την δικαιοδοσία μόνο των Ορθόδοξων Χριστιανών, ύστερα από 700 και πλέον χρόνια . Η τελετή που γίνεται στις 3 Μαΐου του 1925 στα εγκαίνια του ναού, συγκεντρώνει απίστευτο κόσμο. Συγκίνηση και ενθουσιασμός επικρατεί στο πλήθος που πλέον η εκκλησία  αφιερώνεται στον Άγιο Τίτο από εκείνη την ημέρα. Την ίδια περίοδο κατεδαφίζεται και ο μιναρές του.
Το 1930 έγινε η εικονογράφηση του Ναού από τον αυτοδίδακτο Καστρινό ζωγράφο Ευάγγελο Μαρκογιαννάκη.  Έργα του φυλάσσονται σήμερα στο παρεκκλήσι του αγίου Τίτου, μέσα στον Ναό και στον γυναικωνίτη.
Την περίοδο της Γερμανικής κατοχής τα στοιχεία για την κατάσταση ή την τύχη του ναού είναι λιγοστά. Όπως αναφέρει με προφορική μαρτυρία του ο εφημέριος Εμμανουήλ Ασκιανάκης,η εκκλησία λειτουργούσε κανονικά  στην πόλη τη διάρκεια που βρίσκονταν οι Γερμανοί εδώ και ίσως κάποιο διάστημα να έγινε  αποθηκευτικός χώρος φύλαξης σιτηρών. Μάλιστα, ο ίδιος αναφέρει ένα περιστατικό που θυμάται, σχετικά με αυτό το γεγονός. Λίγο παρακάτω επί της οδού του αγίου Τίτου διέμενε η οικογένεια Κονιωτάκη και προκειμένου να συντηρηθεί τα δύσκολα χρόνια της κατοχής, ένας  από τους γιούς τους κατέβαινε από ένα φεγγίτη με σχοινί που το κρατούσε η ίδια του η μάννα,  κι έβαζε στις τσέπες  των παντελονιών  του χούφτες από σιτάρι, να το φέρει στο σπίτι τους για βρώση …
Και φτάνουμε στην πιο πολυπόθητη μέρα και ιστορική που ξημέρωσε ποτέ για την μεγάλη Χριστιανική εκκλησία του Ηράκλειου πια , την 15η Μαΐου 1966. Είναι η μέρα που το λιμάνι, η 25η Αυγούστου θα γεμίσει με χιλιάδες ανθρώπους. Αντιπρόσωποι της Κυβέρνησης, κληρικοί, μοναχοί, και απλός λαός  θα υποδεχτεί την κάρα του Αποστόλου Τίτου ύστερα από 297 περίπου χρόνια .Επιστροφή στην πατρίδα, στη γενέθλιο γη.  Λένε πως έριχναν παντού ροδοπέταλα και άλλα λουλούδια της κρητικής γης, σε όλο το δρόμο από τι λιμάνι, την 25η Αυγούστου και την μέχρι την είσοδο του Ναού, για να υποδεχτούν  ένα σύμβολο, ένα ιερό κειμήλιο που μόνο δάκρυα χαράς θα μπορούσε να φέρει στα μάτια όλων των ανθρώπων που βρίσκονταν εκεί. Επίσημοι προσκεκλημένοι ο  αντιπρόσωπος του Πατριάρχου της Βενετίας, Επίσκοπος Ιωάννης Ολιβότι, που την παρέδωσε  στον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Κρήτης Ευγένιο.
Λένε επίσης πως στο λόγο του, που αναφώνησε με πολλή μεγάλη συγκίνηση ανέφερε περίπου τα παρακάτω: «Αυτός ο λαμπρός εορτασμός του κρητικού λαού θα μετριάσει τη θλίψη των ενετών για τη στέρηση του τιμίου λειψάνου, το οποίο επί τρεις αιώνες ήτο αντικείμενο ευλαβούς αγάπης. Δε θα λησμονήσω ποτέ αυτές τις στιγμές της θριαμβευτικής επιστροφής της Τιμίας Κάρας του Αγίου Τίτου, αγαπητού μαθητή του Αποστόλου Παύλου και πρώτου Επισκόπου Κρήτης». Ο  Αρχιεπίσκοπος Ευγένιος, πρωτοστάτης της μεγάλης επιστροφής , είπε μεταξύ των άλλων: «Οποία χαρά σήμερον εν ουρανώ και επί γης. Οποία χαρά δια τας μακαρίας ψυχάς των αοιδίμων προκατόχων ημών, των άλλων αρχιερέων της Κρήτης και δι’ όλην την θριαμβεύουσαν Εκκλησίαν του Χριστού. Οποία χαρά και δι’ ημάς, οι οποίοι έχομεν το ιδιαίτερο προνόμιο και ευτύχημα να υποδεχώμεθα σήμερον το τιμιώτατον λείψανον του πρωτοθρόνου Επισκόπου ημών, επί παρουσία τόσων τιμίων εκπροσώπων των εκκλησιών ημών, ορθοδόξων και ρωμαιοκαθολικών, και τοσαύτης συρροής κλήρου και λαού και να έχωμεν εις το εξής το τιμώτατο τούτο λείψανο εν μέσω ημών».
Κτύπησαν οι καμπάνες… Συνήλθα από τις σκέψεις και τις θύμησες. Βγήκα έξω στο προαύλιο, θέλοντας να ανασάνω λίγο καθαρό αέρα, της θάλασσας που ανέβαζε η πρωινή δροσιά. Πήρα το ποδήλατό μου κοιτώντας φευγαλέα το σεμνό πέτρινο μνημείο στην δεξιά πλευρά του ναού : «…Εις μνήμην των Υπερ Πίστεως και Πατρίδος  Σφαγιασθέντων Χριστιανών την 25η Αυγούστου 1898…».

Βαθύς αναστεναγμός ξέφυγε, κούνησα το κεφάλι κάμποσες φορές. Κοίταζα τους ανθρώπους που κατέφθαναν στην εκκλησία. Σε λίγο θα άρχιζαν μουσικές, λιτανεία, πομπή με όλους τους επισήμους και τον απλό λαό. Δεν είπα τίποτα,  θέλησα να βρεθώ εκεί στη μέση του πεζόδρομου και να κατηφορίσω στο λιμάνι, στα ερείπια της Πύλης του Μόλου, τα Νεώρια και την πλατεία των 18 άγγλων. Κατέβηκα από το ποδήλατο, προσέχοντας ακόμα μια φορά, που πατούσα και πως. Η θάλασσα ήταν ακόμα ήρεμη , κι ο Κούλες απέναντι συνέχιζε να κοιτάζει σιωπηλός.

« -Αχ , Άρχοντα,  πόσα έχουν δει τα μάτια σου; Πόσα πράγματα έχει νοιώσει η ψυχή σου. Κι όμως αντέχεις πάντα. Υπομονετικός, σιωπηλός, περήφανος, όπως ταιριάζει σε κάθε Κρητικό άντρα. Πως άντεξες κι εκείνη την ημέρα, εκείνης της ανελέητης σφαγής ;» τον ρώτησα.

Ένας γλάρος  ήρθε κοντά  μου, παραξενεύτηκα  που βγήκε τόσο πολύ στη στεριά, σαν κάτι να έψαχνε, σαν κάτι να θελε… Κι ύστερα κατευθύνθηκε στο Φρούριο της Θάλασσας. Τον είδα να πετάει ψηλά, να χάνεται σαν μικρή τελεία στον ουρανό,  ίσαμε που ακούμπησε πάνω ψηλά σε μια από τις επάλξεις του Κάστρου … Ίσως και να του μετέφερε τις σκέψεις μου, ποιος ξέρει; Ποιος νοιάζεται; 

25 Αυγούστου σήμερα… 

Μέρα γιορτής, θλίψης και θύμησης  για την οδό 25ης Αυγούστου !

Για τη μεγάλη σφαγή των Χριστιανών της 25ης Αυγούστου 1898 δείτε εδώ: (….)

Η Ελένη Μπετεινάκη είναι εκπαιδευτικός  

ΠΗΓΕΣ:
**Ο ναός του αγίου Τίτου, ιστορικά σημειώματα, Στέφανου Ξανθουδίδου, έκδοσις Β΄, 1974
Νέα Eφημερίς, 3 Μαΐου 1925
Το Ηράκλειο στο πέρασμα των Αιώνων, Στεργ.Σπανάκη, Δήμος Ηρακλείου, 1990
Το Ηράκλειο και η Νομαρχία του, Νομαρχιακή αυτοδιοίκηση Ηρακλείου, 2005
*Στον καιρό της σχόλης, Τζουάνες Παπαδόπουλος, ΠΕΚ
Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου
Η Κρήτη των καλλιτεχνών, Ντενίζ – Χλόη Αλεβίζου , εκδ. Δοκιμάκης
Προσωπικές μαρτυρίες Εφημέριου Αγ.Τίτου,Εμμανουήλ Ασκιανάκη
Υπήρχε μια πόλη το Μεγάλο Κάστρο, Λιάνα Σταρίδα, εκδ. ΄Ιτανος

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ στις 24 Αυγούστου 2015 : http://www.patris.gr/articles
Και στο cretalive.gr στις  25 Αυγούστου 2015 :http://www.cretalive.gr/history

Ήταν Τρίτη, 25 Αυγούστου 1898…όπως και σήμερα!

Ένας δρόμος που έμελε να αλλάξει την ιστορία της πόλης για πάντα εκείνο το μεσημέρι  στα 1898…

Ξημερώματα 25 Αυγούστου …Ψυχή σχεδόν στο δρόμο. Στο λιμάνι, τέτοια ώρα, η θάλασσα είναι  ήρεμη. Οι ψαράδες μόνο απλώνουν τα δίχτυα τους, να τα μπαλώσουν, να τα ξεμπλέξουν, να τα μαζέψουν σωστά, ύστερα από την βραδινή ψαριά. Ο Κούλες πάντα εκεί, αγέρωχος, στητός , περήφανος,άλαλος!
Λιμάνι γυρω στα 1896
Πύλη του Μόλου
Έκανα τον κύκλο  της μικρής πλατείας με τα δελφίνια τα μπρούτζινα στη μέση .Πλατεία 18 Άγγλων… Πουθενά μια σημείωση, κάτι. Κι ύστερα πήρα τον δρόμο της « Πλάνης». Δυο τρία περιστέρια πέταξαν κι ακούμπησαν στο ερειπωμένο κτίριο στην αρχή της. Ψυχή δεν φαινόταν, κανένας θόρυβος. Ανέβαινα και συλλογιζόμουνα και προσπαθούσα να φανταστώ… την Πύλη του Μόλου, την κίνηση εδώ, πριν από 117 χρόνια σαν σήμερα. Τα κλειστά μαγαζιά τον Τούρκων που ήξεραν… Τους βασιβουζούκους, τους απλούς πολίτες, εκείνο το αγοράκι το δίχρονο που απόμεινε μόνο του κι έκλαιγε, την ταλαιπωρημένη πόλη που πάντα είχε έναν κατακτητή στο « σβέρκο » της… Για μια στιγμή όλα ζωντάνεψαν… κόκκινα και μαύρα φέσια, γιαταγάνια, φωνές, καπνοί , πτώματα διαμελισμένα παντού, ζέστη αφόρητη, μυρωδιά θανάτου απ΄άκρη σ΄άκρη. Μόνο η ώρα άλλαζε… τότε ήταν λίγο μετά τις 2.00 το μεσημέρι που έγινε τούτο το κακό, τούτη η μεγάλη σφαγή  στους ταλαιπωρημένους Καστρινούς. Αποκοτιά, μίσος, απανθρωπιά για κάθε ίχνος χριστιανικού στοιχείου …Τρεις μέρες μείνανε τα πτώματα άθαφτα, σωροί από ανθρώπινα μέλη στις άκρες των δρόμων, στα σοκάκια στις πλατείες. Μια γυναίκα πόρνη  μπόρεσε μαζί με έναν νεαρό αγρότη και έθαψαν ότι μπορούσαν στο Σιναϊτικό Μοναστήρι στην εκκλησία του Αγίου Ματθαίου …μέρες αργότερα. Εκεί και το πτώμα το ακέφαλο του Λυσίμαχου Καλοκαιρινού. Το κεφάλι του τρόπαιο του Λαμή Βετιχάκη πετάχτηκε  πάνω στο γραφείο της Πρεσβείας  με τα χρυσά κέρματα που λίγο πριν είχε ζητήσει αλλά δεν του δόθηκαν, ο δήμιός του, λένε. Εικόνες ανελέητης κτηνωδίας , εικόνες φρίκης που ωστόσο όπως συμβαίνει πάντα οδήγησαν στην ελευθερία, ήταν η αρχή του τέλους για το περιβόητο Κρητικό ζήτημα. Ήταν το τέλος για τον δυνάστη Τούρκο στα Κρητικά χώματα . Αίμα πολύ χύθηκε, αίμα αθώων που ελάχιστοι γνωρίζουμε τα ονόματα τους, που το μνημείο  τους περιμένουμε κάποτε να στηθεί , εδώ στην οδό του μεγάλου μαρτυρίου, στην 25η Αυγούστου την πολύπαθη.
Ερείπια Πύλης Μόλου, σήμερα
Άνοιξα τα μάτια και βρέθηκα μπροστά στον υπέροχο ναό του Αγίου Τίτου. Μεγάλη γιορτή σήμερα, αφιερωμένη στην Χάρη του , αλλά και μέρα θύμησης για όλους μας εκείνων των φοβερών γεγονότων που σφράγισαν μια ολόκληρη περίοδο, μια πόλη , ένα νησί, την Ελλάδα ολόκληρη.
Τι ακριβώς συνέβη εκείνη την απίστευτη μέρα είναι λίγο πολύ γνωστό. Ωστόσο η μνήμη καλεί μια συνοπτική αναφορά για τους νεότερους αφού δεν τα βρίσκει κανείς εύκολα , τούτα τα γεγονότα στα σχολικά εγχειρίδια…
Ήταν Τρίτη, 25 Αυγούστου 1898…
Ένα μήνα πριν στα Χανιά είχε γίνει η συνέλευση των Κρητών υπό την προεδρία του Ιωάννη Σφακιανάκη  ώστε να αποφασιστεί  ένα σχέδιο για την προσωρινή διοίκηση της Κρήτης, όπως είχαν προτείνει οι Μεγάλες Δυνάμεις  ( Ιταλοί, Ρώσοι, Γάλλοι και Άγγλοι. Οι Γερμανοί και οι Αυστριακοί κρατούσαν ουδέτερη στάση ). Αποφασίστηκε λοιπόν μια προσωρινή κυβέρνηση της Κρήτης από τις τέσσερις χώρες   μέχρι να βρεθεί μια οριστική λύση. Στις 24 Αυγούστου , σύμφωνα πάντα με την απόφαση των 4 ναυάρχων (Μπέττολο, Σκρυδλώφ, Ποττιέ και Νοέλ) γνωστοποιήθηκε στους Τούρκους πως και το φορολογικό γραφείο της 10ης στο Μεγάλο Κάστρο θα απαρτιζόταν πλέον από Άγγλους . Την επόμενη μέρα ο Άγγλος συνταγματάρχης  Reid πήρε επιβεβαίωση ότι ουδεμία ταραχή θα συνέβαινε.  Ωστόσο από τις 8 το πρωί στην περιοχή του μόλου άρχισε να μαζεύεται όχλος Οθωμανών,ό που σαν σκοπό είχαν να κακοποιήσουν τον διορισθέντα Χριστιανόν ελεγκτή , που ευτυχώς είχε ειδοποιηθεί και την τελευταία στιγμή « πέρασε » στο υδροφόρο πλοίο «Τουρκοάζ », που ήταν αγκυροβολημένο στο λιμάνι του Ηρακλείου μαζί με τους δύο άνδρες που τον συνόδευαν τους Γ. Βολονάκη και Π.Βαριδάκη αφού ήταν αδύνατον να μπουν στο γραφείο. Κι όλα αυτά συνέβαιναν περίπου στις 2.30 το μεσημέρι .Ο  Reid  που συνόδευσε συγχρόνως τους παραπάνω ανώτερους υπαλλήλους και τον διορισμένο Ελεγκτή Στυλιανό Αλεξίου τοποθέτησε στην Πύλη  δύο διμοιρίες με εφ όπλου λόγχη  με σκοπό να εμποδίσουν την είσοδο στους Τούρκους που κατέβαινε στην προκυμαία. Το γραφείο βρέθηκε κλειστό και διετάχθη ο Οθωμανός φύλακας να ανοίξει την πόρτα. Εκείνος  είπε πως ήταν υπάλληλος του Σουλτάνου και δεν είχε τέτοια διαταγή.
Πύλη του Μόλου πριν την καταστροφή, λιμάνι
Γράφει σε συνέντευξή του στην εφημερίδα « Σκριπτ » ο Στυλιανός Αλεξίου  (Φύλλο 1084, Σάββατο 29 Αυγούστου 1898) :
« …Αποφασίστηκε λοιπόν από κοινού με τον Άγγλο συνταγματάρχη να σπάσουμε τις πόρτες και να μπούμε μέσα. Ήμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε στη διάρρηξη , όταν ξαφνικά ακούσαμε μερικούς πυροβολισμούς κοντά στην Πύλη του τείχους. Φυσικά και ανησυχήσαμε , κι αμέσως εσπεύσαμε όλοι μαζί… Άμα φτάσαμε εκεί ευρήκαμε ένα Τουρκοκρητικό σκοτωμένο. Τον είχανε σκοτώσει οι Άγγλοι στρατιώται. Να τι είχε συμβή: Την ώρα που εμείς επηγαίναμε να καταλάβωμε  το Φορολογικό Γραφείο, ο πολυάριθμος Τουρκικός όχλος είχε μαζευτεί κοντά στην Πύλη και ζητούσε να περάσει από αυτήν… Οι Άγγλοι στρατιώτες , που εφρουρούσαν εκεί τους εμποδίσανε να περάσουν. Με αυτήν την αφορμή δημιουργήθηκε ταραχή και μέσα σ αυτήν ένας Τουρκοκρητικός εχτύπησε με μαχαίρι έναν Άγγλο στρατιώτη. Ο Τουρκοκρητικός αυτός επυροβολήθηκε ευθύς από τους Άγγλους και σκοτώθηκε. Την ίδια στιγμή οι Άγγλοι στρατιώτες εκλείσανε την Πύλη. Ύστερα από το παραπάνω φονικό ο Τούρκικος όχλος εφρένιασε. Κι έτρεξε την ίδια στιγμή και οπλίστηκε. Οι Τουρκοκρητικοί αφού ωπλιστήκανε , ριχτήκανε με λυσσασμένη μανία στις χριστιανικές συνοικίες. Περικυκλώνανε τα χριστιανικά σπίτια και μαγαζιά και τους εβάζανε φωτιά με πετρέλαιο. Οι χριστιανοί αναγκάζονταν από τις φλόγες να βγαίνουν έξω και τότε οι Τούρκοι τους εσκοτώνανε. Πυρποληθήκανε στην αρχή εφτά χριστιανικά καταστήματα, που βρισκόντανε κοντά στην παραλία. Εκεί σφάγηκανε οι περισσότεροι Χριστιανοί. Πολλοί για να ξεφύγουν  από τις φλόγες και το μαχαίρι των αιμοβόρων Τούρκων , πηδούσαν από το  φρούριο στην προκυμαία κι οι περισσότεροι σκοτώνονταν ή σπούσανε τα πόδια τους κι άλλα μέρη του κορμιού τους. Άλλοι επήδηξαν από την άλλη μεριά του φρουρίου δυτικά της πύλης και ρίχτηκανε στη θάλασσα. Άλλοι τρέξανε προς τη μεριά του εγγλέζικου στρατόπεδου και βρήκαν οι πιο πολλοί από τους δύστυχους αυτούς οικτρό θάνατο. Τέλος πολλοί κρυφτήκανε σ΄ απόκεντρα μέρη ή βρήκανε καταφύγιο στα προξενεία . (Εκτός φυσικά του αγγλικού που χτυπήθηκε και πυρπολήθηκε μ όλους που είχαν κλειστεί εκεί, και των άλλων τριών του Γαλλικού, Ισπανικού και Γερμανικού που κάηκαν) …»
Η συνέχεια της αφήγησης συγκλονιστική. Αναφέρεται πως σκοτώθηκαν όλοι οι Άγγλοι και τραυματίστηκαν επίσης αρκετοί. Το Αγγλικό πολεμικό « Hasard » έριξε πάνω κάτω 14 βολές μικρής ολκής που δεν έφεραν πολύ μεγάλες καταστροφές. Όλη σχεδόν η συνοικία γύρω από το λιμάνι καταστράφηκε από την φωτιά, καθώς και τα  ακίνητα του Καλοκαιρινού που μέσα τους βρισκόντουσαν πάνω από  τριάντα άτομα. Από τους πρώτους που σφάχτηκαν και στη συνέχεια κάηκαν ήταν ο Υποπρόξενος της Αγγλίας Λυσίμαχος Καλοκαιρινός, αρχικός  στόχος των Βασιβουζούκων και πιο συγκεκριμένα του Λαμή Βετιχάκη, που όπως ήδη αναφέραμε τον αποκεφάλισε και αργότερα λόγω και του καμένου σώματός του αναγνωρίστηκε από τις φαβορίτες και την κήλη που είχε. Θάφτηκε και αυτός , πιθανόν, από την Φούνταινα, παλαιά πόρνη, όπως αναφέρει ο Στυλιανός Αλεξίου που μέρες αργότερα συνομίλησε και μαζί της, και του νεαρού Αγρότη Βαλελαδάκη, αρχικά στο Σιναϊτικό Μοναστήρι και αργότερα ξεθάφτηκε και τα οστά του τοποθετήθηκαν στο εσωτερικό του Αγίου Ματθαίου , ακόμα και σήμερα μπορεί κανείς να δει την ταφική πλάκα. Πολύ αργότερα έγινε ανακομιδή των οστών στον οικογενειακό τάφο που βρίσκεται στο Νεκροταφείο του Αγίου Κωνσταντίνου.
Ταφόπετρα Καλοκαιρινού στον άγιο Ματθαίο
Η σφαγή και η καταστροφή συνεχίστηκε καθόλη τη διάρκεια της ημέρας  : « …Οι Τούρκοι σκοτώνανε τους Χριστιανούς , άμα βγαίνανε από τα σπίτια , πλανταγμένοι από τον καπνό και από τις φλόγες. Σε πολλά σπίτια , που οι Τούρκοι  καταλαβαίνανε πως βρίσκονταν μέσα άοπλοι Χριστιανοί , σπούσανε τις πόρτες και μπαίνανε μέσα και τους εσκότωναν. Γύρω στο βράδυ οι Τούρκοι δοθήκανε στο γενικό διαγούμισμα των σπιτιών και μαγαζιών , που πρώτας τα ξεγυμνώνανε πέρα για πέρα κι ύστερα τους δίνανε φωτιά…
…Η πυρκαγιά  εξακολουθούσε όλη τη νύχτα της Τρίτης, όλη την ημέρα της Τετάρτης και χθες Πέμπτη ίσαμε το μεσημέρι , οπόταν εφύγαμε μεις, εφαινόνταν φλόγες πανύψηλες. Ίσως και σήμερα ακόμη ( δηλαδή την Παρασκευή 28 Αυγούστου) να εξακολουθή η πυρκαγιά .Η καταστροφή είναι τρομερή. Τίποτε δε θα μείνει από τα Χριστιανικά ακίνητα. Ολόκληρη η αγορά Βεζίρ Τσαρσί ( ο δρόμος δηλαδή του λιμανιού) κατακάηκε. Εκεί δεν καήκανε μόνο ελληνικά καταστήματα, μα και τούρκικα, γιατί είχανε μέσα εμπορεύματα χριστιανών… Στις ταραχές έμεινε αμέτοχος ο Τουρκικός στρατός. Έλαβε όμως ενεργό μέρος στις λεηλασίες…».
Ερείπια Πύλης Μόλου, σήμερα
Ο αριθμός των σφαγιασθέντων δεν είναι γνωστός επ΄ ακριβώς. Άλλοι μιλούν για οκτακόσιους, άλλοι για διακόσιους και άλλοι για περίπου τετρακόσιους. Ένα χρόνο αργότερα στις 25 Αυγούστου 1899 ο Στυλιανός Αλεξίου είχε δημοσιεύσει στην εφημερίδα « Αλήθεια » μια πλήρη περιγραφή των γεγονότων  και τον τελειωτικό πίνακα των χαμένων , όπως ο ίδιος από έρευνά του συνέταξε , ωστόσο δεν είναι  εύκολο να βρεθεί αντίτυπό της. Ο γιος του, Λευτέρης Αλεξίου, σε δημοσίευση του στα Νέα Χρονικά παραθέτει ένα πίνακα με ονόματα που όπως λέει ο ίδιος, αν δεν υπάρχουν αλλού αντίγραφα άλλων δημοσιευμάτων ίσως αυτός  να παραμείνει ο πιο ολοκληρωμένος για τους ιστορικούς του μέλλοντος…
Την συγκλονιστική αφήγηση του Αλεξίου, πια, στα Νέα Χρονικά, σφραγίζει ένα γεγονός όχι ιδιαίτερα γνωστό για δυο ανθρώπους που δίκαια θα έπρεπε να γνωρίζει κάποιος το ρόλο διαδραμάτισαν εκείνη την εποχή… :
« …της Φούνταινας  , που ήτανε παλιά πόρνη, και του νεαρού αγρότη Βαλελαδάκη. Οι δύο αυτοί ταπεινοί άνθρωποι ανάλαβαν ύστερα από μέρες να περιμαζέψουνε και να θάψουνε τα πτώματα των θυμάτων, που είχεν αρχίσει η αποσύνθεσή τους και όλη η πολιτεία βρωμούσε απαίσια και κίνδυνος άμεσος υπήρχε να δημιουργηθούν επιδημίες. Μ ένα χειράμαξο γύριζαν επί μέρες σ΄όλην την πολιτεία, σώρευαν εκεί τα αποσυνθεμένα σώματα μαζεύοντάς τα κομμάτι και κομμάτι και μεταφέρνανε στην Απάνω – Εκκλησιά, στο Σιναϊτικό Μοναστήρι του Αγίου Ματθαίου, όπου τ’ αποθέτανε σ ένα βαθύ κι ευρύχωρο κοινό τάφο. Ο έξαρχος Χρύσανθος εγκαρδίωνε τους δύο ανθρώπους. Αφού τελειώσανε το έργο τους με τεράστιους αγώνες, ο Βαλελαδάκης αρρώστησε βαριά. Τον έπιασε ζάλη κι εμετός που κράτησε μέρες και τον έφερε στον τάφο. Είχε πάθει δηλητηρίαση, κι όπως έμεινε χωρίς ιατρική περίθαλψη, χάθηκε το τίμιο παληκάρι. Η Φούνταινα τον περιποιήθηκε μέσα στο μοναστήρι ίσαμε την ύστατη στιγμή. Θάφτηκε πλάϊ στα θύματα της Σφαγής, το τελευταίο αυτό θύμα, μα όχι και το λιγότερο αξιομνημόνευτο. Η Φούνταινα έζησε και διηγήθηκε αργότερα στον πατέρα μου τα επεισόδια. Του τα διηγήθηκαν ακόμα και οι καλόγεροι του μοναστηριού. Όλοι τους μιλούσανε σεβασμό για την ηρωική πράξη …»

Η συνέχεια της μεγάλης σφαγής γνωστή… Ήταν η μεγάλη αρχή του Τέλους της Οθωμανικής κυριαρχίας στο νησί …
Σήμερα όμως είναι ημέρα μνήμης για τα άγνωστα ή γνωστά θύματα που χάθηκαν εκείνη την ημέρα. Οικογένειες που ξεκληρίστηκαν ολοκληρωτικά ή έχασαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Για ανθρώπους που έχασαν την περιουσία τους και αναγκάστηκαν μέρες πριν να πάρουν το δρόμο της προσφυγιάς , έστω και για λίγο διάστημα μέχρι να ηρεμήσουν τα πράγματα. Αφανείς ήρωες που προσπάθησαν να σώσουν ή να διατηρήσουν ότι μπορούσαν από την μεγάλη καταστροφή …
Συνέχισα να ανεβαίνω την 25η Αυγούστου και σαν έφτασα εκεί μπροστά στην Λότζια γύρισα και κοίταξα προς το λιμάνι… Ο δρόμος δεν είχε πάρει ακόμα …ζωή. Ένα συνεργείο καθαριότητας μόνο πέρασε βιαστικά από τον δρόμο – πεζόδρομο  και η θάλασσα κάτω φαινόταν ήσυχη ακόμα. Θα ‘χει ζέστη και σήμερα σκέφτηκα …Όλα ήταν όπως κάθε μέρα… χαρτιά παντού , οι καρέκλες από τα καφέ στη θέση τους , μόνο η εκκλησιά του Αγίου Τίτου ήταν ανοιχτή και στολισμένη ...
Πως είναι δυνατόν αναρωτήθηκα …τούτος ο δρόμος… όπως και τόσοι άλλοι …
Ίσως τελικά το όνομα που μ΄ αρέσει περισσότερο «Οδός Πλάνης » να έχει  να κάνει και με  αυτό, το πόσο δύσκολο δηλαδή είναι  να αναλογιστεί κανείς πως,  κάποτε , στα ίδια τούτα μέρη γίνανε πράγματα αλλόκοτα, περπάτησαν και άλλοι άνθρωποι, σκοτώθηκαν κάποιοι, άλλοι κάηκαν,  και τίποτα,απολύτως τίποτα απ΄ ότι υπήρχε τότε δεν  σώζεται σήμερα… Μόνο τα χαλάσματα της Πύλης του Μόλου υπάρχουν αλλά δεν γνωρίζω πόσοι το ξέρουν, κανείς δεν τα προσέχει … κανείς δεν νοιάζεται… μόνο οι τουρίστες τα φωτογραφίζουν …
Ένα χαμόγελο θλιμμένο αυτή τη φορά σχηματίστηκε… έσκυψα το κεφάλι και συνέχισα ίσαμε τα λιοντάρια…

Αλλά κι αυτό είναι μια άλλη, μεγάλη ιστορία… ίσαμε την άλλη φορά!

25 Αυγούστου 1898…,117 χρόνια λοιπόν,  σαν σήμερα !

Υ.Γ. Ευχαριστώ, ιδιαίτερα τον Μηνά Γεωργιάδη για την πολύτιμη βοήθειά του στην ανέρευση των εφημερίδων από την Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου

ΠΗΓΕΣ:
Εφημερίδα Νέα Χρονικά, 29/3/1948 – 28/11/1948
Περιοδικό Στιγμές, 1998
Εφημερίδα Ανόρθωσις, 1930
Βικελαία Δημοτική βιβλιοθήκη Ηρακλείου
Αρχείο Μηνά Γεωργιάδη

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ  στις 25 Αυγούστου 2014:http://www.patris.gr

 και στο cretalive.gr στις 25 Αυγούστου 2014 : http://www.cretalive.gr/history
και στις 25 Αυγούστου 2015 !:http://www.cretalive.gr/history/view/htan-trith-25-augoustou-1898opws-kai-shmera/268541